Της Λίτσας Χατζηφώτη, αρχαιολόγου
Ανατολικά του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» απλώνεται ένα μεγάλο, περίκλειστο τετράγωνο, ό,τι απέμεινε από την τεράστια έκταση που διέθετε μερικούς αιώνες πριν η περίφημη Μονή Ασωμάτων Πετράκη. Διαβαίνοντας την κεντρική είσοδό της, αυτόματα ο θόρυβος της πόλης ηχεί μακρινός. Πανύψηλα δέντρα, αρκετά από αυτά οπωροφόρα, λουλούδια πολλά, πουλιά, ηρεμία. Ένας επιβλητικός βυζαντινός ναός. Μια όαση πάρα πολύ κοντά στο κέντρο της πρωτεύουσας, στους πρόποδες του Λυκαβηττού.
Σε εποχές παλαιότερες, η μονή βρισκόταν σε πολύ περισσότερο απομακρυσμένη περιοχή από την πόλη της Αθήνας από όσο θα μπορούσε να διανοηθεί ο σημερινός επισκέπτης, ο οποίος μπορεί να παρακολουθήσει στη μονή κατανυκτικές ακολουθίες σε γαλήνιο περιβάλλον ή να αναπαυθεί για λίγο στον κήπο της και να κερδίσει μερικά λεπτά περισυλλογής. Άλλωστε, και η Μητρόπολη των Αθηνών είχε σχεδιασθεί να οικοδομηθεί στη θέση δίπλα στο Οφθαλμιατρείο της οδού Πανεπιστημίου, αλλά κτίσθηκε εκεί όπου βρίσκεται διότι η πρώτη θέση είχε θεωρηθεί πολύ… απομακρυσμένη από το κέντρο!
Στη βόρεια και τη νότια πλευρά του τετραγώνου απλώνονται τα κτίρια της μονής. Πίσω από τον ναό ένα τετραώροφο κτίριο. Άλλοτε χρησιμοποιήθηκε ως οικοτροφείο της Αποστολικής Διακονίας, από ετών όμως στεγάζεται εκεί με σημαντικές επισκευές και μετατροπές η κεντρική διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος, η Ιερά Σύνοδος και το καθολικό της είναι από το 1970 το Συνοδικό Παρεκκλήσιο.
Ιδρυτής της μονής αυτής υπήρξε το 1673 ο εύπορος και πολύ καλλιεργημένος για την εποχή του γιατρός Πέτρος Πετράκης, που καταγόταν από τη Δημητσάνα. Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα παραμονής στον Καρέα ως ιερομόναχος Παρθένιος, ανακαίνισε με προσωπικά του έξοδα το μισογκρεμισμένο μοναστήρι του Κουκοπούλη, που ήταν μετόχι της Μονής Αγίου Ιωάννου του Καρέα και που έκτοτε έγινε γνωστό ως Μονή Πετράκη, καθώς μετά τον Παρθένιο μόνασαν και ηγουμένευσαν σε αυτήν άλλα επτά μέλη της οικογένειας Πετράκη. Είναι ανδρική μονή, λειτουργεί κατά το ιδιόρρυθμο σύστημα και είναι σήμερα εγγεγραμμένοι στο μοναχολόγιό της ενενήντα δύο μοναχοί, αλλά εκεί εγκαταβιώνουν δεκατέσσερις.
«Μετακόμιση» στην Καισαριανή
Κατά την περίοδο της βαυαροκρατίας, με βασιλικό διάταγμα, ο ηγούμενος και οι μοναχοί της μονής υποχρεώθηκαν να την εγκαταλείψουν, επειδή ο χώρος επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί ως νοσοκομείο! Έτσι, οι αδελφοί της μονής, μετά από πολλές συζητήσεις και αντιρρήσεις, μετακόμισαν στη Μονή Καισαριανής, αν και είχαν προτείνει τη Μονή Καρέα, από την οποία είχαν μετακομίσει λίγες δεκαετίες πριν. Παράλληλα, για ένα διάστημα τόσο η Μονή Πετράκη όσο και τα μετόχια της πέρασαν στη δικαιοδοσία της Μονής Πεντέλης, για να επανέλθουν αργότερα στην προηγούμενη κατάσταση.
