Της Έλενας Τσακίρη
Μια από τις πιο πνευματικές στιγμές ενός πιστού είναι το προσκύνημα στο Πανάγιο Τάφο στο Πανίερο Ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα. Τους προηγούμενους μήνες το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ανταποκρίθηκε στο αίτημα του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων για να αναλάβει το έργο της συντήρησης και αποκατάστασης του Ιερού Κουβουκλίου. Πριν από μερικές μέρες παρουσιάστηκε η πρώτη φάση της μελέτης από διεπιστημονική ομάδα τεσσάρων σχολών του Πολυτεχνείου με υπεύθυνη του προγράμματος την καθηγήτρια της Σχολής Χημικών Μηχανικών Αντωνία Μοροπούλου.
Το κορυφαίο μνημείο με την παγκόσμια ακτινοβολία που γίνεται κάθε χρόνο πόλος έλξης για εκατομμύρια πιστούς αντιμετωπίστηκε από τη διεπιστημονική ομάδα κατά τη μελέτη με ευαισθησία, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του και των δομικών υλικών του, το σημαντικότερο, όμως, ήταν ότι τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της μελέτης διατηρήθηκε απρόσκοπτη η προσέλευση των πιστών στον ιερό χώρο.
Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος, προσκεκλημένος στο Ζάππειο Μέγαρο κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της μελέτης τόνισε: «Ο Πανίερος Τάφος αποτελεί μνημείο της παγκοσμίου κληρονομιάς του Χριστιανισμού και σημείο αναφοράς της διεθνούς κοινότητας των αρχιτεκτόνων. Μετά περέλευσιν διακοσίων και πλέον ετών από της αναδείξεως του Κουβουκλίου του Πανάγιου Τάφου υπό του μεγάλου όντως αρχιτέκτονος Κομνηνού του Κάλφα, ευρισκόμεθα εις την ευχάριστον θέσιν να παρουσιάζωμεν “εν τω κλεινώ άστει” των Αθηνών τα αποτελέσματα της μελέτης. Περιττόν να είπωμεν ότι τα αποτελέσματα ταύτα επιβεβαιώνουν την του Μακαρίστου Αρχιεπισκόπου Αθηνών Κύρου Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου ιστορικήν μαρτυρίαν, καθ’ ην “τη 17η Οκτωβρίου 1809 εν ημέρα Κυριακή εκρημνίσθη το Κουβούκλιον και εφάνη το σπήλαιον του Αγίου Τάφου εκ μονολίθου αποτελούμενον”».
Η έρευνα που εκπονήθηκε από τη διεπιστημονική ομάδα του ΕΜΠ, αποτελούμενη από την κ. Μοροπούλου, τον καθηγητή της σχολής Αρχιτεκτονικών Μηχανικών κ. Μ. Κορρέ, τον καθηγητή της Σχολής Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών κ. Α. Γεωργόπουλο και τον καθηγητή της σχολής Πολιτικών Μηχανικών κ. Κ. Σπυράκο αποτελείται από τέσσερα σημεία: την αρχιτεκτονική τεκμηρίωση, τη γεωμετρική τεκμηρίωση, τον χαρακτηρισμό υλικών και την αποκάλυψη οικοδομικών φάσεων και διάγνωση της φθοράς και της παθολογίας.
Κατά τη διάρκεια της μελέτης επιχειρήθηκε επιτόπιος μη καταστρεπτικός έλεγχος και έγινε δειγματοληψία με τις μεθόδους μικροσκοπίας οπτικών ινών, θερμογραφία υπερύθρου, γεωραντάρ, με ανάλυση ορυκτολογικών, πετρογραφικών, χημικών, φυσικών, μηχανικών ιδιοτήτων και μικροδομής, ενώ έγιναν και πιλοτικές τοιχοποιίες παραδοσιακού τύπου με δοκιμή στη σεισμική τράπεζα, ώστε να παρουσιαστεί μια ολοκληρωμένη πρόταση αποκατάστασης με πληροφορίες για υλικά αλλά και μεθοδολογία για τις διορθωτικές παρεμβάσεις.
Τα αποτελέσματα της μελέτης αφορούν τη χρήση υλικών που θα συμβαδίσουν με την ιδιαιτερότητα του χτίσματος και θα ενισχύσουν τη διατήρησή του. Μάλιστα, τις επόμενες εβδομάδες θα εγκατασταθεί ένα διεπιστημονικό εργαστήριο στο Πανάγιο Τάφο, για να γίνει τεκμηρίωση της διάγνωσης, αφού πρώτα απομακρυνθούν οι ορθομαρμαρώσεις από το σημείο. «Αυτός ο χώρος θα είναι ένα ανοιχτό σχολείο για τους ανθρώπους που θα βρεθούν σε αυτό το εργαστήριο», δήλωσε σχετικά η υπεύθυνη του προγράμματος καθηγήτρια της Σχολής Χημικών Μηχανικών κ. Αντωνία Μοροπούλου.
