Όπως σε όλες τις Μητροπόλεις ανά την Ελλάδα και τον κόσμο, δυναμικό μερίδιο συνέργειας ασκούν οι κληρικοί μας. Και προς τούτο η ευθύνη και ο αγώνας των Επισκόπων είναι καίριας σημασίας. Κάθε νέος κληρικός σημαίνεται με ένα μερίδιο ποιμαντικής αυτοπροσφοράς, ώστε να αποτελεί ελπίδα ενοφθαλμισμένη στη “ζώσα ελπίδα” μας, στο Χριστό. Οι συνθήκες άσκησης της ιερατικής ποιμαντικής εναλλάσσονται με τις ραγδαίες ιστορικές εναλλαγές, όμως ο κάθε κληρικός καλείται να αφομοιώνει τον “τύπο” των συγχρόνων απαιτήσεων και διαδικασιών μέσα στην χριστοφόρο ουσία τού χαρίσματος και τής αποστολής του.
Ένδειξη θετική μιας τέτοιας αποφασιστικότητας και αγωνιστικότητας συνιστά η προσέλευση ταλαντούχων ανθρώπων με διάθεση εθελοντικής στρατεύσεως στο μεγάλο κι τρισευλογημένο δυναμικό τών ιερέων μας. Με τέτοιαν αίσθηση υποδέχθηκε η συνοριακή Μητρόπολή Γουμεννίσης την προσέλευση ενός έγγαμου ιατρού και οικονομολόγου, του κ. Ιωάννη Πολυχρονόπουλου, στο ιερατικό δυναμικό της. Η απόφαση ώριμη, οι προϋποθέσεις σωστές, η διάθεση ειλικρινής, η αφετηρία τής ιερατικής αυτοπροσφοράς εύελπις.
Η χειροτονία του σε διάκονο τελέσθηκε στον ιερό ναό Παναγίας Άξιόν Εστιν Αξιουπόλεως κατά την πανήγυρι τού Σαββάτου τού Ακαθίστου Ύμνου. Η χειροτονία σε πρεσβύτερο τελέσθηκε στο μητροπολιτικό ναό Αγίου Γεωργίου Γουμένισσας την επομένη, ημέρα Κυριακή Ε΄ τών Νηστειών, ημέρα παράλληλης μνήμης αγίων Επισκόπων και αγίων Ιερέων, δίπλα στην αγία μνήμη της θεοφόρου Οσίας Μαρίας, την οποία στην έσχατη οσιακή της ώρα διακόνησε ένας όσιος Ιερέας (όλα συμβολικά τής ιερατικής αθλήσεως).
Υπηρέτης τού μυστηρίου της ιερατικής χαριτομεταδόσεως ο Επίσκοπος Σαλώνων κ. Αντώνιος, που προσκλήθηκε να μεταδώσει την χάρη της ιερωσύνης και να χαρεί την ποιμαντική μαρτυρία τής τοπικής Εκκλησίας από την Παρασκευή τού Ακαθίστου..
Στις ποιμαντορικές του υπομνήσεις προς τον υποψήφιο ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γουμεννίσης επέμεινε μεταξύ άλλων στη συμβολική τού ιερού Ναού τής “Παναγίας Άξιόν Εστιν” για την κλήση του στο πιο ιερό και θεόδεκτο λειτούργημα και στην εκκλησιαστική του μοναδική σημασία. Αναφέρθηκε λοιπόν στην μοναδική συμμετοχή και αειπαρθενική υπουργία της Παναγίας μας στο κοσμοσωτήριο γεγονός και μυστήριο τής Ενανθρωπήσεως τού Θεού, αυτό που η Εκκλησία κατεξοχήν εξυμνεί στο επίκεντρο κάθε θείας λειτουργίας με τον ύμνο “Άξιόν εστίν”. Αυτή η πανάγια αξιωσύνη τής Παναγίας μας είναι ταυτόχρονα ένα κάλεσμα και μια υπόμνηση για την ευλάβεια, την καθαρότητα, την προθυμία, την υπακοή, τον ζήλο τού κάθε ιερέως και εν προκειμένω τού νέου κληρικού.
Και ο Θεοφιλέστατος θέλησε να επιμείνει προτρεπτικά κι εκείνος συμβουλεύοντας τον προσαγόμενο με τα Αρχαγγελικά λόγια τού ύμνου, που για τον ίδιο, ως Αγιορείτη παλαιότερα ιερομόναχο, ασκούν μιαν ιδιαίτερη έλξη ευλαβικής αναφοράς προς το πρόσωπο τής Υπεραγίας Θεοτόκου. Αυτό θα πρέπει να αποτελεί ένα διαρκές πρότυπο για κάθε κληρικό και προπαντός για τον χειροτονούμενο.
