«Πατήσανε τη Μαλεβή, το μέγα μοναστήρι.

Που ’χε τριακόσια σήμαντρα και εξήντα δυο καμπάνες

Πάσα καμπάνα και παπάς κι η σιδεριά δυο διάκους...»

Αυτή η μικρή στροφή ενός δημοτικού τραγουδιού που αναφέρεται στη σύγκρουση των κλεφτών με τους Τούρκους, σχεδόν 30 χρόνια πριν από την επανάσταση του 1821, αποκαλύπτει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο την τεράστια σημασία που είχε για όλη την περιοχή η μονή της Παναγίας της Μαλεβής, τόσο για τη θέση της σε σχέση με τα άλλα μοναστήρια όσο και για τον πλούτο της, τη μεγάλη της μοναστική κοινότητα και την προσφορά της στον αγώνα.

Το ιστορικό μοναστήρι το συναντάμε σε απόσταση 8 χιλιομέτρων από το χωριό Άγιος Πέτρος στον Πάρνωνα, «κρυμμένο» στα έλατα και την επιβλητική φύση. Aν και θεωρείται από τα πιο παλιά της περιοχής, ο χρόνος ίδρυσης και ανέγερσης δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια. Όπως αναφέρεται σε εντοιχισμένη πλάκα, η ανέγερση για δεύτερη φορά έγινε το 1616, 1.000 χρόνια μετά την πρώτη ανέγερση. Στον Πάρνωνα τα περισσότερα μοναστήρια, σε όλη τους τη διαδρομή, έχουν κάνει πολλά «νέα ξεκινήματα» λόγω είτε των καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν είτε των καταστροφών που υπέστησαν από τους κατακτητές.

Για την ιερά μονή της Μαλεβής, εκτός της ημερομηνίας που αναγράφεται στην εντοιχισμένη πλάκα (1616), την πρώτη επίσημη γραπτή αναφορά την έχουμε το 1320, σε χρυσόβουλο του αυτοκράτορα Ρωμαίου Ανδρονίκου του Παλαιολόγου, γεγονός που δείχνει ότι η μονή επί αιώνες έπαιζε σημαντικό ρόλο για την τοπική Εκκλησία και την κοινωνία.

Σύμφωνα με την παράδοση, το πρώτο μοναστήρι ιδρύθηκε στους Κανάλους (περιοχή με πολλά νερά) στον Πάρνωνα, σε ιδιαίτερα δυσπρόσιτη θέση, περί το 717 μ.Χ. Όμως, έναν χειμώνα, σύμφωνα με τον θρύλο, όλη η περιοχή αποκλείστηκε επί μέρες από το χιόνι, γεγονός που ανάγκασε τους μοναχούς να την εγκαταλείψουν και να μετακινηθούν στη θέση που το συναντάμε και σήμερα, όπου χτίστηκε σιγά-σιγά το νέο μοναστήρι, το οποίο λειτουργεί με μικρά διαλείμματα ως τις μέρες μας.

Κατ’ άλλους, η πρώτη μονή εγκαταλείφθηκε λόγω των κακών καιρικών συνθηκών, που διαρκούσαν πολλούς μήνες, μη επιτρέποντας την επαφή των μοναχών με τον έξω κόσμο. Η απομόνωση, λόγω της μορφολογίας του εδάφους, σε συνδυασμό με τους σκληρούς χειμώνες, καθιστούσε όχι απλώς δύσκολη, αλλά αδύνατη τη διαβίωση των ανθρώπων, καθώς δεν υπήρχε πρόσβαση, αλλά ούτε και δυνατότητα μακροχρόνιας αποθήκευσης τροφίμων. Βεβαίως, υπάρχει και η άποψη που θέλει το μοναστήρι να καταστρέφεται από Ασιάτες επιδρομείς, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν περισσότερα στοιχεία.

Πάντως, από το 1616 και τη δεύτερη ανέγερση άρχισε και η πιο σημαντική περίοδος για τη μονή, η οποία θεωρείται από τις αρχαιότερες της περιοχής. Δύο μοναχοί, ο Μακάριος ο Αγιοπετρίτης, το γένος Τερζάκη, και ο ανιψιός του, Νικόλαος Τερζάκης, ο οποίος έλαβε το όνομα Νείλος, για 15 χρόνια συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανάδειξη του μοναστηριού και στη συνέχεια άφησαν την περιοχή και συνέχισαν την ασκητική τους ζωή στο Άγιο Όρος. Στους δύο αυτούς μοναχούς αναφέρονται πολλοί μελετητές, οι οποίοι συνδέουν τον Πάρνωνα με τον Άθω. Ο Νείλος οσιοποιήθηκε από την Εκκλησία μας και αναφέρεται πλέον ως Όσιος Νείλος ο Μυροβλήτης.

Η συμμετοχή στους εθνικούς αγώνες

Η μονή έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον αγώνα κατά των Τούρκων, αφού 30 χρόνια πριν από το ξέσπασμα της επανάστασης του 1821 η περιοχή ήταν το λημέρι του πρωτοκλέφτη Ζαχαριά (1759-1805), του επονομαζόμενου και Μπαρμπιτσιώτη, ο οποίος καταγόταν από το ορεινό χωριό Μπαρμπίτσα (ή Βαρβίτσα) της Λακωνίας.

