Κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο περί “νέου καθεστώτος στήριξης των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ”, το οποίο όπως περιλαμβάνει και άρθρο (το 35) που διευθετεί διάφορα πολεοδομικά ζητήματα σχετικά με την ανέγερση ισλαμικού τεμένους στην Αθήνα στην περιοχή του Βοτανικού και ουσιαστικά επιταχύνει την κατασκευή του.
Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η δικαιολόγηση της ανέγερσης του, όπως περιγράφεται στην σχετική αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου. Έτσι, το τέμενος, σύμφωνα με την κυβέρνηση, πρέπει να ανεγερθεί τόσο λόγω διμερών σχέσεων με μουσουλμανικά κράτη, όσο και για λόγους σεβασμού των θρησκευτικών δικαιωμάτων των μουσουλμάνων, αλλά και για την αντιμετώπιση της έξαρσης του φονταμενταλισμού.
Το κείμενο της αιτιολογικής έκθεσης του νομοσχεδίου, που αφορά το συγκεκριμένο άρθρο έχει ως εξής (με δικές μας επισημάνσεις):
Άρθρο 35
Ισλαμικό Τέμενος Αθηνών
Γενική περιγραφή άρθρου
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επιδιώκεται η διευθέτηση διάφορων επιμέρους διαδικαστικών ενεργειών και η επίσπευση διοικητικών ζητημάτων που αφορούν στην κατασκευή του Ισλαμικού Τεμένους Αθηνών κατά τις ειδικότερες πρόνοιες του ν.3512/2006 και των τροποποιήσεων του, η οποία κατασκευή (εκκρεμούσα πλέον επί μια δεκαετία από τη ρητή και συστηματική πρόβλεψη της) αποτέλεσε για πολλές δεκαετίες ρηματική δέσμευση της Πολιτείας προς τις φίλες Αραβικές Χώρες για την πρόσφορη και κατάλληλη εξυπηρέτηση -στον χώρο της πρωτεύουσας- των λατρευτικών αναγκών των πολιτών ή ομόθρησκων τους (υψηλών επισκεπτών, επισήμων και διπλωματικών αντιπροσωπειών, τουριστών, προσκεκλημένων επιστημόνων, εργαζομένων και αθλητών, φοιτητών και σπουδαστών αλλά και προσφύγων ή μεταναστών), παράλληλα όμως και ένδειξη μέριμνας προς τους Έλληνες και λοιπούς κοινοτικούς πολίτες, είτε οι ίδιοι πρεσβεύουν το μουσουλμανικό θρήσκευμα είτε τα σύνοικα μέλη των οικογενειών τους, προκειμένου να εξασφαλιστεί και γι’ αυτούς κατάλληλος, ασφαλής, ελεύθερα προσβάσιμος και χωρίς αποκλεισμούς χώρος προσευχής και λατρείας της συγκεκριμένης θρησκείας. Παρότι λοιπόν το ζήτημα αυτό τίθεται σταθερά στις διμερείς συζητήσεις ως πάγιο αίτημα από όλα τα ενδιαφερόμενα μουσουλμανικά κράτη (ενδεικτικά αναφέρουμε τα έτη 1940, 1948, 1951, 1956, 1971, 1979, 1985, 1986, 1989), δυστυχώς η Αθήνα συνεχίζει να στερείται τέτοιου θρησκευτικού χώρου, με αποτέλεσμα όχι μόνο να αντιμετωπίζει συνεχείς διαμαρτυρίες από φιλίες χώρες, αρνητικές αναφορές σε όλες τις διεθνείς εκθέσεις για τη θρησκευτική ελευθερία και διαβήματα του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας (ενός ισχυρότατου διεθνή οργανισμού με 57 μουσουλμανικά κράτη/μέλη), αλλά και να προσφέρονται κράτη ή ακόμα και ιδιώτες για τη χρηματοδότηση των δαπανών κατασκευής του.
