«Μανιακός όπως ήταν με τα βιβλία, μουρμούριζε εντυπωσιασμένος και δεν έλεγε να σηκώσει το βλέμμα του από αυτά. Ήταν κυριολεκτικά άναυδος με ό,τι έβλεπε και έδινε την εντύπωση μικρού παιδιού». Έτσι περιγράφει ο δημοσιογράφος Θοδωρής Ιωαννίδης τις ώρες που αφιέρωσε ο συγγραφέας και διακεκριμένος καθηγητής Ουμπέρτο Έκο, όχι σε κάποια πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη της Δύσης, αλλά στον πύργο της Μονής Βατοπεδίου, όπου στεγάζεται η βιβλιοθήκη της.
Στενός φίλος και μεταφραστής του Έκο στην ελληνική, ο Ιωαννίδης μιλά στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας» για το ταξίδι που πραγματοποίησαν οι δύο τους στην αθωνική πολιτεία το 1988 κι αποκαλύπτει τις συζητήσεις που είχε ο Ιταλός στοχαστής με τον μοναχό Ελισαίο, ηγούμενο σήμερα στο μοναστήρι της Σιμωνόπετρας.
«Για το Όρος μιλούσαμε συχνά και ήθελε από χρόνια να το επισκεφθεί. Όταν, λοιπόν, το έμαθε ο Στέλιος Παπαθεμελής, φίλος από τα σπουδαστικά χρόνια, ο οποίος ανέκαθεν είχε θαυμάσιες σχέσεις με την Εκκλησία, πήρε την πρωτοβουλία και μεσολάβησε για να έρθει στον Άθω. Το ταξίδι μας δεν διήρκησε πολύ, μόλις δύο-τρεις ημέρες, και μείναμε στη Σιμωνόπετρα και στο κονάκι της μονής στις Καρυές».
Ο Έλληνας δημοσιογράφος, μιλώντας για τον Έκο, μεταφέρει την εικόνα ενός πολύ ζωντανού, καλαμπουρτζή και φαρμακόγλωσσου φίλου, που δεν άφηνε τίποτε αναπάντητο και ήθελε πάντοτε να έχει την τελευταία λέξη. Στον αντίποδα, η φιγούρα του νεαρού τότε μοναχού Ελισαίου εντυπωσίασε τον Έκο. «Στις Καρυές, στο κονάκι της Σιμωνόπετρας, ο μοναχός Ελισαίος δεν ήταν μόνο ένας άψογος οικοδεσπότης. Νεότατος σε ηλικία, σοβαρός και ανεκτικότατος, είχε μελετήσει και τους Λατίνους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, μιλούσε αργά και ήρεμα, δεν εντυπωσιαζόταν κι ούτε ήθελε να εντυπωσιάσει. Σχολίαζε με την ίδια σεμνότητα τις απόψεις του Αγίου Αυγουστίνου ή του Θωμά του Ακινάτη, αλλά και τις καθημερινές μας απορίες. Στον λίγο χρόνο που είχαμε, ο Έκο γύρευε να μάθει για το αλάθητο του Πάπα, τις αιρέσεις που τόσο τον γοήτευαν και άλλα ζητήματα, απολαμβάνοντας την αγαπημένη του ρακή». Παρά το γεγονός ότι ο Έκο δεν ήταν πιστός, λειτουργήθηκε στη Σιμωνόπετρα και εντυπωσιάστηκε από τους ψαλτάδες της.
Μοναδική ήταν και η εμπειρία του Ιταλού συγγραφέα στη βιβλιοθήκη της Μονής Βατοπεδίου, όταν ξεναγήθηκε στον πύργο της. Εκεί, ανάμεσα σε άλλους θησαυρούς, είδε το παλαιότερο σωζόμενο χειρόγραφο με τη «Γεωγραφία» του Κλαύδιου Πτολεμαίου, έναν από τους πιο ενδιαφέροντες κώδικες κοσμικού περιεχομένου στο Όρος, φιλοτεχνημένο ανάμεσα στα τέλη του 13ου με αρχές του 14ου αιώνα. Ο Έκο είχε πάθος με τις βιβλιοθήκες κι έτσι είχε φτιάξει το σπίτι του στο Μιλάνο έναν λαβύρινθο με 30.000 βιβλία. «Ήταν τόσο ζωντανές οι ώρες που είχε στη βιβλιοθήκη, γιατί ήξερε τη σημασία των χειρογράφων και τι δουλειά είχαν κάνει οι μοναχοί».
Με αφορμή τον θάνατο του σημαντικού δημιουργού, ο Θοδωρής Ιωαννίδης, που έχει μεταφράσει στα ελληνικά το βιβλίο του Έκο «η Αποκάλυψη του Ιωάννη», θέλησε να μοιραστεί ένα περιστατικό που έλαβε χώρα το 2006: «Το σωτήριον έτος 2006 κυκλοφόρησε ένα μικροσκοπικό βιβλιαράκι του γεμάτο λογοπαίγνια: ομώνυμα, ομόφωνα, παλίνδρομα και πάει λέγοντας. Αρκεί ένα μικρό παράδειγμα. Η λέξη arepo, που όταν τη διαβάζουμε από το τέλος προς την αρχή γίνεται opera. Όταν το διάβασα, είχα την ευκαιρία να τον «νικήσω» για πρώτη και τελευταία φορά. Του έστειλα λοιπόν το δικό μας “ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ” (δηλ. πλύνε τις αμαρτίες, όχι μόνο το πρόσωπο). Η αντίδρασή του ήταν εκκωφαντική. Στο τηλέφωνο ούρλιαξε χαρούμενος: “Non lo sapevo!” (Δεν το ήξερα!)»…