Μετά τα Ορλωφικά και τις βιαιοπραγίες που ακολούθησαν και κυρίως ύστερα από τον θάνατο του Κωσταντή Κολοκοτρώνη, πατέρα του Θεόδωρου, στην ευρύτερη περιοχή συγκροτήθηκαν σώματα κλεφτών, τα οποία προστάτευαν τους ντόπιους από τους Αρβανίτες. Οι τελευταίοι επιστρατεύτηκαν από τον σουλτάνο και μετέβησαν στην Πελοπόννησο για να καταπνίξουν το κίνημα.

Το 1786 έγινε η πρώτη μεγάλη μάχη μεταξύ Τούρκων και κλεφτών, οι οποίοι ηττήθηκαν και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή. Παρά την ήττα, η μάχη, γνωστή ως «μάχη της Μαλεβής», έδωσε άλλη πνοή στους υπόδουλους Έλληνες και σήμανε στην ουσία την απαρχή του ξεσηκωμού στον Πάρνωνα. Όλα ξεκίνησαν όταν ο καπετάν Ζαχαριάς αιχμαλώτισε τον Τούρκο αγά Λουμάνη, τον αποκεφάλισε και στη συνέχεια κατέφυγε στο μοναστήρι. Οι Τούρκοι κινήθηκαν γρήγορα και περικύκλωσαν τον χώρο. Ο Ζαχαριάς, προκειμένου να μην εκθέσει σε κίνδυνο τους μοναχούς, αλλά και το ίδιο το μοναστήρι, το εγκατέλειψε και ταμπουρώθηκε στην περιοχή Ταρμίρι, λίγο πιο κάτω, όπου μετά από τρεις μέρες πολέμου διέσπασε τις τάξεις των Τούρκων και διέφυγε. Ακολούθησε καταδρομή των Τούρκων, οι οποίοι προκάλεσαν μεγάλες ζημιές σε όλο το κτιριακό συγκρότημα.

Ο καθηγητής Νίκος Βέης γράφει ότι είδε σε ένα «παράφυλλο του Ευαγγελίου» στο μοναστήρι του Σοποτού, στον παλιό δήμο Αλιφείρας, ένα σημείωμα που αναφερόταν στην καταστροφή της μονής: «Απτήσανε το μοναστήρι της Μαλεβής το 1786, Μαΐου 7, και σκοτώσανε καλογέρους και γράφω θύμηση».

Στη μάχη της Μαλεβής αναφέρεται με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο και ο κλέφτης Γιάννης Ρούσης, σε επιστολή του προς τον ηγούμενο της μονής Ρέτσικα: «... καμμιά φορά κάμποσοι τουρκαλάδες ζώσανε την περιοχή, τι γένηκε δεν μολογιέται, ως το βράδυ δούλεψε το τουφεκίδι, πολλούς αγαρινούς αφήκαμε στον τόπο και άλλοι το ’βαλαν στα πόδια. Από μας λαβώθηκε ο Καράμπελας στο χέρι. Αι! να σκοτωθεί και ο Θανάσης. Μαζί ήρθαμε από προχθές. Ήρθαμε να λαμπρέψουμε με τους δικούς μας».

Το πόσο σημαντική ήταν η μάχη της Μαλεβής φαίνεται και από το γεγονός ότι υμνήθηκε από τη λαϊκή παράδοση:

«Ποιος είδε ήλιο από βραδυού και άστρι το μεσημέρι

Ποιος είδε τον Καράμπελα, τον καπετάν Θανάση...

Πού σουν εψές, Καράμπελα, πού ήσουν εψές, Θανάση;

Εψές ήμουν στη Βέρβενα προψές στον Άγιο Πέτρο

κι απόψε μου ’ρθε μια γραφή σε τρεις μεριές καυμένη,

κι απόξω λέει τ’ απόγραμμα και μέσα λέει το γράμμα.

Θανάση, να ’χης την ευχή απ’ ούλους τους πατέρες,

ογλήγορα να ’ρθης εδώ, να ’ρθης να μας γλυτώσεις.

Πατήσανε τη Μαλεβή, το μέγα μοναστήρι.

Που ’χε τριακόσια σήμαντρα και εξήντα δυο καμπάνες

Πάσα καμπάνα και παπάς κι η σιδεριά δυο διάκους...

Πήραν άστρα, πήραν φλωργιά, πήραν μαργαριτάρια,

πήραν ασημοκάντηλα, βαγγέλια χρυσωμένα».

Η συνέχεια της μάχης δόθηκε από τον Ζαχαριά, ο οποίος εκδικήθηκε για την καταστροφή όσους συνεργάστηκαν με τους Τούρκους. Ο πρωτοκλέφτης αιχμαλώτισε έναν συνεργάτη των Τούρκων από τον Άγιο Πέτρο, τον μετέφερε στη Μάνη και τον άφησε μόνο όταν ο ειδικοί του πλήρωσαν για λύτρα 1.500 γρόσια!