Πώς ξεκίνησε η μελέτη
Στις 5 Οκτωβρίου 2015, το ΕΜΠ υπέγραψε προγραμματική συμφωνία με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, μετά από πρωτοβουλία της ΑΘΜ του Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλο για την εκπόνηση της μελέτης. Με την αποκάλυψη των οικοδομικών φάσεων, η διάγνωση αφορούσε τη φθορά και τη παθολογία, ενώ επιχειρήθηκε και αποτίμηση της κατάστασης έναντι των στατικών και σεισμικών φορτίων. Η πρόταση που κατέθεσε η ομάδα αφορά οδηγίες υλικών και επεμβάσεων συντήρησης, ενίσχυσης και αποκατάστασης και συνεχή ενημέρωση των τριών θρησκευτικών κοινοτήτων του Πανάγιου Ναού της Αναστάσεων στα Ιεροσόλυμα. Στη συνέχεια θα υπάρξει οργάνωση επιστημονικού και θεσμικού διαλόγου για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την καταλληλότερη λύση.
Η Τράπεζα Αττικής ως Μέγας Χορηγός παρέχει τις σκαλωσιές που θα στηθούν προ του Πάσχα στον Πανάγιο Τάφο, ενώ η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος εξετάζει το ενδεχόμενο ένταξης του έργου στην Πλατφόρμα crowd funding. Το Διεθνές Ταμείο των Μνημείων, World Monument Fun, παρίστατο διά εκπροσώπου του και έχει ήδη εκφράσει ενδιαφέρον να συμβάλει στο έργο.
Σύμφωνα με τις ευαγγελικές αναφορές, ο Πανάγιος Τάφος ήταν ένα λαξευτό σε βράχο τυπικό ιουδαϊκό μνημείο της εποχής, μετά την αποκάλυψη του από την Αγία Ελένη λαξεύθηκε με τέτοιον τρόπο, ώστε να μείνει ανεξάρτητο από τη βραχώδη πλαγιά στην οποία αρχικά ανήκε και η οποία ισοπεδώθηκε, ώστε να διευκολυνθεί η ανέγερση των θρησκευτικών μνημείων και των ναϊκών κτισμάτων που ανεγέρθηκαν από τον Μέγα Κωνσταντίνο. Τη σημερινή του μορφή, αυτήν που βλέπει ο προσκυνητής, έλαβε το 1810, μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1808, ο ιερός όμως αυτός τόπος πήρε πολλές μορφές, και δέχτηκε πολλές και διαφορετικές διαμορφώσεις, στο πέρασμα των είκοσι αιώνων από τη σταυρική θυσία και την Ανάσταση του Ιησού.
Ο Ευσέβιος Καισάρειας αναφέρει τους ωραίους κίονες με τους οποίους είχε διακοσμηθεί ο Πανάγιος Τάφος, κατά την κωνσταντίνεια περίοδο, ενώ η προσκυνήτρα Αιθερία στο Οδοιπορικό της περιγράφει τον Τάφο ως ευρισκόμενο μέσα σε άλλο κλειστό προστατευτικό οικοδόμημα. Σύμφωνα με άλλες, μεταγενέστερες πηγές, ο Πανάγιος Τάφος αρχικά ήταν ελεύθερος, έφερε όμως οκταγωνική επίστεψη, την οποία είχαν διαμορφώσει οι λιθοξόοι που λάξευσαν τον αρχικό βράχο της πλάγιας.
Η πρώτη καταστροφή από τον Αλ Χακίμ
Ως και την καταστροφή του ναού από τον Αλ Χακίμ, την περίοδο 1009-1012, ο Πανάγιος Τάφος πρέπει να είχε διατηρήσει τη μορφή που περιγράφουν πηγές του 6ου και του 7ου αιώνα: βρισκόταν στο μέσον μεγάλου πλατώματος και ήταν λαξευμένος σε μονόλιθο γύρω από τον οποίο είχε χτιστεί δακτυλιόσχημος τοίχος, ενώ πάνω του είχε κατασκευαστεί ένα είδος κιβωρίου, το οποίο στήριζαν περίτεχνοι κιονίσκοι.
