Θυμίαμα καλείται από τα αρχαία χρόνια το αρωματικό ρετσίνι, ή το κόμμι που βγαίνει από τις τομές στον κορμό του δέντρου λίβανος, εξ ου και λιβάνι.
Οι πνευματικοί συμβολισμοί:
– Το θυμίαμα συμβολίζει την προσευχή, που ανεβαίνει προς τον θρόνον του Θεού. Tαυτόχρονα συμβολίζει την επιθυμία μας να γίνει η προσευχή μας δεκτή «εις οσμήν ευωδίας πνευματικής».
-Συμβολίζει ακόμη τις γλώσσες πυρός της Αγ. Πεντηκοστής, όταν ο Κύριος εξαπέστειλε στους Μαθητές Του το Πανάγιό Του Πνεύμα «εν είδει πυρίνων γλωσσών». Με το θυμίαμα ζητούμε από τον Κύριο να μας στείλει την αγιοπνευματικήν Του χάρι. Γι’ αυτό και οι πιστοί, όταν τους θυμιάζει ο Ιερεύς, κλίνουν ελαφρώς την κεφαλή σε δείγμα αποδοχής της χάριτος αυτής.
– Το ευώδες θυμίαμα συμβολίζει εξ άλλου και τον αίνον, που απευθύνεται προς τον Θεό. Η καύση του θυμιάματος σημαίνει τη λατρεία και τον εξιλασμό. Το δε ευχάριστο συναίσθημα που δημιουργείται από το άρωμα του θυμιάματος σε όλο τον χώρο του Ιερού Ναού, σημαίνει την πλήρωση της καρδιάς μας από τη Θεία ευαρέστηση, που είναι ο καρπός της αγάπης μας προς τον Θεό.
Το δέ θυμιατήριον, όπου καίγονται τα κάρβουνα και τοποθετείται το θυμίαμα, συμβολίζει την κοιλίαν της Θεοτόκου, η οποία δέχθηκε στα σπλάχνα της σωματικώς την Θεότητα. Ο θυμιατήρ υποδεικνύει την ανθρωπότητα του Χριστού, το πύρ, τηΘεότητα και ο ευώδης καπνός μηνύει την ευωδία του Αγίου Πνεύματος. Οπως αναφέρει ο Κοσμάς ο Αιτωλός «Το θυμιατό σημαίνει τη Δέσποινα, τη Θεοτόκο. Οπως τα κάρβουνα είναι μέσα στο θυμιατό και δεν καίεται, έτσι και η Δέσποινα η Θεοτόκος εδέχθηκε τον Χριστόν και δεν εκάηκε, αλλά μάλιστα εφωτίσθηκε».
Με το θυμίαμα που προσφέρουμε την ώρα της προσευχής υποβοηθείται η ανάταση της ψυχής προς τα υψηλά «άνω σχώμεν τας καρδίας». Οπως το θυμίαμα θερμαινόμενο στον άνθρακα ανέρχεται προς τα άνω, ευωδιάζοντας το περιβάλλον, έτσι και η ψυχή του πιστού με θερμή πίστη πρέπει να πτερουγίζει προς τα άνω μυροβλύζουσα, απαγγιστρωμένη από τις υλικές μέριμνες. Η βάση του θυμιατηρίου υποδεικνύει την ανθρωπότητα του Χριστού, η φωτιά τηΘεότητά Του και ο ευώδης καπνός μας «πληροφορεί» την προπορευόμενη ευωδία του Αγίου Πνεύματος.
Το θυμίαμα αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της λατρευτικής παράδοσης αλλά και της ζωής του χριστιανού. Το θυμίαμα χρησιμοποιούνταν πολύ πριν την έλευση του Χριστού στη γη, από τους Εβραίους και τους ειδωλολάτρες. Θεωρούνταν δείγμα αναγνώρισης της υπερέχουσας αξίας του Θεού και αποτελούσε σύμβολο υποταγής και αφοσίωσης. Στο βιβλίο της Εξόδου (30, 34- 38) στην Παλαιά Διαθήκη περιγράφεται το μείγμα από το οποίο αποτελείτο. Βασικό συστατικό του ήταν το λιβάνι. Μπορεί να τις χρησιμοποιούμε ως συνώνυμες, ωστόσο οι έννοιες «θυμίαμα» και «λιβάνι» δεν ταυτίζονται.
Οι ειδωλολάτρες το χρησιμοποιούσαν στη λατρεία τους, ενώ προσφερόταν και στον Ρωμαίο Αυτοκράτορα, ο οποίος λατρευόταν ως Θεός. Ο Χριστιανισμός παρέλαβε το θυμίαμα από τους Εβραίους και το καθιέρωσε στη λατρεία του Τριαδικού Θεού, προσδίδοντάς του ποικίλους πνευματικούς συμβολισμούς.
Το θυμίαμα συμβολίζει, επιπλέον, τον αίνο, τον ύμνο που απευθύνει ο άνθρωπος προς τον Θεό. Η καύση του θυμιάματος υποδηλώνει τη λατρεία και τον εξιλασμό των ανθρώπων απέναντι στον Δημιουργό τους. Οταν καίγεται στο ειδικό σκεύος, το θυμιατό, αναδίδει ένα γλυκό άρωμα που, με τη σειρά του, προκαλεί ένα ευχάριστο συναίσθημα. Το συναίσθημα αυτό εκφράζει την πλήρωση της καρδιάς του πιστού από τη θεία ευαρέστηση. Ετσι, κάθε πιστός μετατρέπεται σε «ευωδία Χριστού».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, από την αρχή, εισήγαγε το θυμίαμα στη Θεία λατρεία. Στον Τρίτο Αποστολικό Κανόνα, αναφέρεται ότι στο Αγιο Θυσιαστήριο επιτρέπεται μόνο θυμίαμα και έλαιο. Το θυμίαμα χρησιμοποιείται σε όλες τις εκκλησιαστικές ακολουθίες, ειδικά κατά την έναρξή τους, καθώς και στα επτά Μυστήρια.
Εκτός από τον ιερέα στον ναό, κάθε χριστιανός μπορεί και καλό είναι να έχει ένα μικρό θυμιατό και να θυμιάζει το σπίτι του. Μία ή δύο φορές την ημέρα, πρωί ή και βράδυ, κατά την ώρα της προσευχής, δοξολογώντας και ευχαριστώντας τον Θεό για τις ευλογίες Του και παρακαλώντας Τον για προστασία από τους πειρασμούς.