Αρχική » Δέκα χρόνια χωρίς τον Γιάννη Χατζηφώτη

Δέκα χρόνια χωρίς τον Γιάννη Χατζηφώτη

από kivotos

Του Πάνου Ευαγγέλου

 

Στις 18 Ιουλίου συμπληρώθηκαν δέκα χρόνια από την ημέρα που ένας δικός μας άνθρωπος, ο Γιάννης Χατζηφώτης, έφυγε για την άλλη ζωή στα 62 του χρόνια, ήρεμος, αισιόδοξος, όρθιος, αφήνοντας δυσαναπλήρωτο κενό.

Γεννήθηκε στις 14 Απριλίου 1944 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από γονείς Δωδεκανήσιους. Έκανε σπουδές Μαθηματικών και Φιλολογίας στην Αθήνα και Κοινωνιολογίας της Θρησκείας στην Κατάνη της Σικελίας.

Η σκιαγράφηση τη δραστηριότητάς του στη σχετικά σύντομη ζωή του χρειάζεται πολύ χρόνο και κόπο. Άνθρωπος με πολλά ενδιαφέροντα, ήταν εργασιομανής, καθώς και στις διακοπές του ακόμα έγραφε ακατάπαυστα. Τον βοηθούσαν στη δουλειά του η συνεχής ενημέρωση, η επιμελής αρχειοθέτηση κάθε ειδήσεως, παραπομπής, αποκόμματος, κειμένου γενικά, που περιλαμβανόταν στο πλαίσιο των ενδιαφερόντων του, συνήθεια που τον διευκόλυνε ιδιαίτερα. Εύστροφος, παρατηρητικός, πρόθυμος να προσφέρει βοήθεια και τις γνώσεις του σε όποιον το ζητούσε, φωνακλάς, αλλά άκακος και τρυφερός με τα παιδιά και τα ζώα.

Υπήρξε Μέγας Άρχων Υπομνηματογράφος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και Μέγας Άρχων Ιερομνήμων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, σύμβουλος και εκπρόσωπος Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σεραφείμ (1982-1998), διευθυντής και εκπρόσωπος Τύπου της Ιεράς Συνόδου (1984-1995), από το 1983 διευθυντής του επίσημου οργάνου της Εκκλησίας της Ελλάδος «Εκκλησιαστική Αλήθεια» και συνεργάτης του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η πρώτη άδεια για τις ειδήσεις είχε εκδοθεί στο δικό του όνομα. Υποστήριζε τις θέσεις της Εκκλησίας με γνώση, προσοχή και αποτελεσματικότητα, αφήνοντας ένα υπόδειγμα που το κοινό θα θυμάται για χρόνια.

Αγάπησε με πάθος το Άγιον Όρος, όπου με καμάρι έλεγε ότι είχε πάει 62 φορές, ενώ έγραψε πολλά πρωτότυπα βιβλία για τη ζωή, την τέχνη, τα πρόσωπα και την ιστορία του. Υπήρξε ο ιδρυτής και πρώτος πρόεδρος του συλλόγου «Οι Φίλοι του Αγίου Όρους». Ένθερμος υποστηρικτής της ελληνορθόδοξης παράδοσης, ίδρυσε τον «Σύλλογο για την Παράδοση της Ρωμιοσύνης» και ασχολήθηκε με τον λαϊκό πολιτισμό, στήνοντας, εκτός των άλλων, το Λαογραφικό Μουσείο στην Ι.Μ. Ταξιάρχου Μιχαήλ του Πανορμίτου, στην ιδιαίτερη πατρίδα του πατέρα του, τη Σύμη Δωδεκανήσου, για την οποία επίσης έγραψε πολλές μελέτες και αρκετά βιβλία.

Υπήρξε ο ιδρυτής και πρώτος πρόεδρος του συλλόγου «Οι Φίλοι του Αγίου Όρους». Ένθερμος υποστηρικτής της ελληνορθόδοξης παράδοσης, ίδρυσε τον «Σύλλογο για την Παράδοση της Ρωμιοσύνης»

Το πολύπλευρο συγγραφικό έργο του αναφέρεται, εκτός από αυτά, στην Αλεξάνδρεια, στα Δωδεκάνησα, στον Νέο Ελληνισμό, στην εκκλησιαστική ιστορία, στην ελληνορθόδοξη παράδοση, στον λαϊκό πολιτισμό, στη νεοελληνική λογοτεχνία κ.λπ. Αριθμούνται εν ζωή 204 τίτλοι βιβλίων του και, εκτός των άλλων, τα περιοδικά «Κριτικά Φύλλα» και «Παράδοση».

Ήταν επίσης μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Εταιρείας Ιστορικών Μελετών επί του Νεωτέρου Ελληνισμού, του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», τακτικός εταίρος της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, της Μεσογειακής Ακαδημίας της Ρώμης, της Ελληνικής Βιβλιογραφικής Εταιρείας, του Δ.Σ. της Δωδεκανησιακής Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας, αντιπρόεδρος της «Έκκλησης της Ακρόπολης», γενικός γραμματέας της Ένωσης Δημοσιογράφων – Ιδιοκτητών Επιστημονικού Περιοδικού Τύπου, μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Συμβούλων Δημοσίων Σχέσεων, αν. γεν. γραμματεύς της Ελληνικής Επιτροπής των Φίλων της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και μέλος της «Συνάντησης της Μεσογείου» από το 1985 έως το 1990.