Με την καταστροφή της κατακτήσεως των αρχών του 11ου αιώνα, που προαναφέρθηκε, ο βράχος ισοπεδώθηκε και το κιβώριο καταστράφηκε. Έτσι, στην ανακαίνιση του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ΄ του Μονομάχου, το χρονικό διάστημα 1042-1048, γύρω από τον Πανάγιο Τάφο χτίστηκε επίμηκες οικοδόμημα, το οποίο στα δυτικά είχε τη μορφή πολυγωνικού ημικυκλίου και περιβαλλόταν από κιονίσκους που είχαν προσκολληθεί στους κλειστούς τοίχους.
Η πυρκαγιά του 1808 κατέστρεψε την παλαιότερη κατασκευή που προστάτευε τον Τάφο, ώστε κατά την επίσκεψη του ναού που ακολούθησε, με κοινή οικονομική συνεισφορά ολοκλήρου του Γένους, το μνημείο να δειχτεί επένδυση με πλάκες τοπικού ερυθρόλευκου λίθου, λαμβάνοντας τη μορφή του Ιερού Κουβουκλίου την οποία σήμερα βλέπει ο προσκυνητής στο δυτικό μέρος της Ροτόντας. Έτσι, οι Έλληνες Ορθόδοξοι, δηλαδή η Αγιοταφιτική Αδελφότητα και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, αποτελούν ιστορικά τους μόνους και αποκλειστικούς ανακαινιστές, αλλά και τους ουσιαστικούς και δικαιωματικούς κατόχους και κυριάρχους του ιερού αυτού προσκυνήματος, γεγονός που επισημαίνεται και από την παρουσία Ελληνορθόδοξου φύλακα του Παναγίου Τάφου στην είσοδο του Ιερού Κουβουκλίου.
Στην πρόσοψη του Ιερού Κουβουκλίου έχουν γίνει μεταγενεστέρως προσθήκες, τόσο από τους Λατίνους όσο και από τους Αρμενίους. Οι πρώτοι έχουν τοποθετήσει μεγάλη ελαιογραφία της Αναστάσεως πάνω από την ανάγλυφη εικόνα που προαναφέρθηκε και οι δεύτεροι έχουν τοποθετήσει ανάλογη παράσταση από κάτω. Μπροστά τους, μάλιστα, καίνε επτά μεγάλες κανδήλες των Λατίνων και δώδεκα μικρότερες των Αρμενίων, ώστε να αλλοιώνεται η αρχική αισθητική εντύπωση του κτίσματος και να καλύπτεται και μέρος των παλαιοτέρων ελληνικών επιγραφών.
Σε δύο μέρη το εσωτερικό του Κουβουκλίου
Το εσωτερικό του Κουβουκλίου διαιρείται σε δύο μέρη. Ο προθάλαμος του αρχικού ταφικού μνημείου ονομάζεται Άγιος Λίθος ή παρεκκλήσιο του Αγγέλου. Στο κέντρο του θαλάμου, μέσα σε μαρμάρινη θήκη που εδράζεται σε μικρή τετράγωνη λίθινη τράπεζα, σώζεται τμήμα του λίθου πάνω στον οποίο, κατά την ευαγγελική διήγηση, καθόταν ο άγγελος που ανήγγειλε στις Μυροφόρες την Ανάσταση του Κυρίου.
Ο δεύτερος χώρος του Ιερού Κουβουκλίου αποτελείται από έναν λαξευμένο στον βράχο ορθογώνιο θάλαμο, τα τοιχώματα του οποίου έχουν καλυφθεί από ορθομαρμάρωση. Το καθαυτό σημείο όπου είχε εναποτεθεί το πανάχραντο και ακήρατο σώμα του Δεσπότου βρίσκεται στο βόρειο μέρος του θαλάμου και έχει καλυφθεί, στην κυρία και στην πάνω πλευρά του, από πλάκες λευκού μαρμάρου. Στον τοίχο πάνω του υπάρχει ανάγλυφη η παράσταση της Αναστάσεως. Στον Πανάγιο Τάφο καίνε διαρκώς λαμπάδες και σαράντα τρείς ακοίμητες κανδήλες. Από αυτές δεκατρείς είναι των Ορθοδόξων, δεκατρείς των Λατίνων, δεκατρείς των Αρμενίων και τέσσερις των Κοπτών. Επίσης, συναπτόμενο στο δυτικό τμήμα του Ιερού Κουβουκλίου, εξωτερικά, υπάρχει παρεκκλήσιο των Κοπτών, ενώ στον Πανάγιο Τάφο λειτουργούν και οι Λατίνοι.