Κυρίως όμως, προ τής χειροτονίας του σε πρεσβύτερο, ο Σεβασμιώτατος υπογράμμισε λιτά την ουσιωδέστερη δεοντολογία τού ιερατικού χρέους. Είπε λοιπόν στον προσαγόμενο: «Ως χριστιανοί και μάλιστα περισσότερο εμείς οι κληρικοί προσευχόμεθα με τα λόγια τής Κυριακής προσευχής “Γενηθήτω το θέλημά σου όχι μόνο εν ουρανοίς, όπου θαυμαστώνεται η βασιλεία τού Θεού, αλλά και επί γης” (σ αυτό αποβλέπει ο ιερατικός κόπος)… Όταν θα σού επιδώσω τη λειτουργική φυλλάδα ―η λειτουργική φυλλάδα περιλαμβάνει τα λόγια τού Θεού, είναι η αποκρυστάλλωση τών λόγων τού Ευαγγελίου― θα ακούσεις τα λόγια “ο νόμος Κυρίου άμωμος επιστρέφων ψυχάς, η μαρτυρία Κυρίου πιστή σοφίζουσα αλήθειαν, τα δικαιώματα Κυρίου αληθινά δεδικαιωμένα, επιθυμητά υπέρ χρυσίον και λίθον τίμιον πολύν και γλυκύτερα υπέρ μέλι και κηρίον”. Και φυσικά, εάν είσαι δούλος Κυρίου πιστός και αγαθός και φυλάττεις ταύτα, θα έχεις πολλήν ανταπόδοσιν, κατά τον προφητάνακτα Δαβίδ. Όταν σού επιδώσω το καλυμμαύχιον, θα ακούσεις την ευχή, από τη στιγμή που προσεδέχθης την χάρι τής Ιερωσύνης ως διακονών, να σε σώζει η Ιερωσύνη από ολιγοψυχίας και από καταιγίδος και από πάντων τών κακών. Θα φυλάξεις την διακονία ως κόρην οφθαλμού. Θα αναζωπυρώνεις το χάρισμα, ό έλαβες, για να μην προκαλέσεις εγκοπήν στον ευαγγέλιο τού Χριστού (στο κήρυγμα το αποκαλυπτικό το ευαγγελιζόμενο τον Χριστό στον κόσμο). Θα το αναζωπυρώνεις με την προσευχή και με την μελέτη. Το καλυμμαύχιον ως περικεφαλαία θα σε ποδηγετεί (θα σού θυμίζει δηλαδή με μιαν αίσθηση ωσάν περικεφαλαία σωτηρίου) να επιτελείς όχι ό,τι επιθυμείς εσύ, αλλά ό,τι θέλει ο Θεός…
Έλεγα κάποτε σε μια συζήτηση με τον διάκονό μου π. Μιχαήλ, ότι και τα ράσα και το καλυμμαύχι κάνουν τον παπά, διότι αφενός δίνουν την μαρτυρία και την ομολογία Ιησού Χριστού, αφετέρου τον αποτρέπουν από τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην εκκοσμικευμένη αντίληψη τού κόσμου, σύμφωνα με τα λόγια τού αποστόλου Παύλου «πάντα μοι έξεστιν αλλ ου πάντα μοι συμφέρει». Ως ιερεύς δεν μπορείς να πηγαίνεις εκεί όπου πηγαίνουν τόσοι και τόσοι, σεβόμενος το ράσο σου, εάν δεν διαθέτεις αξιόλογη αγιοπνευματική θωράκιση. Κινδυνεύεις να διολισθήσεις όταν αφήνεις ελεύθερο τον εαυτόν σου. Από κακοτοπιές σε προφυλάσσουν. Σε καθέδρα λοιμών σε αποτρέπουν να παρευρεθείς. Σε οδηγούν πάντοτε έχοντας εν νω (στο μυαλό σου), ότι ο Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας. Πυξίδα αλάνθαστη και ακίβδηλη για να προσανατολίζεσαι πάντοτε προς την ποθεινή πατρίδα, την άνω Ιερουσαλήμ.
Ο αρχιδιάκονος, ο άγιος πρωτομάρτυρας Στέφανος “ην πλήρης πίστεως και Πνεύματος Αγίου και εποίει σημεία και τέρατα μεγάλα εν τω λαώ”, θαυμαστά σημεία, διότι η πίστη ήταν η κινητήρια δύναμή του και το Πνεύμα το Πανάγιο είχε πληρώσει την ψυχή του (συνέργεια ανθρώπινη και θεία). Θα είναι το πρότυπό σου κατά την ιερατική σου διακονία, διότι είναι αξεπέραστη αυτή η μορφή.