Στη διάρκεια του 19ου αι. η μονή απέκτησε πολύ μεγάλη περιουσία, την οποία δώριζε κατά καιρούς για την ίδρυση νοσοκομείων («Ευαγγελισμός», «Σωτηρία», Συγγρού, Αρεταίειο, Αιγινήτειο, Παίδων, Λαϊκό), εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (Πολυτεχνείο, Ακαδημία Αθηνών, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Μαράσλειος Παιδαγωγική Ακαδημία) και εκκλησιαστικών και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων (Ριζάρειος, Φοιτητικό Οικοτροφείο, Πτωχοκομείο, Ορφανοτροφείο Βουλιαγμένης). Η μονή τιμήθηκε για την κοινωνική και εθνική προσφορά της σε όλες τις περιπέτειες και τους πολέμους της Ελλάδος, προστατεύοντας και ενισχύοντας τους υπόδουλους κατά την τουρκοκρατία, στεγάζοντας αστέγους μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, οργανώνοντας συσσίτια στη διάρκεια της Κατοχής και προσφέροντας συνεχώς έως και σήμερα.
Το Καθολικό, όπως έχει διασωθεί στην εποχή μας, είναι σύνθετος σταυροειδής, τετρακιόνιος με τρούλο ναός, με μεταγενέστερες επεμβάσεις και επεκτάσεις, που χρονολογείται κατά την αρχική του φάση στον 9ο αιώνα. Στην οικοδόμησή του ενσωματώθηκαν και αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη. Ορισμένα από αυτά, μαρμάρινα θωράκια κ.ά., αναδεικνύονται τοποθετημένα σήμερα στον επιμελημένο κήπο της μονής.
Ο εξωνάρθηκας προστέθηκε τον 15ο αιώνα. Το 1719 αγιογραφήθηκε από τον σημαντικότερο αγιογράφο του 18ου αι., τον Αργίτη Γεώργιο Μάρκου, ο οποίος έχει αγιογραφήσει και τον Μητροπολιτικό Ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Κορωπί, το καθολικό της Μονής Φανερωμένης κ.ά. Οι αγιογραφίες αυτές ως καλλιτεχνική ενότητα (καλύπτοντας όλο τον κυρίως ναό) είναι μοναδικές για την εποχή αυτή στην Αθήνα και ίσως ένα από τα δύο ωραιότερα έργα του αγιογράφου. Ο Γεώργιος Μάρκου είχε γνωρίσει πολύ καλά την ιταλική ζωγραφική, ήταν όμως βαθιά επηρεασμένος από την κρητική τέχνη. Από τις τοιχογραφίες θα προσέξουμε ιδιαίτερα τον Παντοκράτορα του τρούλου, περιστοιχισμένο από αγγέλους, και την παράσταση των είκοσι τεσσάρων οίκων του Ακάθιστου Ύμνου.
Εργασίες αποκατάστασης
Το 1965 έγιναν καθαρισμός και συντήρηση των αγιογραφιών και επί ηγουμενίας του επισκόπου Ευρίπου Βασιλείου, το 1972, αφού ανακατασκευάστηκε η στέγη του καθολικού, αγιογραφήθηκαν ο νάρθηκας και ο εξωνάρθηκας από έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες αγιογράφους, τον μακαρίτη Γιάννη Καρούσο (1937-2013), που είχε φιλοτεχνήσει τις τοιχογραφίες του Αγίου Παντελεήμονος Αχαρνών, του Αγίου Ανδρέα Πατρών, του καθολικού της Μονής Αγάθωνος κ.ά.
Στα δεξιά του εισερχόμενου στον ναό βρίσκεται ο τάφος του Κωνσταντίνου Οικονόμου του εξ Οικονόμων (1780-1857), επιφανούς κληρικού, δασκάλου, λόγιου και συγγραφέα από την Τσαριτσάνη, φωτεινής μορφής του νεότερου Ελληνισμού. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’, εκτιμώντας την ώς τότε δράση και προσφορά του στο Γένος και την Εκκλησία, εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του Έθνους και τον διόρισε ιεροκήρυκα στην Πόλη, δίνοντάς του τον μοναδικό τίτλο του «Καθολικού ιεροκήρυκος της Μεγάλης Εκκλησίας και πασών των Ορθοδόξων του Ελληνικού Γένους Εκκλησιών».
Το πλήθος και το περιεχόμενο των εκκλησιαστικών και φιλολογικών έργων του αποκαλύπτουν συγγραφέα με σπάνια ευρυμάθεια. Απεβίωσε στην Αθήνα το 1857 αφήνοντας με τη διαθήκη του σεβαστά χρηματικά ποσά στη Θεολογική Σχολή Χάλκης, στην Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη, στο Αμαλίειο Ορφανοτροφείο και στο σχολείο της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Τσαριτσάνης.