Αρχική » Το μισθολόγιο ενώνει και διχάζει

Το μισθολόγιο ενώνει και διχάζει

από christina

Η Σύνοδος, μετά τις έντονες αντιδράσεις πολλών Ιεραρχών, δεν αποδέχεται προς το παρόν, τις αλλαγές για το μισθολογικό των ιερέων και εστιάζει πλέον στο περιουσιακό.

Κατά την έκτακτη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου, οι Ιεράρχες κράτησαν αποστάσεις από την πρόταση της κυβέρνησης για τη δημιουργία ειδικού ταμείου καταβολής των μισθών των κληρικών. Σύμφωνα με πληροφορίες και η κυβέρνηση, παρά τις διαφωνίες Γαβρόγλου, φαίνεται πως δεν επιθυμεί σε καμία περίπτωση σύγκρουση με τον απλό κλήρο προεκλογικά. Και όπως όλα δείχνουν, αυτό που επιδιώκει είναι να μην υπάρχουν αντιδράσεις για το άρθρο 3 του συντάγματος και για την αξιοποίηση της περιουσίας,καθώς και για το θέμα αυτό υπήρχαν αντιδράσεις από πολλούς Ιεράρχες, οι οποίοι θέλουν η αξιοποίηση να αφορά μόνο τις υπό αμφισβήτηση εκτάσεις.

Ο ίδιος ο κ.Ιερώνυμος το τελευταίο διάστημακαι αφού είχαν προηγηθεί οι αντιδράσεις, έχει αποφασίσει να παγώσει τις συζητήσεις για το μισθολογικό  για μετά τις εκλογές. Σύμφωνα με συνεργάτες του, το θέμα θα προχωρήσει αφού υπάρχει η σύμφωνη γνώμη του απλού κλήρου.

Σε ό,τι αφορά την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας, αυτή φαίνεται ότι προχωράει, με στόχο τη δημιουργία κοινού ταμείουστο οποίο θα συμμετέχει και το δημόσιο σε ποσοστό 50%.

Στον κεντρικό σχεδιασμό της Εκκλησίας υπάρχει και το θέμα της αξιοποίησης των αμφισβητούμενων εκτάσεων.Ενα θέμα το οποίο απασχολεί τη Σύνοδο εδώ καιπολλές δεκαετίες.

Διαβλέποντας το αδιέξοδο ο αρχιεπίσκοπος κ.Ιερώνυμοςμιλώνταςπρος τα μέλη της Ιεραρχίας, τόνισε πως «τα μεγάλα θέματα και προβλήματα στην πορεία της διακονίας της δεν αντιμετωπίζονται μόνον από τον Αρχιεπίσκοπο, ούτε μόνον από τη Διαρκή ΙεράνΣύνοδον, αλλά από όλα τα μέλη της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος εν Συνόδωσυνερχομένων.

Η συναίνεσις και συγκατάθεσις των κληρικών στην αλλαγή του καθεστώτος της μισθοδοσίας των, είναι προϋπόθεσις για την πορεία του όλου θέματος.

Υπό τις παρούσες συνθήκες δεν υπάρχει συναίνεσις και συγκατάθεσις των κληρικών για αλλαγή του καθεστώτος της μισθοδοσίας».

Από την πλευρά του ο υπουργός Κώστας Γαβρόγλου, σχολιάζοντας τις θέσεις της Ιεραρχίας ανέφερε:

«Υπάρχει ένα σχέδιο σύμφωνα με το προσχέδιο που υπεγράφη μεταξύ του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και του Αρχιεπισκόπου. Μετά έπρεπε να δώσουμε μια υπόσταση σε αυτό το σχέδιο και καταθέσαμε ένα ολόκληρο σχέδιο υλοποίησης» τόνισε ο υπουργός.

Ο κ. Γαβρόγλου χαρακτήρισε αδιανόητο το γεγονός ότι η Εκκλησία αρνείται να συζητήσει το θέμα της μισθοδοσίας: «Αυτό είναι πρωτοφανές» είπε, προσθέτοντας ότι ελπίζει «οι εμμονές κάποιων Ιεραρχών να μην απορρίψουν το σχέδιο».

