Του Σταύρου Γουλούλη, δρος Βυζαντινής Τέχνης
Μια κεντρική πόλη, μια πρωτεύουσα, όπως ήταν τα Τρίκαλα τον 14ο αι., πάντα προσελκύει πνευματικούς ανθρώπους, ειδήμονες. Ήδη η αρχαία Τρίκκη ή Τρίκκα ήταν τέτοια πόλη, ως φυσικός παράδεισος της Εστιαιώτιδας. Εκεί γεννήθηκε ο Ασκληπιός, θεωρούμενος γιος του Απόλλωνα, αλλά εκεί υπήρχε και το αρχαιότερο και μεγαλύτερο Ασκληπιείο (ιερο-θεραπευτική κλινική) της Ελλάδας! Μήπως, όμως, ήταν αρχικά το ιερό ενός γενάρχη ιατρού, που αργότερα αναγορεύτηκε θεό; Ένας τέτοιος γιατρός, ο Μενεκράτης (4ος αι.), λ.χ., αποκαλείτο Δίας (Αθήναιος, 7, 289). Ο Ιπποκράτης (Περί ευσχημοσύνης, 5, στιχ. 35) γράφει: «Ιητρός γαρ φιλόσοφος ισόθεος».
Το όνομα Τρίκκη/Τρίκαλα υποτίθεται ότι περιέχει κάτι εις τριπλούν. Τι όμως; Τα «Τρία Καλά», που λέγεται ότι έχει λαϊκή ετυμολογία. Τριόκαλα υπήρχαν στη Σικελία (Ακράγας/Caltabellotta), αλλά αυτό είναι άλλο σενάριο, δεν είναι ανάγκη να πάμε τόσο μακριά. Σε μια πεδινή πόλη, κέντρο διαδρομών από/προς πέριξ ορεινών όγκων, υπάρχουν κι άλλα δεδομένα. «Τριπλές» θεότητες, ορίζουσες σύγκλιση δρόμων, χρονικών κύκλων, πεδίων υπάρξεως, είχαν οι Θεσσαλοί (π.χ. Εννοδία, Άρτεμη, Εκάτη, φεγγαροθεές….). Ο αριθμός «τρία» εκφράζει σε τελική ανάλυση μια δίνη, περιστροφή δρομολογίων, κόμβο, τρίστρατα (στη μορφή Υ).
Σίγουρα εκεί υπήρχαν κόμβοι διερχόμενων ποιμνίων της Θεσσαλίας. Από την υστερορωμαϊκή εποχή, μάλλον, οι λατινόφωνοι, γνωστοί αργότερα ως «Τρικαλίτες Βλάχοι», ήταν ποιμένες πρώτιστα κατά τον συγγραφέα Κεκαυμένο (κεφ. 74). Το όνομα διαδόθηκε σε Ημαθία και Κορινθία από εποχιακούς ποιμένες προφανώς. Μέχρι και στη νεότερη εποχή μετακινούνταν κυρίως προς βορράν, κάτι που αναφέρει πάλι ο Κεκαυμένος για τους Λαρισαίους Βλάχους, που τον 11ο αιώνα ανέβαζαν τα ποίμνια «εις τα όρη της Βουλγαρίας» (Σκόπια). Και οι μεν Λαρισαίοι τιμούσαν τον Άγιο Αχίλλιο ως την Πρέσπα, οι δε Τρικαλίτες τον Άγιο Οικουμένιο. Η επαρχία της Θεσσαλίας από την υστερορωμαϊκή εποχή έφτανε μέχρι τις Πρέσπες, ενώ τον 14ο αι. ο Στέφανος Γαβριηλόπουλος, ανακηρυγμένος σεβαστοκράτορας από το Βυζάντιο, ήλεγχε από εκεί όλη τη Δυτ. Θεσσαλία μέχρι την Καστοριά.
