Αρχική » Η ομιλία του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ στην έναρξη της Μεγάλης Συνόδου

Η ομιλία του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ στην έναρξη της Μεγάλης Συνόδου

από kivotos

Παναγιώτατε,

Μακαριώτατοι Προκαθήμενοι τῶν Ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν,

Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Ἀδελφοί,

Σεβαστοί Πατέρες καί Ἀδελφοί,

Ἡ Χάρις τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνέυματος, συνήγαγεν ἡμᾶς ἐνταῦθα ἐν τῇ ἱερουργίᾳ τῆς ὁμολογίας τῆς ἀληθείας, μετά τήν ἱερουργίαν ἐν τῷ Ναῷ τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἕν καί τό αὐτό μυστήριον ἐστιν ἡ κοινωνία ἡμῶν μετά τοῦ Θεοῦ καί ἡ ὁμολογία ἡμῶν περί Αύτοῦ.

Ἡ ἔναρξις τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου ἐγένετο κατά τήν ἑορτήν τῆς Πεντηκοστῆς, καθ᾽ἥν ἑορτάζομεν τό μυστήριον τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί ἡ ἔναρξις τῶν Συνεδριῶν Αὐτῆς γίνεται κατά τήν ἡμέραν τῆς ἑορτῆς τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Μία εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ: «Ἡ γάρ ἐνέργεια κίνησίς ἐστιν οὐσίας, ἀλλ᾽οὐκ οὐσία». Καί «μία ἡ τοῦ θείου θελήματος κίνησις ἐκ προκαταρκτικοῦ αἰτίου τοῦ Πατρός ὁρμωμένη καί διά τοῦ Υἱοῦ προϊοῦσα καί ἐν τῷ ἁγίῳ Πνεύματι προφαινομένη», κατά τόν ἅγιον Γρηγόριον τον Παλαμᾶ.

Ἡ ἔλευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τούς Μαθητάς τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς γίνεται δεσποτικῶς καί οὐχί δουλικῶς. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ὁποῖος προήδρευεσεν κατά τήν πρώτην φάσιν τῆς Β´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀποφαίνεται θεολογικῶς: «Πάντως δέ παρέσται (τό Ἅγιον Πνεῦμα) δεσποτικῶς ἀλλ᾽ οὐ δουλικῶς, οὐδέ ἀναμένον ἐπίταγμα, ὥς τινες οἴονται». Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι δεσποτική καί ἐξουσιαστική. Τό Ἅγιον Πνεῦμα παρίσταται ἐμπνέον καί καθοδηγοῦν τούς θέλοντας καί δέν δέχεται ἐντολάς, ὅπως τινες νομίζουσιν. Ἐξουσιάζει καί δέν ἐξουσιάζεται, ἀποκαλύπτει ἑαυτό καί δέν παραβιάζεται ἵνα φανερώσῃ. Ἀκολούθως γράφει ὁ μέγας τά θεῖα Γρηγόριος τοὐπίκλην Θεολόγος: «πνεῖ γάρ ὅπου θέλει, καί ἐφ᾽οὕς βούλεται, καί ἡνίκα καί ὅσον». Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται ὑπό προϋποθέσεις καί οὐδόλως εἶναι ἡναγκασμένον καί δεδομένον.

Ὑπ᾽ αὐτό τό πνεῦμα καλούμεθα εἰς μίαν Σύνοδον, τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία οὔτε ἔκτακτο γεγονός στή ζωή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τυγχάνει, ἀφοῦ προετοιμάζεται πλέον τῶν ἐξήκοντα (60) ἐτῶν, οὔτε ἀποτελεῖ κάποια ἐξ ἀντιγραφῆς ἔκφρασιν ἄλλων μορφῶν συνοδικότητος.

Χωρίς ἐντούτοις νά διαφοροποιεῖται ἀπό τό πνεῦμα τῆς συνοδικῆς καί κανονικῆς Παραδόσεως, ἐκφράζει τήν συνοδική της αὐτοσυνειδησία, προκειμένου νά ἀπευθυνθῇ στόν κόσμο, τόν ἄνθρωπο τῆς τρίτης χιλιετίας, ὄχι ὡς μία ἐπανάληψις κάποιας ἔκφρασης μουσειακοῦ παρελθόντος ἀλλά ὡς φανέρωση τοῦ ἀναγεννητικοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «ἐπιλαμβανομένης» ἔμπροσθεν.

Καλούμεθα λοιπόν μέ ἕνα σύγχρονο λεξιλόγιο νά ἀποτυπώσουμε τήν ἐκκλησιαστική της αὐτοσυνειδησία καί νά ἐπιβεβαιώσουμε ὅ,τι ἐκφράζουμε τό Πνεύμα τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί νά κηρύξουμε ἱεραποστολικά τή διακονία μας, σεβόμενοι τίς ἰδιαιτερότητες κάθε τοπικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Δεχόμενοι καί σεβόμενοι τήν κοινωνική καί ἐκκλησιαστική διαφορετικότητα δέν ἀπομονώμεθα ἀλλά διαλεγόμεθα χωρίς νά υἱοθετοῦμε τήν ὑποχωρητικότητα εἰς τά τῆς πίστεως καί τῆς παραδόσεως.

Ἡ παροῦσα  Σύνοδος ἀγωνίζεται νά τονίσει τήν ἀνάγκην τῆς ἐνότητος ὅλων ἐν Χριστῷ σέ ἕνα κόσμο διασπασμένο καί κατακερματισμένο.