 

Ο Ναυπάκτου για την περιουσία

Για την αξιοποίηση της περιουσίας, ο μητροπολίτης Ναυπάκτου κ.Ιερόθεος στην εισήγησή του προς τη Σύνοδο προχώρησε στις παρακάτω επισημάνσεις:

Η εκκλησιαστική περιουσία ανήκε στα Μοναστήρια, όχι στον λαό. Επί Τουρκοκρατίας κατά το Οθωμανικό δίκαιο, οι Μονές, οι Ενορίες, οι Επισκοπές, δεν αναγνωρίζονταν ως νομικές προσωπικότητες και δεν είχαν δικαίωμα αποκτήσεως περιουσίας. Ετσι, οι Μονές αγόραζαν κτήματα στο όνομα φυσικών προσώπων. Ο Σουλτάνος Σελίμ Β’ (1568-1570) έκανε δήμευση μοναστηριακών ακινήτων και τα αγόρασαν πάλι οι μοναχοί. Το Οθωμανικό Κράτος φορολογούσε και τα κτήματα και τα κτήρια. Οι Μονές κληρονόμησαν την περιουσία των μοναχών και δεν την πωλούσαν. Επομένως, η εκκλησιαστική περιουσία ανήκε νομίμως στις Ιερές Μονές κατά την εποχή ίδρυσης του Ελληνικού Κράτους.

Από την έναρξη της Επαναστάσεως του 1821 η Εκκλησία προσέφερε μέρος της περιουσίας της για την ευόδωση του αγώνα από το 1822 μέχρι το 1829.

Με το Ψήφισμα ΙΑ  της Δ’ Εθνικής Συνέλευσης των Ελλήνων στο Αργος, την 11η Ιουλίου 1829, η Εκκλησία προσέφερε πολλή περιουσία και δημιουργήθηκε το Γαζοφυλάκιο (Ταμείο) με σκοπό, πλην άλλων, και «την βελτίωσιν του ιερατείου».

Τα έτη 1833-34, 1909, 1922, 1930, έγιναν από το Κράτος αναγκαστικές απαλλοτριώσεις περίπου 426 Μονώνχωρίς να δοθεί αποζημίωση, δηλαδή έγιναν δημεύσεις περιουσίας.

Με τον Ν. 4684/1930 ιδρύεται ο ΟΔΕΠ. Η περιουσία των Μονών διαιρείται από το Κράτος σε διατηρητέα και εκποιητέα.

Στην περίπτωση της αμφισβητούμενης εκκλησιαστικής περιουσίας συνεπώς, πρέπει να τονισθούν τρία σημεία:

Πρώτον. Η μισθοδοσία των Ιερέων προβλεπόταν να γίνει για την απαλλοτριωθείσα και μη αποζημιωθείσα πλήρως περιουσίαπου απαλλοτρίωσε το Κράτος από το 1822 μέχρι το 1939.

Δεύτερον. Η μετά το 1939 αμφισβητούμενη και διακατεχόμενη περιουσία είναι αυτή που διερευνάται από την Πολιτεία για να γίνει αξιοποίησή της μέσω του Ταμείου Αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας.

Τρίτον. Η εκκλησιαστική περιουσία είναι επ’ ονόματι των Ιερών Μονών, που είναι ανεξάρτητα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί χωρίς τη συγκατάθεσή τους.

 

Ο Μεσσηνίας

Στην παρέμβασή του στη Σύνοδο, με τίτλο «Παρατηρήσεις και προβληματισμοίστο “Σχέδιο Υλοποίησης της Συμφωνίας Πολιτείας- Εκκλησίας” -Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019» τονίζει μεταξύ άλλων ότι το συγκεκριμένο «Σχέδιο» φαίνεται να αποτελεί αφενός διευκρινιστικό υπόμνημα στην «ιστορική συμφωνία» όπως αποκλήθηκε από ορισμένους, και αφετέρου ένα προπαρασκευαστικό κείμενο με βάση το οποίο θα καταρτισθεί η Σύμβαση μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας, η οποία μάλιστα θα κυρωθεί νομοθετικά.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