Δυνάμει του ως άνω νόμου και των τροποποιήσεων / προσθηκών του θεσπίστηκε για πρώτη φορά στην ελληνική έννομη τάξη το αναγκαίο κανονιστικό πλαίσιο ίδρυσης και λειτουργίας ενός Μουσουλμανικού Τεμένους στην Αττική (οι προβλέψεις των νόμων ΑΩΝΑ’//30.05/01.06.1890 «περί παραχωρήσεως δωρεάν εθνικού οικοπέδου προς ανέγερσιν Τουρκικού Τεμένους εν Πειραιεί» και 6244//17/25.08.1934 «περί παραχωρήσεως γηπέδου εν τω δασυλλίω Συγγρού Κουπονίων διά την ανέγερσιν Αιγυπτιακού Τεμένους και Ινστιτούτου» αποσκοπούσαν ουσιαστικά στη θεραπεία των διακρατικών σχέσεων με τις συγκεκριμένες μουσουλμανικές χώρες κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή και ουδέποτε υλοποιήθηκαν) και αυτό χωροθετήθηκε και καθορίστηκε στην περιοχή του Ελαιώνα, σε δημόσια έκταση που παραχωρήθηκε γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό από το Πολεμικό Ναυτικό (πρώην στρατιωτική έκταση του Ναυτικού Οχυρού Βοτανικού), χωρίς να αποξενώνεται το Δημόσιο από τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα του επί του ακινήτου, και θα κτιστεί σε συγκεκριμένη και οριοθετημένη θέση, όπου ήδη υφίστανται παλαιά και ανενεργά στρατιωτικά κτίσματα, ήτοι εντός του κόκκινου περιγράμματος που εμφανίζεται στο τοπογραφικό διάγραμμα που συνοδεύει τις κείμενες διατάξεις και δη άρθρο 34 ν.4237/2015 (Α’50). Σημειώνεται ότι τα υφιστάμενα κτίρια του Π.Ν εντός της παραχωρηθείσας έκτασης είναι κατασκευασμένα τα έτη 1947-1948 (σύμφωνα και με το έγγραφο ΓΕΝ Φ.900/117/260558/Σ.468/15-07-14), χωρίς καμία αρχιτεκτονική αξία (βιομηχανικού τύπου υπόστεγο) και ήδη σε κακή κατάσταση, ώστε από τεχνικής απόψεως δεν είναι αρκετή η μετασκευή τους ή άλλη διορθωτική επέμβαση αλλά θα απαιτηθεί η κατεδάφιση τους, όχι μόνο για την ορθή και πιστή εφαρμογή της εγκριθείσας μελέτης κατασκευής, χωρίς προσκόμματα και ελαττώματα που ενδεχομένως θα μπορούσαν να εμφανιστούν λόγω των υφιστάμενων δομών και των ασύμβατων μεγεθών και θέσεων με τα αναγκαία δομικά στοιχεία κατά τη σύγχρονη νομοθεσία και τεχνική και τον προσανατολισμό του κτιρίου που απαιτεί η ισλαμική θρησκεία και οι λατρευτικές παραδόσεις της (είναι γνωστό ότι κάθε μουσουλμάνος, οπουδήποτε και εάν βρίσκεται, πρέπει να προσεύχεται προς το Kaabah, ήτοι το ιερό κτίσμα που περιβάλλει την ιερή μαύρη πέτρα στη Μέκκα, για να είναι δυνατό αυτό και οι πιστοί να στρέφονται ορθά κατά τη μια και μοναδική κατεύθυνση προσευχής -giblah- οι τοίχοι του κάθε τεμένους οφείλουν να έχουν τον αυτό προσανατολισμό με τους τοίχους του Kaabah), αλλά κυρίως για την ασφαλή και λειτουργική χρήση του κτιρίου από τους συγκεντρωμένους πιστούς.
