Γράφει ο Σταύρος Γουλούλης
Δρος Βυζαντινής Τέχνης
Η «Νέα» ή ναός «της Αγίας Μαρίας της Νέας» εγκαινιάστηκε στις 20/21 Νοεμβρίου του 543, επί αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527-565). Τα εγκαίνιά της τέλεσε ο Κύριλλος Σκυθοπόλεως Παλαιστίνης, που αναφέρει συγκεκριμένα: «…κατά τον Νοέμβριον μήνα της έκτης ινδικτιώνος … Eλθών τοίνυν εις τα Ιεροσόλυμα και τον εγκαινισμόν της Νέας Εκκλησίας της πανυμνήτου Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας επιτελέσας…». Λειτούργησε ως μοναστήρι.
Από την εορτή των εγκαινίων αυτού του ναού προήλθε η μετέπειτα μεγάλη εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, που εορτάζεται στις 22 Νοεμβρίου. Η εορτή καθιερώθηκε στην Κων/πολη ως ημέρα αργίας μόλις τον 12ο αιώνα, αλλά είχε μεταφερθεί σε αυτή ήδη από τα τέλη του 7ου αιώνα. Στη Δύση η εορτή εορτάσθηκε για πρώτη φορά πολύ αργότερα, τον 14ο αι..
Ο μεγάλος αυτός χριστιανικός ναός υπολογίζεται ότι κτίσθηκε στον λόφο Μοριάχ, δηλαδή τον τόπο που ήταν κτισμένος ο ναός του Σολομώντος, σήμερα το τέμενος του Βράχου ή του Ομάρ, στο «Ορος του Ναού».
Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση των Αγίων Τόπων, η Μαριάμ, μητέρα του Ιησού, όταν ήταν τριών ετών, αφιερώθηκε από τους ηλικιωμένους γονείς της στον Ναό. Εκεί την παρέλαβε ο Ζαχαρίας, ο πατέρας του Ιωάννου του Προδρόμου (Πρωτευαγγέλιο Ιακώβου, κεφ. 6-7, κτλ.). Ο Ναός τελικά, πάντα κατά την παράδοση, υπήρξε κατοικία της Παναγίας. Πάνω σε αυτή, κτίζοντας τη Νέα, θα στηριχθεί μία πολιτική του Ιουστινιανού.
Η αρχική θεωρία τελικά επιβεβαιώθηκε από νεώτερες ανασκαφικές έρευνες στη δεκαετία του 1980: η Νέα κτίσθηκε όχι απλώς στον λόφο του Ναού, αλλά ακριβώς ονομάσθηκε Νέα Εκκλησία για να συναγωνίζεται τον παλαιό ναό του Σολομώντος.
Για να κατανοηθεί γιατί συνέβη αυτό, πρέπει να γίνει λόγος για την ιστορία του χώρου και του ναού.
Ο ναός του 543 καταστράφηκε από τους Πέρσες το 614, όταν κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ, αλλά ξανακτίσθηκε ή συμπληρώθηκε αμέσως. Το 638 όταν η Ιερουσαλήμ πέρασε στους Αραβες, έγινε τέμενος. Μετά φαίνεται κατεδαφίσθηκε και κτίσθηκε εξ αρχής το τέμενος Αλ-Ακσά, όπως υπολογίζεται, στη θέση της Νέας (705-715). Το αραβικό όνομα μεταφράζεται διεθνώς ως «the farthest mosque», το πολύ μακρινό ή επίμηκες τέμενος, πιθανόν από τον ρυθμό του κτιρίου της προϋπάρχουσας βασιλικής και πιστευόταν ως το μέρος όπου πέρασε ο Μωάμεθ για να ανέβει στον ουρανό. Καταστράφηκε και κτίσθηκε πολλές φορές, αφού υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα προσκυνήματα του Ισλάμ, θεωρούμενο το τρίτο στην ιεραρχία. Μπορεί να φαντασθεί κανείς τι μνημειακών διαστάσεων ναός ήταν η Νέα, ο χριστιανικός ναός, αφού οι κατακτητές προσέθεσαν στον χώρο τη δική τους λατρεία.
Στο ίδιο τέμενος εγκαταστάθηκαν οι ιδρυτές του τάγματος του Ναού (1118-1129), οι μετέπειτα γνωστοί ως Ναΐτες, μοναχοί και πολεμιστές: Pauperes commilitones Christi Templique Solomonici (Φτωχοί συστρατιώτες του Χριστού και του σολομώντειου Ναού). Από τον χώρο αυτό ως διοικητικό κέντρο προστάτευαν τους Αγίους Τόπους από τις επιθέσεις των μουσουλμάνων.
Ο Ιουστινιανός που έκτισε τη Νέα Εκκλησία, δημιούργησε ένα μοναδικό μνημείο, θέλοντας να ανανεώσει τη χριστιανική λατρεία στην Παλαιστίνη. Τι τον εξυπηρετούσε όμως η λατρεία της Θεοτόκου και γιατί ήθελε με αυτή να δώσει την εικόνα της συνέχειας του αρχαίου Ναού; Πως σχετίζεται με γεγονότα της εποχής του, όταν όπως ξέρουμε είχε αναλάβει το τιτάνιο έργο της Ανακατάληψης του Ρωμαϊκού Δυτικού κράτους από τους βαρβάρους;
Η αρχή της τεράστιας και πολύ δαπανηρής αυτής προσπάθειας έγινε με το που κατέλαβε την Καρχηδόνα από τους Βανδάλους το 533/534. Είχε τον λόγο του. Εγινε για ανταπόδοση, για να πάρει τα ιερά κειμήλια του αρχαίου Ιουδαϊκού Ναού, που ο Βάνδαλος Γιζέριχος είχε αρπάξει από τη Ρώμη, όταν την κατέλαβε το 455. Το συγκλονιστικό γεγονός της παραλαβής των κειμηλίων μαρτυρεί ο Προκόπιος (Πόλεμοι, IV.9, 5-9). Κατόπιν ο Ιουστιανιανός τα μετέφερε στην Ιερουσαλήμ και εικάζεται ότι τα τοποθέτησε στη Νέα Εκκλησία. Συμβόλιζαν τον νέο Ναό, νέα Κιβωτό κτλ., το ρωμαϊκό κράτος, αυτό που περικλείει τον Θείο Νόμο. Αυτός ήταν τελικά ένας σοβαρός λόγος να κτισθεί, και ίσως εξηγεί γιατί υπήρξε τόση καταστροφική μανία των Περσών και των Αράβων, να την εξαφανίσουν (Βλ. σχετικά I. Shahid, Justinian and the Christianization of Palestine. The Nea Ecclesia in Jerusalem, Κλητόριον εις μνήμην Νίκου Οικονομίδη, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2005, 373-384).
Αλλά από εδώ και πέρα αρχίζουν οι θεωρίες συνωμοσίας. Διάφορες παραδόσεις αργότερα περιγράφουν ότι το Τάγμα των Ναϊτών έκανε τη μεγάλη ανακάλυψη. Εντόπισε κάπου στο Αλ-Ακτσά τα ιερά κειμήλια του Εβραϊσμού. Πάνω σε αυτή τη μυθιστορία των Θησαυρών, που βέβαια δεν αποδείχθηκε ποτέ, διαδραματίζεται η αμερικανική ταινία «National Treasure» (2004), όπου βέβαια εντοπίζονται θησαυροί από πολιτισμούς των Αιγυπτίων, Ελλήνων ή Ρωμαίων… Τα σχόλια ας τα συνεχίσει ο αναγνώστης…