Θέση παίρνει ο μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ σχετικά με το θέμα των θρησκευτικών, προτείνοντας η Εκκλησία της Ελλάδος να αναλάβει τη συγγραφή των βιβλίων αφού, όπως αναφέρει, αυτό το δικαίωμα της έχει αφαιρεθεί.
Αναλυτικά, ο κ. Σεραφείμ αναφέρει:
”Είναι τραγικό το γεγονός ότι μπροστά στην ιδεοληψία τους κάποιοι δεν ορρωδούν να ποδοπατούν ανερυθρίαστα την έννομη πραγματικότητα και τις αρχές που δήθεν υπερασπίζονται.
Απόδειξη πασιφανής απετέλεσε η πολεμική εναντίον της προσφάτου Αποφάσεως της Ολομελείας του ΣτΕ που έκρινε επί της συνταγματικότητος των Αποφάσεων του Υπουργού Φίλη των αφορωσών στην διδασκαλία των Θρησκευτικών στους Ορθόδοξους Ελληνόπαιδες.
Μελετώντας κανείς το αιτιολογικό μέρος της δημοσιευθείσης Απόφασης της Ολομελείας που εξεδόθη με συντριπτική πλειονοψηφία 20 έναντι 5 αντιλαμβάνεται ευχερέστατα ότι η βάση της αντισυνταγματικότητος των προσβληθεισών Αποφάσεων Φίλη είναι η καταστρατήγηση της αρχής της ισότητος και της αρχής της ισονομίας.
Χαρακτηριστικά η Απόφαση της Ολομελείας αναφέρει στην 14η παράγραφό της: «Πέραν δε τούτου, μάλιστα, για ετεροδόξους η αλλοθρήσκους μαθητάς -ιδίως τους μαθητάς του καθολικού δόγματος η της εβραικής θρησκείας η της μουσουλμανικής μειονότητος της Δυτικής Θράκης-ο νομοθέτης έχει ρητώς προβλέψει δυνατότητα διδασκαλίας του οικείου δόγματος η θρησκείας από πρόσωπα προτεινόμενα από την οικεία θρησκευτική κοινότητα, προκειμένου δε περί της μουσουλμανικής μειονότητος από μουσουλμάνο θρησκευτικό λειτουργό (βλ. άρθρα 19 παρ. 1 τουν. 3379/1955, 85 παρ. 4 του ν. 1566/1985, 55 παρ. 5 του ν. 4386/2016 και 7 παρ. 1 του ν. 694/1977)».
Και στην 15η παράγραφο: «Επειδή, περαιτέρω,κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη, σύμφωνα με την συνταγματική αρχή της ισότητος (άρθρο 4 παρ. 1 του Σ/τος) και τις διατάξεις των άρθρων 9 και 14 της ΕΣΔΑ και της παρ. 1 του ΠΠΠ αυτής, το Κράτος δεν μπορεί ρυθμίζοντας το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών, να στερήσει από τους μαθητάς που ασπάζονται ορισμένη θρησκεία το δικαίωμα, το οποίο αναγνωρίζει σε μαθητάς που ανήκουν σε άλλες θρησκείες,να διδάσκονται αποκλειστικά τα δόγματα της πίστεώς των (όχι δε και τα δόγματα άλλων θρησκειών)».
Είναι αυτό που σημειώναμε αδιαπτώτως και που δυστυχώς δεν ελαμβάνετο υπ’ όψιν ότι δηλαδή σε μία ευνομούμενη Πολιτεία δεν μπορείς να καταστρατηγείς τα δικαιώματα της πλειονοψηφίας και την ίδια στιγμή να αναγνωρίζεις τα καταστρατηγημένα δικαιώματα της πλειοψηφίας, στις μειοψηφίες γιατί αυτό προσβάλλει τον πυρήνα της Δημοκρατίας, που είναι η ισότητα των πολιτών έναντι του Νόμου και ιδιαίτερα του θεμελιώδους Νόμου του Κράτους που είναι το Σύνταγμα.
Είναι χαρακτηριστικό το άρθρο του κ. Ακρίτα Καιδατζή που διδάσκει Συνταγματικό Δίκαιο στο ΑΠΘ, (Εφημερίδα των Συντακτών 21.3.2018) «Ελληνοχριστιανικό Σύνταγμα;» όπου εμφανίζεται ως αγνοών το αντικείμενό του, να υποβάλει το ρητορικό ερώτημα: «Αν η ορθόδοξη πλειοψηφία έχει την αξίωση για θρησκευτική εκπαίδευση σύμφωνα με τα δόγματα της πίστης της, τότε την ίδια αξίωση, ενόψει της συνταγματικής ισονομίας, θα πρέπει να έχουν και όσοι δεν ανήκουν στην πλειοψηφία. Αυτό όμως θα σήμαινε ότι κάθε μαθητής, ανάλογα με το δόγμα στο οποίο ανήκει, θα έπρεπε να διδάσκεται διαφορετικό μάθημα Θρησκευτικών» καθώς και η από 23/3/2018 Ανακοίνωση του Σωματείου με τον βαρύγδουπο τίτλο «Ελληνική Ένωση για τα δικαιώματα του ανθρώπου» που λέει: «Αν τα δείγματα αυτά απέπνεαν απλώς συντηρητισμό, θα ήταν περιστασιακά και ακίνδυνα.