Επιπλέον, ο χώρος αυτός, εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου Αθηνών, βρίσκεται στον Βοτανικό και επί της Ιερός Οδού και πλησίον του Σταθμού ΜΕΤΡΟ Ελαιώνα, έτσι είναι εύκολα προσβάσιμος με τα μέσα μαζικής μεταφοράς (ΜΕΤΡΟ και μεγάλος αριθμός γραμμών των αστικών λεωφορείων, με διαδρομές τόσο από την Αθήνα όσο και από τον Πειραιά) σε μεγάλο μέρος των θρησκευόμενων που διαμένουν όχι μόνο στα δυτικά προάστια (όπου συγκεντρώνεται σημαντικό ποσοστό τους) αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής, χωρίς παράλληλα να επιβαρύνονται με επιπλέον σημαντικό φόρτο οι συγκοινωνιακές δομές της περιοχής. Στη συγκεκριμένη περιοχή δεν υπάρχουν κατοικίες αλλά κυρίως επαγγελματικές χρήσεις, έτσι η όχληση των περίοικων θα είναι ελάχιστη. Τέλος, λόγω της συνολικής επιφάνειας του υπαίθριου – προαύλιου χώρου και του κτηρίου, ο χώρος αυτός είναι ικανός για την ομαλή εξυπηρέτηση περί των τριακοσίων πενήντα – τετρακοσίων θρησκευόμενων (ήτοι έχει τη χωρητικότητα ενός συνηθισμένου ορθόδοξου ενοριακού ναού), χωρίς από την άλλη να δημιουργούνται εγκαταστάσεις τέτοιου μεγέθους που να επιβαρύνουν την περιοχή. Συνεπώς, με την κατασκευή του Τεμένους το Κράτος επιλύει ένα πάγιο αλλά και διογκούμενο αίτημα, αποδεικνύοντας στην πράξη ότι σέβεται απολύτως τα θρησκευτικά αισθήματα, χωρίς εξαιρέσεις.
Σήμερα, είναι περισσότερο επιβεβλημένη από ποτέ η άμεση ανάγκη κατασκευής και λειτουργίας ενός κεντρικού Ισλαμικού Τεμένους στην περιοχή της Αττικής, ώστε να εξυπηρετούνται τα θρησκευτικά δικαιώματα και να ασκούνται τα θρησκευτικά καθήκοντα των μουσουλμάνων συμπολιτών μας.
Ειδικότερα, με δεδομένο ότι η Αθήνα αποτελεί τη μόνη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που δεν διαθέτει Ισλαμικό Τέμενος, καθώς και η πάροδος δεκαετίας από την ψήφιση του σχετικού νόμου, έχει οδηγήσει στην αποδυνάμωση τη διεθνούς εικόνας και αξιοπιστίας της χώρας μας τόσο σε διμερές επίπεδο, όσο και στους πολυάριθμους διεθνείς οργανισμούς και διεθνή fora στο πλαίσιο των οποίων διεξάγεται τακτικά διάλογος για θέματα θρησκευτικών ελευθεριών.
Μια τέτοια μειωτική εικόνας της Ελλάδας αποδυναμώνει ταυτόχρονα και όλα τα διαπραγματευτικά της επιχειρήματα σε διεθνές επίπεδο σε φλέγοντα ζητήματα. Αν συνυπολογίσουμε τις στενές σχέσεις της Ελλάδας με τις μουσουλμανικές χώρες του αραβικού κόσμου, οι οποίες αποτελούν σταθερή κατεύθυνση της εξωτερικής μας πολιτικής, η απουσία Ισλαμικού Τεμένους στην Αττική βάλει ενάντια στη διεθνή προβολή που επιδιώκει η χώρα μας, ως πρότυπο αλληλοκατανόησης και μηδενικής ανοχής της μισαλλοδοξίας εν μέσω της πολυκύμαντης ευρύτερης γεωγραφικής της περιοχής, όπου αρκετοί πληθυσμοί βιώνουν τραγικές ακρότητες. Επιπλέον, κατά την παρούσα διεθνή συγκυρία στην οποία καταγράφεται έξαρση των φονταμενταλιστικών απόψεων και ενεργειών, η άμεση ολοκλήρωση του έργου καθίσταται επιτακτικότερη από ποτέ.