Τον στέφανο τής δικαιοσύνης θα τον λάβεις από τον Κύριο, ενώ και εφόσον περιορίζεις τις σκέψεις σου που δεν θα έχουν σχέση με την Εκκλησία (σκέψεις οι οποίες μπορεί ανά πάσαν στιγμή να διολισθήσουν σε κατήφορο), αλλά εσύ να παραμένεις συγκεντρωμένος εις το θέλημα τού Κυρίου.
Το μαρτύριο τής συνειδήσεως θα το υποστείς. Είναι ένα μαρτύριο πολλές φορές οδυνηρό, αλλά ο Χριστός έρχεται ως Σίμων Κυρηναίος τώρα και αναλαμβάνει τον σταυρό σου, τον σταυρό ενός εκάστου εξ ημών και γλυκαίνει τη ζωή μας και νοηματίζει την ύπαρξή μας.
Θέλω πάντοτε, “έξω τής παρεμβολής”, έξω από τον κυριολεκτούμενο ιερό χώρο τού εκκλησιασμού, τής Εκκλησίας, να δίνεις παντού και πάντοτε την καλήν ομολογία και την μαρτυρία Ιησού Χριστού. “Ουκ εν σοφία σαρκική, αλλ εν χάριτι Θεού”. Και όταν αναστρέφεσαι στον κόσμο, περισσοτέρως δια τής πίστεως να αποπνέεις την ευωδία τής χάριτος τού Θεού και να είσαι αρεστός στο Θεό και στους ανθρώπους τού Θεού ευανάγνωστος. Να γίνεσαι καθημερινά “επιστολή Χριστού γινωσκομένη και αναγινωσκομένη υπό πάντων”, δηλαδή να ομολογείς παντού και πάντοτε Χριστόν εσταυρωμένον και εγηγερμένον εκ νεκρών κατά το ευαγγέλιον. Θα σού ευχηθώ από τα βάθη τής ψυχής μου να έρθει να σκηνώσει πλουσιοπάροχα η χάρις τού Παναγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά σου, μέσα στο είναί σου, για να μπορείς να γίνεις άξιος ιερουργός τού ευαγγελίου και λειτουργός τής θείας χάριτος. Και τώρα, είσελθε εις την χαράν τού Κυρίου».
Προ τής χειροτονίας του σε πρεσβύτερο, και ο νέος κληρικός, θέλησε να εκφράσει εξομολογητικά και περιεκτικά τη θέαση τού μυστηρίου που αναδεχόταν: «…Από μικρό παιδί αγάπησα πολύ τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και την Εκκλησία Του. Από την τρυφερή προεφηβική ηλικία, όποτε το βαρύ και δύσκολο πρόγραμμα, που η κοινωνία επιβάλει στους νέους, μου επέτρεπε να βρίσκομαι στον Ιερό Ναό Αγ. Φανουρίου Θεσσαλονίκης και στον Ιερό Ναό Ιωάννου του Θεολόγου Σερρών και να συμμετέχω με δέος και ευλάβεια στα του Χριστού θεια μυστήρια. Καθημερινά ολοένα και πιο πολύ ένοιωθα μέσα στην ψυχή μου την σπίθα της πίστης και της αγάπης προς το Θεό και την Εκκλησία μας να μεγαλώνει, να φουντώνει και να μετατρέπεται σε πυρκαγιά που κατέφλεγε όλο μου το είναι. Αυτός ο πόθος δεν κατασίγησε ποτέ, ούτε όταν η ζωή μου στράφηκε προς άλλη κατεύθυνση, με την αναχώρηση μου από την χώρα μας στην αλλοδαπή, σε τόπο ετερόδοξων και αλλόθρησκων. Το γεγονός αυτό αναζωπύρωσε αυτή την φλόγα ακόμα περισσότερο, όταν ολομόναχος προσευχόμουν στον Τριαδικό μας Θεό, στην Υπεραγία Θεοτόκο και στους Αγίους μας, με τον μοναδικό τρόπο που η Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει διδάξει. Κάθε μέρα που περνούσε αντιλαμβανόμουν τη ματαιότητα που έχει το κάθε τι, όταν βρίσκεται μακριά από την χάρη του Κυρίου μας και όσο αυτό συνέβαινε, τόσο περισσότερο δυνάμωνε η επιθυμία μου να υπηρετήσω τον Κύριο μας και Θεό μας και τη μόνη αληθινή και απέραντη δικαιοσύνη Του».