Τον 13ο αιώνα η περιοχή των Τρικάλων δεν υποτάχθηκε στους Φράγκους, όπως η Ανατολική Θεσσαλία (1204-1210/12). Περιήλθε σε αυτοκρατορία Θεσσαλονίκης, κράτος Ηπείρου, κράτος των Νέων Πατρών (Υπάτη). Τον 14ο αι. η περιοχή αναπτύχθηκε, ενώ η Ανατολική Θεσσαλία ερήμωσε λόγω διαρκούς ανασφάλειας (π.χ. έναν εμφύλιο στα 1318 κτλ.). Ο Μητροπολίτης Λαρίσης Κυπριανός (1318-1332) μετακόμισε στα Τρίκαλα, ενώ οι Λαρισαίοι ποιμένες πρέπει να στράφηκαν δυτικά, δεν επέστρεψαν στα χειμαδιά τους. Από το 1333 η Θεσσαλία ενσωματώθηκε στο Βυζάντιο και ανασυντάχθηκε, αφού ήρθε αυτοπροσώπως ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γ’ (1328-1341). Ο λογιότατος Μητροπολίτης Λαρίσης Αντώνιος (1333-1363+) συνέχισε να μένει στα Τρίκαλα, προσπαθώντας να δώσει αίγλη: ομιλίες, τιμή τοπικών αγίων, οργάνωση μετεωρίτικου μοναχισμού (1362), ανανέωση καθεδρικού ναού Αρχαγγέλου Μιχαήλ (1362). Εκεί διοικούσαν πολλοί: στρατηγός Μιχαήλ Μονομάχος (1333-1342). Ιωάννης Άγγελος Πιγκέρνης (1342-1348). Γρηγόριος Πρελιούμπ, Σέρβος Καίσαρ (1348-1356). Δεσπότης Νικηφόρος Ορσίνης (1355/56-1359). Συμεών Ούρεσης-Παλαιολόγος (1359-περ.1370), έχοντας τον τίτλο «βασιλεύς Σέρβων, Ρωμαίων και Αλβανών», μισός Σέρβος, από την ένδοξη δυναστική οικογένεια των Νεμανιδών, και μισός Ρωμιός, από τη μητέρα του. Ιωάννης Ούρεσης (περ. 1370-περ. 1372). Τον αντικαθιστούν άλλοι δύο βυζαντινοί διοικητές (καίσαρες) από την οικογένεια των Φιλανθρωπηνών. Μετά τον ερχομό των Οθωμανών (1393), ως Tirhala πια, έγινε έδρα κεντρικής διοικήσεως, σατζακίου.
Ο βασιλιάς Συμεών οργάνωσε εκεί ένα μικρό βασίλειο, μιμούμενος πρότυπο και ιεραρχία του Βυζαντίου. Διέθετε κάποια οικήματα, που μία πηγή θεωρεί «βασίλεια», άγνωστο αν ήταν μέσα στο φρούριο. Από άλλες πηγές, και είναι αρκετές οι αναφερόμενες στη Δυτική Θεσσαλία, διαφαίνεται η εικόνα μιας μεγάλης για την εποχή πόλης, περιβαλλόμενης από τείχος, που σήμερα δεν υπάρχει. Το διατηρούμενο φρούριο είναι βυζαντινό. Υπήρχε μια κεντρική οδός, η Μέση, σε κατεύθυνση Ανατολή-Δύση, που ίσως ταυτίζεται με την οδό Αθανασίου Διάκου. Ο καθεδρικός ναός, που λεγόταν και «Παλαιά Εκκλησία», ετιμάτο στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, κατά τον Αντώνιο Λαρίσης σε παλαιότερη φάση ήταν αφιερωμένος στη Θεοτόκο και βρισκόταν δεξιά της κεντρικής πύλης. Μπορεί να ταυτίζεται με τον σημερινό ναό της Θεοτόκου Επισκέψεως, έχοντας ονομαστή ομώνυμη εικόνα της Θεοτόκου και όντας και στην Τουρκοκρατία κεντρικός επισκοπικός ναός.
Στα Τρίκαλα αναπτύχθηκε τον 14ο αιώνα ένας ποιοτικός μοναχισμός. Περί το 1335, μόλις η περιοχή επανεντάχθηκε στο Βυζάντιο, εμφανίστηκε από το Άγιον Όρος ο εκ Νεοπάτρας Αθανάσιος, ο ιδρυτής του Μετεώρου, ο οποίος ανήκε στον κύκλο των τότε Ησυχαστών, ζώντας σε Κων/πολη – Άγιον Όρος. Κατέβαινε και στα Τρίκαλα για δουλειές της μονής, διαθέτοντας μετόχι. Προσέφερε στην τοπική κοινωνία και πρόβαλλε έναν πρότυπο τρόπο ζωής βασισμένο στη διδασκαλία περί του ακτίστου φωτός της Μεταμορφώσεως. Γι’ αυτό περί το ±1350 έκτισε νέο καθολικό, αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Το νέο κοινόβιο υπήχθη στην εποπτεία του Αγίου Νικολάου Τρικάλων, μετοχίου του Αγίου Γεωργίου Ζαβλαντίων/Παλαιόπυργου (ανασκάφηκε δίπλα στον σημερινό ομώνυμο μητροπολιτικό ναό), που ήταν πατριαρχική μονή.
Υπήρχαν κι άλλοι βυζαντινοί ναοί, μετόχια μοναστηριών, στην πόλη και στα περίχωρα, αφιερωμένα στη Μεταμόρφωση, με πιο γνωστή τη Μονή Δουσίκου, μετόχι της Πόρτας-Παναγιάς. Οι μαθητές του Αγίου Αθανασίου είχαν συνεχίσει το έργο του. Ο Ιωάννης Ούρεσης-Παλαιολόγος, που -ως τυφλός μάλλον- παραιτήθηκε από το αξίωμα και έγινε μοναχός στο Μετέωρο, καταργώντας το σύντομο σερβο-ρωμαϊκό βασίλειο των Τρικάλων, έκτισε νέο καθολικό της Μεταμορφώσεως (1388). Τα Τρίκαλα σε λίγο θα γίνονταν οθωμανικά, αλλά το Μετέωρο θα ήταν καταφύγιο πνευματικής ελευθερίας για τους Έλληνες.