Υπό τις παρούσες εξαιρετικές περιπτώσεις και τις συντρέχουσες διεθνείς πραγματικές συνθήκες, καθίσταται πρόδηλη η άμεση ανάγκη ψήφισής των προτεινόμενων διατάξεων για τη χώρα μας, η οποία βασίζει τη διεθνή της παρουσία και ισχύ στον σεβασμό των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Επιπλέον, από το άρθρο 13 του Συντάγματος, καθώς και από το άρθρο 9 της Σύμβασης «για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών» (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με το ΝΔ 53/1974 (Α’ 256), απορρέει υποχρέωση του Κράτους να διασφαλίζει την ανεμπόδιστη άσκηση της λατρείας για όλα τα πρόσωπα που διαμένουν στην Ελλάδα, σε οποιαδήποτε θρησκευτική κοινότητα και αν ανήκουν, με την προϋπόθεση ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις τους αποτελούν γνωστή θρησκεία και με μόνο περαιτέρω περιορισμό ότι με την άσκηση των λατρευτικών καθηκόντων αφενός δεν προσβάλλεται η δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη και αφετέρου δεν διενεργείται προσηλυτισμός.
Η αντιμετώπιση όλων των ζητημάτων που ρυθμίζονται με τις προτεινόμενες διατάξεις γίνεται με σεβασμό στις υφιστάμενες πολεοδομικές και ρυμοτομικές δεσμεύσεις που ισχύουν στην περιοχή του Ελαιώνα και με τρόπο τέτοιο, ώστε η συγκεκριμένη έκταση όσο και η εν γένει ευρύτερη περιοχή στην οποία ανήκει αυτήν να μην επιβαρύνεται περιβαλλοντικά πέραν των ήδη προβλεπομένων χρήσεων γης, αφού δεν μεταβάλλεται κανένα από τα προβλεπόμενα πολεοδομικά μεγέθη (ποσοστό κάλυψης 5%, συντελεστής δόμησης 0,1, ύψος κατά ΓΟΚ) που ισχύουν ήδη από το 1995, δυνάμει του σχετικού π.δ. της 20/09/1995 περί της πολεοδομικής μελέτης του Ελαιώνα (ΦΕΚ Δ’1049/1995) σε συνδυασμό αφενός μεν με το π.δ. 95/2010 (ΑΊ69), με το οποίο εξαιρέθηκε η προσδιορισμένη εδαφική έκταση από τα όρια του Ναυτικού Οχυρού προκειμένου αυτή να περιλαμβάνεται στην κοινόχρηστη έκταση του Ελαιώνα (νυν Ο.Τ 25 και κατά την προτεινόμενη ρύθμιση η αυτή έκταση σε δύο αυτοτελή οικοδομικά τετράγωνα με αριθμούς 25 και 25Α), αφετέρου δε με τη με αριθμό 20069/5-5-2011 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος (ΦΕΚ 83/6-5-2011 τευχ. Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων & Πολεοδομικών Θεμάτων), η οποία και επανέλαβε τις ήδη ισχύουσες ρυθμίσεις και περιορισμούς δόμησης και καθορίστηκε ο συγκεκριμένος χώρος που το Τέμενος θα ανεγερθεί.
Πρέπει να τονισθεί ότι στην έκταση όπου θα κατασκευαστεί το Ισλαμικό Τέμενος (δημόσιο κτήμα ΑΒΚ 46), η οποία είναι χαρακτηρισμένη ως κοινόχρηστος χώρος πρασίνου (ΚΠ), είχε εξ’ αρχής προβλεφθεί χώρος συνάθροισης κοινού (άρθρο 3 παρ. 8) για την εξυπηρέτηση διαφόρων κοινωνικών και πολιτιστικών λειτουργιών (για παράδειγμα χώροι αναψυχής όπως εστιατόρια και αναψυκτήρια, ήτοι δραστηριότητες με μεγάλη και συνεχή προσέλευση κοινού καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας), ήδη πλέον προβλέπεται και ειδικώς η θρησκευτική χρήση (άρθρο 29 ν.4014/2011, ΦΕΚ Α’ 209). Η θρησκευτική χρήση της συγκεκριμένης, περιορισμένης, εδαφικής έκτασης δεν αναιρεί τη λειτουργία των λοιπών κοινόχρηστων χώρων και φυσικά δεν επιβαρύνει πολεοδομικά τους χώρους αυτούς, αφού το επίπεδο όχλησης που ενδέχεται να προκαλέσει δεν διαφοροποιείται από τις λοιπές επιτρεπόμενες χρήσεις, ούτε επιδεινώνει την ποιότητα ζωής και τους όρους διαβίωσης της περιοχής (απαραβίαστο του πολεοδομικού κεκτημένου), ιδίως εάν αναλογιστεί κανείς ότι προηγουμένως υφίστατο μια στρατιωτική περιοχή με σαφώς εντονότερα επίπεδα όχλησης (επί δεκαετίες υφίστατο χρήση ιδιαίτερης όχλησης και με περιβαλλοντικά επιβαρυμένες δράσεις – χώρος στάθμευσης, τροφοδοσίας και επισκευών κάθε είδους στρατιωτικών οχημάτων).