Δυστυχώς αποπνέουν νοοτροπία «φυσικής» συμμαχίας της δικαιοσύνης με τον κλήρο και με ακραίους θύλακες του πολιτικού φάσματος, κάτι που συνιστά μείζονα κίνδυνο για το νομικό μας πολιτισμό και την κοινωνική ειρήνη» καταφανώς αποσιωπώντας την ισχύουσα έννομη πραγματικότητα στο συγκεκριμένο ζήτημα και ιδιαίτερα το Νόμο 4386/2016 «Ρυθμίσεις για την έρευνα και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 83/11.5.2016 τ. Α΄), όπου στο αρθρ. 55 «Ρύθμιση θεμάτων της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων του Υπουργείου Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων» και στην παρ. 5 επικαιροποιήθηκαν τα ακόλουθα: «5.
Στο άρθρο 16 του Ν. 1771/1988 (Α΄171) προστίθεται νέα παράγραφος 4, ως ακολούθως: «4. Κατ’ εξαίρεση, εφόσον στα δημόσια δημοτικά σχολεία των με αριθμό 25153/26.2.1957 (Β΄86) και 78871/22.3.1962 (Β΄125) κοινών υπουργικών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών δεν υπηρετεί δάσκαλος του Καθολικού δόγματος η της Εβραικής θρησκείας και γλώσσας για την κάλυψη των αναγκών των μαθητών του Καθολικού δόγματος η της Εβραικής θρησκείας και γλώσσας αντίστοιχα, μετά από σχετική εισήγηση των αρμοδίων Περιφερειακών Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, είναι δυνατή η πρόσληψη, ανά σχολικό έτος, εκπαιδευτικού εκτός των οικείων πινάκων αναπληρωτών εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών του Καθολικού δόγματος και για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών και γλώσσας της Εβραικής θρησκείας.
Η επιλογή και πρόσληψη του εκπαιδευτικού γίνεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ύστερα από πρόταση της Ιεράς Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος (Ι.Σ.Κ.Ι.Ε.) και του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου (Κ.Ι.Σ) αντίστοιχα», καθώς και τα ομοειδώς ισχύοντα για την Μουσουλμανική μειονότητα με τους Ν. 3379/1955, Ν. 1566/1985, Ν. 4186/2013, Ν. 4264/2014, Ν. 4351/2015.
Κατόπιν των ανωτέρω αναχρονισμός είναι η φαλκίδευση της δημοκρατικής ισότητος, που κατέγνωσε εκφαντορικά η Απόφαση της Ολομελείας του ΣτΕ και φασίζουσα αντίληψη είναι όσα εγράφησαν αποσιωπώντας την έννομη πραγματικότητα της Χώρας, την οποία υπεράσπισε, ως έχον υποχρέωσι και υπέρτατο χρέος το Ανώτατο Συνταγματικό Ακυρωτικό Δικαστήριο.
Στο ερώτημα εάν είναι άνευ αντικειμένου η συγκεκριμένη Απόφαση απαντά ο ίδιος ο Υπουργός Παιδείας κ. Γαβρόγλου με το από 21/3/2018 Δελτίο Τύπου του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ο οποίος στην ερώτηση «τώρα σε ποια φάση είμαστε;» παραδέχεται ότι «υπάρχει η δική μας απόφαση η οποία κρατάει τον πυρήνα των προτάσεων του κ. Φίλη».
Άλλωστε έχουμε βαρυσήμαντη συγκριτική μελέτη διεθνούς επιστημονικού Ιδρύματος, που αποδεικνύει ότι το 93% του προγράμματος Θρησκευτικών Γαβρόγλου, αποτελεί πιστή αντιγραφή του προγράμματος Θρησκευτικών Φίλη.
Επομένως η εκδοθείσα απόφαση της Ολομελείας mutatis mutandis ρυθμίζει και τις ισχύουσες υπουργικές αποφάσεις του κ. Γαβρόγλου.
Παρέλκει να τονιστεί ότι και αυτές έχουν ήδη προσβληθεί ακυρωτικώς, αλλά το κυριώτερο έχουμε προσφύγει ενώπιον της Επιτροπής Αναστολών και της Επιτροπής Συμμορφώσεως του ΣτΕ, διότι υφίσταται δεσμία υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφωθεί, διότι άλλως παραβιάζει ευθέως το άρθρο 95 του ισχύοντος Συντάγματος και η μεν Διοίκησι τιμωρείται με ημερήσιο πρόστιμο, ο δε αυθαιρετών Υπουργός ενέχεται για το αδίκημα της κατάχρησης εξουσίας.
Κατά ταύτα ευγενώς προτείνουμε, στους επικριτές της Αποφάσεως της Ολομελείας του ΣτΕ να επανασταθμίσουν τα δημοκρατικά τους αισθητήρια και να προσπαθήσουν να απεμπλέξουν την κρίση τους από τα ιδεολογήματα που τους κατατρύχουν, εάν θέλουν να υπολογίζονται εντός του δημοκρατικού τόξου, στο κράτος δικαίου και ισονομίας, που θέλουμε να είναι η Χώρα μας.
Όσον αφορά στην αγία μας Εκκλησία καλείται να διεκδικήσει όχι ένα «φιλολογικό διάλογο» με το αρμόδιο Υπουργείο για το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών, αλλά αυτό που δικαιωματικά της ανήκει και που παρανόμως και αντιδημοκρατικά της αφαιρείται, να συγγράφει η ίδια μέσω των Συνοδικών Επιτροπών Χριστιανικής Αγωγής και Νεότητος και Πολιτιστικής Ταυτότητος τα βιβλία θρησκευτικών που θα διδάσκονται στους Ορθόδοξους Ελληνόπαιδες και να προτείνει τους διδάσκοντες αυτά κατά τα ισχύοντα στις λοιπές θρησκευτικές κοινωνίες της Χώρας, Μουσουλμάνους, Ρωμαιοκαθολικούς και Εβραίους”.