Για την Αλεξάνδρεια, τη γενέτειρά του, και την Κωνσταντινούπολη, που αγάπησε παράφορα, έγραψε πολλά βιβλία και μελέτες, αποβλέποντας κυρίως στην ενημέρωση του ευρύτερου κοινού σε θέματα άγνωστα ή παρεξηγημένα, με ιδιαίτερη ευαισθησία στις περιπέτειες και τα έργα του απόδημου Ελληνισμού. Στο βιβλίο του «Ολίγη αγαπημένη Πολιτεία» περιγράφει αυτοβιογραφικά τη ζωή στον τόπο όπου γεννήθηκε. Μελετήματά του δημοσιεύθηκαν σε ιστορικά, λογοτεχνικά και επιστημονικά περιοδικά.

Έδωσε διαλέξεις σε όλη την Ελλάδα και σε πολλές χώρες του εξωτερικού, ενώ έλαβε μέρος σε αναρίθμητα διεθνή και ελληνικά επιστημονικά συνέδρια. Υπήρξε τακτικός συνεργάτης όλων σχεδόν των ημερήσιων αθηναϊκών εφημερίδων και περιοδικών. Βραβεύθηκε για τον «Λαϊκό Πολιτισμό του Καστελλορίζου» και την «Αλεξάνδρεια, οι δύο αιώνες του Ελληνισμού» από την Ακαδημία Αθηνών και την Ακαδημία της Λιγουρίας, για το σύνολο του πνευματικού του έργου.

Ασχολήθηκε με την ποίηση, την κριτική βιβλίου, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και το θέατρο. Το κοινό τον γνώρισε περισσότερο ως άνθρωπο της τηλεόρασης. Απολάμβανε τη γνώση, την καλλιέπεια, την άριστη γνώση της ελληνικής γλώσσας και την ακριβολογία. Πολλοί θυμούνται ακόμα τις εκπομπές του στη Ραδιοφωνία της ΕΡΤ, στο Πρώτο και το Τρίτο ιδίως Πρόγραμμα.

Με απόφαση του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεοδώρου, σε μεγάλη εκδήλωση στην Αθήνα, παρουσιάσθηκε στη μνήμη του το δίτομο έργο «Αλεξανδρινός Αμητός», αφιέρωμα στη μνήμη του Ι.Μ. Χατζηφώτη (Έκδοση Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, 2009), με επιμέλεια του καθηγητή Μ. Βαρβούνη.

Από τις άγνωστες δραστηριότητές του ήταν η ανάληψη της ηγεσίας από αυτόν στην τρίτη κατά σειρά αποστολή της Ελληνικής Επιτροπής Ανθρωπιστικής Βοήθειας προς τους λαούς της πρώην Γιουγκοσλαβίας, εκπροσωπώντας την Εκκλησία της Ελλάδος, με εντολή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σεραφείμ. Η βοήθεια έπρεπε να δοθεί τόσο στον σερβικό όσο και στον μουσουλμανικό τομέα του Σεράγεβο. Την περιπέτεια εκείνη κατέγραψε σε μικρό βιβλίο με τίτλο «Καρδιά μου, Σεράγεβο. Ένα ταξίδι για την ειρήνη. Ιούνης 1994» (Εκδόσεις Παρουσία, 1995). Είχε προτάξει ποίημα, το τελευταίο τμήμα του οποίου έχει ως εξής:

 

Σεράγεβο/ καρδιά μου/ πώς θα ’θελα να ’σουν σαν και πρώτα/ Μια πανέμορφη/ πολιτεία του ονείρου/ χωρίς μίση/

χωρίς αντίπερα όχθες/ με τη γη σου σπαρμένη/ με τα πράσινα βρύα/ της ελπίδας/ Με τις καμπάνες/ χαρμόσυνα να ηχούνε/ το τέλος/ του ολέθρου/ και του πολέμου/ Όχι άλλα κουφάρια στους δρόμους/ όχι άλλο αίμα/ Μακριά/

ο τρόμος κ’ η φρίκη/ από σένα/ Σεράγεβο/ καρδιά μου…

 

Εξυπηρετούσε κάθε συνάδελφο δημοσιογράφο. Συζητούσαμε κατάπληκτοι την ικανότητά του να ολοκληρώνει τη σκέψη του στο ελάχιστο χρονικό διάστημα που του οριζόταν. Όσοι τον γνωρίσαμε από κοντά και συνεργαστήκαμε μαζί του θα τον θυμόμαστε πάντα γελαστό, πρόθυμο και δημιουργικό, παράδειγμα εργατικότητας, ανεξικακίας και φιλότιμου.

Αιωνία η μνήμη σου, Γιάννη!

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