Το μυστήριο της μετάνοιας μάς κάνει να κλαίμε για τις αμαρτίες μας.
Αν ο άνθρωπος στην εξομολόγησή του δεν αισθάνεται συντριβή, μπορεί να συγχωρούνται οι αμαρτίες του;
Μπορεί! Συγχωρούνται. Οπωσδήποτε συγχωρούνται.
Όμως. Το να λέω “είμαι αμαρτωλός”, το να συμφωνώ ότι η αμαρτία είναι “αμαρτία”, και το να παραδέχομαι ότι “αμάρτησα”, έστω και σε κάτι, δε σημαίνει ότι αξιώθηκα να βλέπω τις αμαρτίες μου.
Η ομολογία της αμαρτίας είναι η αρχή. Η συντριβή είναι το τέλος. Η απόσταση ανάμεσα στα δύο είναι μεγάλη.
Ο νους μας το καταλαβαίνει εύκολα, ότι αυτό που κάναμε ήταν ανοησία. Και η συνείδηση το ξεκαθαρίζει, ότι είμαι αμαρτωλός. Λέγοντάς το, δεν κοροϊδεύουμε κανέναν. Γιατί πράγματι αυτό που κάναμε το θεωρούμε αμαρτία.
Όμως η συνείδησή μας δε μας “βασανίζει”. Η καρδιά μας δεν αισθάνεται γι’ αυτό που κάναμε, ούτε συντριβή, ούτε ντροπή. Ποιος μπορεί να μας “πάρει” αυτή την αμαρτία, που την κάναμε, αλλά δεν την συναισθανόμαστε;
Κανένας άλλος. Μόνο η Εκκλησία. Μόνο ένας ιερέας, στον οποίο δόθηκε αυτή η εξουσιοδότηση.
Οι εχθροί της Ορθοδοξίας λένε: Αν ο άνθρωπος αισθανθεί συντριβή για τις αμαρτίες του, δεν μπορεί ο Κύριος να τον συγχωρήσει και χωρίς μεσολάβηση ιερέα; Τι μας χρειάζεται η εξομολόγηση;
Σωστά! Ο Κύριος είναι Εκείνος που συγχωρεί τους μετανοούντες. Ποιος όμως θα τολμήσει ποτέ να πει, ότι η μετάνοιά του είναι σωστή και πλήρης; Ποιος θα τολμήσει να πει: ότι αξιώθηκε και είδε τις αμαρτίες του;
Αλλά αν αυτό δεν τολμάει να το πει, πώς θα τολμήσει να πει, ότι πήρε συγχώρηση, χωρίς τη μεσολάβηση της Εκκλησίας;
Είμαστε αδύναμοι και στη ζωή μας! Και γι’ αυτό αμαρτάνουμε.
Εϊμαστε αδύναμοι και στη μετάνοια. Και γι’ αυτό έχουμε χρέος να εξομολογούμαστε στην Εκκλησία. Και τότε, βλέποντας ο ιερέας, ότι εμείς το παραδεχόμαστε ότι είμαστε αμαρτωλοί, παρ’ όλη τη φτώχεια της μετάνοιάς μας, μας συγχωρεί για τις αμαρτίες μας.
Και αυτό γίνεται, για να μη μας κόβουν οι αμαρτίες μας το δρόμο προς τη σωτηρία. Με την εξουσία που του δόθηκε, ο ιερέας “αίρει”, δηλ. εξαφανίζει την αμαρτία μας. Μας επιτρέπει να προσέλθουμε στο Άγιο Ποτήριο. Και μας καταλλάσσει, δηλαδή μας συνάπτει και μας ενώνει με την αγία Εκκλησία.
Ήλθες στο ιατρείο! Δεν κάνει να φύγεις ανίατος!
Η Εκκλησία περιμένει. Αλλά και προτρέπει τον αμαρτωλό, να σπεύσει να πληρώσει τα χρέη του, γιατί αυτή η πληρωμή αυξάνει τη μετάνοια. Δε στερεί εκείνους που έχουν αδύναμη μετάνοια από τη χάρη και από τη δύναμη της Θείας Κοινωνίας, που ξεριζώνει τα αγκάθια και ζιζάνια των αμαρτιών μας. Και παίρνει επάνω της ενώπιον Κυρίου την ευθύνη για τη μελλοντική μας ανάπτυξη και ωρίμανση.
Και έτσι, στο μυστήριο της εξομολόγησης και στο μυστήριο της θείας Κοινωνίας, εκείνος που κάνει αγώνα προσευχής καταλαβαίνει, ότι πρέπει να απαλλαγεί από την αυτοδικαίωση, που είναι γέννημα και επακόλουθο των παθών μας.
Πρωθιερέας Βαλεντίνος Σβεντσίσκι
Από το βιβλίο “Μυσταγώγηση στην Σωτήρια Προσευχή”