Ἀγωνιᾶ καί προβληματίζεται μέ τά τοῦ κόσμου πράγματα καί ἀνταποκρίνεται φιλάνθρωπα στά αἰτήματα τῶν κατοίκων τοῦ πλανήτου, ὥστε νά δώσῃ σ᾽ αὐτούς ἐλπίδα γιά ἕνα καλύτερο, οὐσιαστικότερο καί δυναμικότερο μέλλον καί νά τούς θυμίσῃ ὅτι τίποτε δέν ἔχει χαθεῖ, ἀλλά χρειάζεται περισσότερος ἀγώνας, ἄσκηση καί θυσίες.

Χωρίς νά ἐπιδιώκει τό καλύτερο, τό ἰδανικό καί τό ἀπόλυτο, προσβλέπει πρός τό καλό καί τό χρηστικό γιά τήν ἴδια τήν ἀνθρώπινη ζωή καί κοινωνία, ἐπειδή γνωρίζει ὅτι τό καλύτερο καί τό ἀπόλυτο εἶναι ἡ καταστροφή τοῦ καλοῦ.

Κινεῖται μέ βάση τήν ὁμοφωνία, ὡς μία ἔκφραση δημιουργικῆς προτάσεως καί συμφωνίας καί ὄχι ὡς μία μέθοδο δικανικῆς ἀρνησικυρίας καί ἀσκήσεως veto.

Θυσιάζει τίς ἰδιοτέλειες, τίς σκοπιμότητες καί τίς προσωπικές μας  ἐπιδιώξεις, προκειμένου νά ἐπιτύχει τήν ἔκφραση τῆς ἑνότητός μας καί διά τοῦτο παραμερίζει κάθε ἐμπόδιο καί πρόσκομμα, τό ὁποῖον εἶναι ἱκανό νά ὁδηγήσῃ σέ μία συνοδικότητα κοινοβουλευτικοῦ χαρακτῆρα. Γνωρίζει, ὅτι ἡ συνοδικότητα ἀποτελεῖ τόν μόνο τρόπο ἔκφρασης τῆς καθολικότητος τῆς Ἐκκλησίας καί τήν φανέρωση τῆς ἐν κοινωνίᾳ ἑνότητος τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, διό καί οὐδείς ἠμπορεῖ νά ἐνεργῇ ἀποτρεπτικά στήν πραγματοποίησή της ὑφ᾽ ὅλες τίς ὑφιστάμενες δυσκολίες μας μέσα ἀπό τόν διάλογο καί τήν κοινή ἐκκλησιαστική μας παράδοση.

Ἡ εὐθύνη γιά τήν πραγματοποίηση τῆς παρούσης Συνόδου ἀφορᾶ ὅλους μας, ὡς ποιμένων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ μή ἐπίτευξή της ἤ ἡ ἀναβολή της, ἀγγίζει ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἐξαιτίας τῆς στάσης καί τῶν θέσεών τους ἐνήργησαν ἀρνητικά. Στή δική τους εὐθύνη ἐναπόκειται ἡ ἄμεση ἀνταπόκρισή τους καί ἡ συμμετοχή τους, ἔστω καί τήν ἐνδεκάτην, κυρίως δέ διά τῆς ἀποδοχῆς καί συνυπογραφῆς τῶν τελικῶν μας …. ἀποφάσεων.

Ἡ ἔκφραση διαφορετικῶν ἀπόψεων καί θέσεων εἶναι καί θεμιτή καί ἀποδεκτή στά πλαίσια τῆς συνοδικότητος. Ἡ ἀπολυτοποίηση ὅμως τῶν ἀπόψεων καί θέσεων ἀπό μεμονωμένα ἄτομα ἤ καί ὁμάδες καί ἡ προσπάθεια άπολυταρχικῆς ἐπιβολῆς τους τυγχάνει ἀπορριπτέα.

Τά ὑφιστάμενα προβλήματα μεταξύ Ἀδελφῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, τά ὁποἶα σκιάζουν ἤ καί ἀμαυρώνουν τήν μεταξύ τους κοινωνία ἀποτελοῦν γιά ὅλες τίς ἄλλες Ἀδελφές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἄλγος, δοκιμασία καί ὀδύνη, ἐνῶ ἡ πανορθόδοξη παρέμβαση πρός ἐξεύρεση λύσεως, πρέπει νά εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς σύμφωνης ἔκφρασης, ἐπιθυμίας καί διαθέσεως καί ἀπό τίς δύο Ἀδελφές Ἐκκλησίες καί ὄχι μεμονωμένη, μονομερής καί ἔξωθεν ἀπόφαση ἑνός συνοδικοῦ σώματος, τό ὁποῖο θά λειτουργοῦσε ἀπολυταρχικά καί ἐρήμην τῆς βουλήσεως τῆς κάθε τοπικῆς Ἐκκλησίας.

Χρόνος νομίζω ὅτι ὑπάρχει καί λυσιτελεῖς προτάσεις υφίστανται ἀρκεῖ νά ὑπάρξει φιλάδελφη διάθεση συναντιλήψεως καί θυσίας.

Ἡμεῖς διάδοχοι ὄντες τῶν ἁγίων Ἀποστόλων εἴθε νά ἀποδειχθῶμεν φωτειναί λαμπάδες ἐν τῇ παρούσῃ Ἁγίᾳ καί Μεγάλῃ Συνόδῳ, φωτιζόμενοι ὑπό τοῦ Φωτός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, φωτίζοντες πᾶσαν τήν οἰκουμένην διά τῆς ὁμολογίας τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί ἀποδεικνυόμενοι καλοί οἰκονόμοι τῆς θείας Χάριτος, γνήσιοι διάδοχοι τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί Πατέρων πρός δόξαν Θεοῦ καί ἔπαινον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