Αντίθετα, η θρησκευτική χρήση (πάντα υπό τους αυτούς όρους και περιορισμούς δόμησης) συμβαδίζει απολύτως με τον κοινόχρηστο χαρακτήρα της όλης περιοχής και επικουρεί την κύρια πολεοδομική λειτουργία της (σημειωτέον ότι η γύρωθεν περιοχή δεν αποτελεί περιοχή κατοικίας αλλά ουσιαστικά αποτελείται από στρατιωτικές εκτάσεις και επαγγελματικές χρήσεις). Άλλωστε, το Τέμενος δεν θα αποτελεί ένα περίκλειστο και περιορισμένης πρόσβασης θρησκευτικό χώρο αλλά θα εντάσσεται οργανικά στον ευρύτερο κοινόχρηστο χώρο πρασίνου και θα συνυπάρχει αρμονικά με τις λοιπές χρήσεις. Μάλιστα, στο νέο Ο.Τ.25Α το συνοδευτικό της προτεινόμενης ρύθμισης διάγραμμα / μελέτη καθορίζει συγκεκριμένα τη θέση της παιδικής χαράς και των λοιπών κοινοχρήστων χώρων (πρασίνου), φυσικά στα μεγέθη και τους όρους που το π.δ. της 20/09/1995 θέτει, καθιστώντας έτσι άμεσα εφαρμόσιμες τις προβλέψεις του τελευταίου και επιταχύνοντας ουσιαστικά την απόλαυση των χώρων αυτών από τους πολίτες.
Τονίζεται ότι για την κατασκευή και αδειοδότηση του Ισλαμικού Τεμένους αλλά και για οποιονδήποτε άλλο λατρευτικό χώρο (ναό, ευκτήριο οίκο, ιερά μονή) δεν απαιτείται περιβαλλοντική μελέτη, αφού τόσο κατά την ημεδαπή (ν.4014/2011, ΦΕΚ Α’209) όσο και κατά την κοινοτική έννομη τάξη, λόγω της ειδικής φύσεως κάθε τέτοιου κτηρίου και της άσκησης αποκλειστικώς των λατρευτικών λειτουργιών της οικείας θρησκείας, η δραστηριότητα αυτή ούτε μπορεί να νοηθεί ούτε εμπίπτει στις προβλεπόμενες κατηγορίες δραστηριοτήτων και έργων που λόγω των ενδεχομένων επιπτώσεων τους στο περιβάλλον απαιτείται σύνταξη περιβαλλοντικής μελέτης και σχετική αδειοδότηση, όπως οι επαγγελματικές, βιομηχανικές, τουριστικές, εξορυκτικές επιχειρήσεις, οι μεταφορές κλπ (οράτε και έγγραφα Ε.Υ.Π.Ε/Υ.Π.Ε.Κ.Α με αριθμούς πρωτ. 197414/24.03.2011 και οικ.167145/26.03.2013), ιδίως δε εάν ληφθεί υπόψη το μικρό μέγεθος του κτηρίου (κάλυψη περί τα 850 τ.μ), που δεν υπερβαίνει τις διαστάσεις ενός μεσαίου τυπικού ενοριακού ναού της Ορθοδόξου Εκκλησίας και δυνάμενο να φιλοξενήσει έναν αριθμό πιστών περί τους 350-400.
