Του Γεωργίου Αθ. Τσούτσου
Προσφάτως, η Ιερά Μονή Παναγίας Αιμυαλών Γορτυνίας εξέδωσε ένα λίαν αξιόλογο έργο για την ιστορία της Μονής, αλλά και τη σημερινή της προσφορά, γραμμένο από τον διακεκριμένο συγγραφέα, θεολόγο και φιλόλογο Σοφοκλή Δημητρακόπουλο, γνωστό παλαιόθεν για την αρτιότητα της έρευνάς του, καθώς και τη δεξιότητα της γραφίδος του.
Σύμφωνα με την περιγραφή του συγγραφέα, το μοναστήρι βρίσκεται σε απόσταση 68 χλμ. από την Τρίπολη, «… στους πρόποδες του πρόβουνου του Μαίναλου “Κλινίτσα”, στα βόρεια της μικρής χαράδρας που σχηματίζει ο χείμαρρος Ισβαρης ή Ζυγοβιστιανόρεμα, σφηνωμένη στη νότια πλευρά ενός τεράστιου πυκνόφυλλου στην επιφάνεια, απόκρημνου βράχου, μέσα σε ένα κατάφυτο από υψηλόκορμα κυπαρίσσια, παμπάλαια πλατάνια, αριές και άλλα δέντρα τοπίο…» ( σ. 15).
Αξίζει να σημειωθεί ότι το μοναστήρι βρίσκεται στη χαράδρα του ποταμού Λουσίου, κατά μήκος της οποίας λειτουργούν μέχρι σήμερα και άλλα μοναστήρια, όπως οι Μονές Φιλοσόφου, Τιμίου Προδρόμου και Καλαμίου. Η περιοχή έχει ευλόγως λάβει την ονομασία «Άγιον Όρος της Πελοποννήσου» (σ. 11).
Το βιβλίο προλογίζει ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας, καθώς επίσης ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής, π. Δαμασκηνός. Στο βιβλίο περιέχεται μια ευσύνοπτη εισαγωγή για τον μοναχισμό στην Πελοπόννησο, η οποία μας μεταφέρει αμέσως στην πνευματική ατμόσφαιρα του μοναχικού βίου και στην πολυσχιδή συμβολή του εν Πελοποννήσω μοναχισμού, στην επιβίωση του Γένους και στη διατήρηση της χριστιανικής πίστεώς του. Προκειμένου περί της Ιεράς Μονής, ο συγγραφέας εξετάζει διαδοχικά τον χώρο και την εξωτερική μορφή αυτής, την ίδρυση και το όνομα που φέρει, την πορεία της μέσα στους αιώνες (1600-2006), τη σημερινή αναγέννησή της και όσους διετέλεσαν καθηγούμενοι-μετοχιάρηδες απ’ αρχής μέχρι σήμερον. Πρώτος καθηγούμενος υπήρξε ο Γρηγόριος Κοντογιάννης (1600 έως λίγα χρόνια μετά το 1608) (σ. 63).
Το σημερινό μοναστήρι επανιδρύθηκε εν έτει 2006 ως ανεξάρτητη ανδρώα κοινοβιακή μονή, στην οποία σήμερα εγκαταβιούν επτά μοναχοί (σ. 60). Σε ειδικά κεφάλαια παρουσιάζονται επίσης επιφανείς κληρικοί, οι σχέσεις νεότερων αγίων με τη μονή, καθώς και οι ευεργέτες και δωρητές αυτής.
Από αρχιτεκτονικής και αγιογραφικής πλευράς, παρουσιάζονται το Καθολικό της μονής, οι αγιογραφίες και οι λοιποί εσωτερικοί χώροι, ο πύργος, τα παρεκκλήσια και τα μετόχια της μονής.
Όπως πολύ ορθά παρατηρεί ο Μητροπολίτης Ιερεμίας, «… το παρόν βιβλίο είναι και ένας ύμνος του μοναχικού χαρίσματος, το οποίον παρέδωσε εις την Εκκλησίαν μας αγίους και σοφούς Πατέρας και Διδασκάλους και Μάρτυρας της Πίστεως. Είναι, δε, το παρόν πόνημα και μια μύησις εις την Ορθόδοξον πνευματικότητα, η οποία είναι γέννημα του μοναστηριακού χώρου». Οι λόγοι αυτοί του Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως δέον όπως μη θεωρηθούν απλώς φιλόφρονες, αλλά, αντιθέτως, ως ανταποκρινόμενοι πλήρως στο πνεύμα συγγραφής του βιβλίου, το οποίο, αναμφιβόλως, είναι διαποτισμένο από την προσωπικότητα του συγγράψαντος.
Περαίνοντας, αξίζει να σημειωθεί ότι το πλούσιο και έγχρωμο φωτογραφικό υλικό που κοσμεί το βιβλίο προέρχεται από το Αρχείο της Ιεράς Μονής και σχετικές εργασίες των Τάσου Γριτσόπουλου, Ιωάννας Γιανναροπούλου, Πέτρου Σαραντάκου και Αγορίτσας Τσέλιγκα-Αντουράκη, καθώς και από λήψεις των Ζαχαρία Ζαχαρόπουλου, Κωνσταντίνου Κρατημένου, Μαρίας Μωραΐτου κ.ά.