Τα γεγονότα αυτά μπορεί σήμερα να μην είναι ιδιαίτερα γνωστά, αλλά είναι από εκείνα που δημιούργησαν τις απαραίτητες συνθήκες για την επανάσταση κατά των Τούρκων που ακολούθησε.

Το μοναστήρι, όπως δείχνουν όλα τα προφορικά και γραπτά στοιχεία, ήταν το μεγάλο αποκούμπι και για τους κατοίκους της Κυνουρίας, τους οποίους οι μοναχοί στήριζαν με κάθε τρόπο. Εδώ, σύμφωνα πάντα με την παράδοση της περιοχής, λειτουργούσε και το μοναδικό κρυφό σχολείο, όπου μοναχοί μάθαιναν γραφή και ανάγνωση στους νέους των γύρω χωριών.

Από το 1792 άρχισε για το μοναστήρι μια νέα περίοδος «δόξας και ευμάρειας». Τότε έγινε μοναχός σε αυτό ο Καλλίνικος Τσαμούρης, που καταγόταν από τον Άγιο Πέτρο. Ο Καλλίνικος το 1809 εκλέχθηκε ηγούμενος και από τότε όλα ακολούθησαν μια εντυπωσιακή πορεία, η οποία συνεχίστηκε μέχρι το 1826. Ο Καλλίνικος, δε, είναι ένας από τους πολλούς κληρικούς της Πελοποννήσου που μυήθηκαν στο «μεγάλο μυστικό» και στη συνέχεια έγιναν στελέχη της Φιλικής Εταιρείας. Όταν ξέσπασε η επανάσταση, μετέτρεψε τους χώρους του μοναστηριού σε νοσοκομείο, όπου περιέθαλπε με τις εμπειρικές γνώσεις του τους τραυματίες. Ήταν, δε, τέτοια η αφοσίωσή του στον αγώνα, που ακόμη και ο πρίγκιπας Δημήτριος Υψηλάντης έφτασε ως εκεί για να αναρρώσει από τη φυματίωση που τον ταλαιπωρούσε. Εκεί βρήκε ασφαλές καταφύγιο και η οικογένεια του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ο ίδιος ο ηγούμενος πήρε μέρος σε πολλές μάχες κατά των Τούρκων.

Το μοναστήρι, όπως δείχνουν όλα τα προφορικά και γραπτά στοιχεία, ήταν το μεγάλο αποκούμπι και για τους κατοίκους της Κυνουρίας, τους οποίους οι μοναχοί στήριζαν με κάθε τρόπο. Εδώ, σύμφωνα πάντα με την παράδοση της περιοχής, λειτουργούσε και κρυφό σχολείο

Το 1826 η μονή, λόγω της στήριξης που παρείχε στους αγωνιστές και τη συμμετοχή των μοναχών σε ένοπλα σώματα, πυρπολήθηκε από τον στρατό του Ιμπραήμ. Αναστηλώθηκε, όμως, γρήγορα, αφού είχε μετόχια σε διάφορες περιοχές της Πελοποννήσου, τα οποία απέφεραν σημαντικά εισοδήματα. Ο Καλλίνικος εκοιμήθη το 1847 και μαζί του έκλεισε ένας μεγάλος κύκλος προσφοράς...

Η μονή της Παναγίας της Μαλεβής καταστράφηκε για τρίτη φορά κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Τότε εχθρικά αεροπλάνα χτύπησαν τη μονή προκειμένου να πλήξουν θέσεις των ανταρτών της περιοχής.

Η μετατροπή σε γυναικείο μοναστήρι

Το 1949 μοναχές από τη μονή Επάνω Χρέπας της Τρίπολης έφτασαν έως εκεί για να συνεχίσουν την ιστορία της. Τότε ήταν που το μοναστήρι με βασιλικό διάταγμα μετατράπηκε από ανδρικό σε γυναικείο. Σήμερα την ευθύνη της λειτουργίας του έχουν αναλάβει 12 μοναχές.

Το πιο σημαντικό κειμήλιο της μονής (ανάμεσα σε πολλά άλλα) είναι η εικόνα της Παναγίας της Μαλεβής. Σύμφωνα με την παράδοση, είναι μία από τις 70 που ζωγράφισε ο Ευαγγελιστής Λουκάς και λέγεται ότι την έφεραν στο πρώτο μοναστήρι στους Κανάλους οι κάτοικοι του Αγίου Όρους, όταν ήρθαν να εγκατασταθούν στην Κυνουρία. Ο θρύλος θέλει την εικόνα της Παναγίας να «φεύγει μόνη της από το παλιό μοναστήρι», για να βρεθεί μέσα σε βάτα, με ένα καντήλι να καίει δίπλα της. Στη θέση εκείνη χτίστηκε το νέο μοναστήρι.

Σήμερα η μονή έχει ανακαινισθεί και συνεχίζεται η βελτίωση των χώρων της, με τις μοναχές και τους πιστούς να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να διατηρηθεί ως σύμβολο της Ορθοδοξίας στον Πάρνωνα.