Παράγραφος 1
Ειδικότερα, με την πρώτη παράγραφο του προτεινόμενου άρθρου, τροποποιείται το οικείο πολεοδομικό διάταγμα της περιοχής, ώστε να διαμορφωθούν, στην ακριβή θέση που σήμερα καλύπτει το νυν Ο.Τ.25, δύο νέα αυτοτελή οικοδομικά τετράγωνα (με το διαχωρισμό του υφισταμένου τετραγώνου με κανονική οδό πλάτους 5,50 μέτρων και τη δημιουργία έτσι επιπλέον νέων δημοσίων προσβάσεων στους κοινόχρηστους χώρους), προκειμένου αφενός μεν να διευκολυνθεί η τελική διαμόρφωση του νέου Ο.Τ.25Α, όπου εμπεριέχεται και η θέση του Τεμένους, αφετέρου δε να εξασφαλιστεί η ομαλή κυκλοφορία των εποχουμένων. Ο διαχωρισμός αυτός επιτρέπει την άμεση εφαρμογή των πολεοδομικών μελετών και τη δημιουργία όλων των προβλεπόμενων χρήσεων και ιδίως των κοινόχρηστων χώρων πρασίνου στη συγκεκριμένη έκταση (πάντα κατά τους όρους και περιορισμούς που ισχύουν για όλη την έκταση). Μάλιστα, για την πληρότητα της ρύθμισης και τη συστηματική ολοκλήρωση της εφαρμογής, διαμορφώνεται το σύνολο του νέου Ο.Τ 25Α και καθορίζονται με ακρίβεια οι ελεύθεροι χώροι (κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου, παιδική χαρά) και οι αναγκαίες υπαίθριες θέσεις στάθμευσης (περί τις 26 θέσεις επιβατικών Ι.Χ. και 3 θέσεις μεγαλύτερων οχημάτων, λόγω δε της μικρής δυναμικότητας του χώρου στάθμευσης, δεν απαιτείται κάποια διοικητική έγκρισή από τις Υπηρεσίες του Υπουργείου Υποδομών) που θα εξυπηρετούν τη θρησκευτική χρήση, ώστε το μόνο που απομένει να είναι η υλική υλοποίηση των συγκεκριμένων προβλέψεων.
Παράγραφος 2
Με την δεύτερη παράγραφο και για τους ανωτέρω λόγους τεχνικής, ασφάλειας και σεβασμού στις θρησκευτικές ανάγκες του χώρου, καταργείται η δυνατότητα μετασκευής των υφισταμένων πεπαλαιωμένων και απαξιωμένων δομών, προκειμένου το Τέμενος να ανεγερθεί ως νέο κτήριο, πάντα με την ήδη εγκεκριμένη καθολική μελέτη κατασκευής και τους νέους κανόνες τεχνικής και ασφάλειας (στατικά, πυρασφάλεια κλπ) που αυτή εφαρμόζει, και παράλληλα ρυθμίζονται δευτερεύοντα ζητήματα που αφορούν στην καθαίρεση όλων των υφισταμένων κτηρίων.
Παράγραφος 3
Τέλος, με την τρίτη παράγραφο ρυθμίζεται το ζήτημα της αδειοδότησης της κατασκευής με την ήδη εγκεκριμένη από 2011 μελέτη (καλύπτουσα ήδη το σύνολο των πολεοδομικών / κτηριοδομικών ζητημάτων για την ανέγερση του συγκεκριμένου κτηρίου), η οποία πλέον επέχει θέση αδείας, τυχόν δε αναγκαίες τροποποιήσεις της θα θεωρούνται ως αναθεώρηση της. Η κατασκευή του κτηρίου θα λάβει χώρα κατά τους όρους και περιορισμούς δόμησης που ορίζει το π.δ. της 20.09.1995, ώστε να μην υπερβαίνει σε δόμηση και κάλυψη τα ήδη ισχύοντα, κατά παρέκκλιση όμως από τυχόν άλλες γενικές και ειδικές, κυρίως διαδικαστικές ή διοικητικές, διατάξεις που θα μπορούσαν να επιφέρουν λόγω γραφειοκρατίας περαιτέρω καθυστερήσεις στο έργο. Τέλος, ορίζεται η αρμόδια υπηρεσία για τις αναγκαίες διαδικαστικές ενέργειες προκειμένου το κτήριο να συνδεθεί με τα δίκτυα κοινής ωφελείας.