Στο μέλλον της πορείας της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος μετά τη μετονομασία των Σκοπίων σε Βόρεια Μακεδονία, αναφέρθηκε ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιωάννης μιλώντας στην εφημερίδα του Βελιγραδίου "Politika''.

Για τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αχρίδος και της «Μακεδονικής Εκκλησίας» τόνισε: Οι διαπραγματεύσεις σταμάτησαν μετά την άρνηση της συμφωνίας του Νις από την πλευρά της λεγόμενης «Μακεδονικής εκκλησίας». Την εποχή εκείνη, η «Μακεδονική εκκλησιά» έκανε τα πάντα για να εξουδετερώσει την ύπαρξη της Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αχρίδος και μάλιστα διέκοψε οποιαδήποτε επικοινωνία με τη Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία. Μετά ανακατεύθηκε και το κράτος, τώρα Βόρεια Μακεδονία, το οποίο με το έτσι θέλω έκανε τα πάντα, έτσι ώστε να δυσχεραίνει οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας με τη «Μακεδονική εκκλησία» - υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης.

Ο Ιεράρχης αναφερόμενος και στον εαυτό του, πρόσθεσε ότι “όπως είναι γνωστό, φυλακίστηκα πολλές φορές και μετά την τελευταία αποφυλάκισή μου το 2015, οι δικαστικές διαδικασίες συνεχίστηκαν. Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο ο διάλογος είχε διακοπεί. Τώρα υπάρχει μία άλλη διαδικασία ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ωστόσο, παρά όλες τις ανεκπλήρωτες προϋποθέσεις, συμφωνήσαμε ότι οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να συνεχιστούν προκειμένου να επιλυθεί τελικά το καθεστώς της «Μακεδονικής εκκλησίας», η οποία είναι σε σχίσμα για πολλές δεκαετίες”.

“Υπάρχει όμως ένα ακόμη εμπόδιο. Οπως είναι γνωστό, τα τελευταία χρόνια η «Μακεδονική εκκλησία» έκανε ανέντιμες πράξεις. Πρώτα πρότεινε στη Βουλγαρική Ορθόδοξη Εκκλησία να είναι η Μητέρα Εκκλησία, και στη συνέχεια ζήτησε έκκλητο από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπου νομικά θα λέγαμε ότι το ζήτησε από ένα μη αρμόδιο δικαστήριο” - τόνισε ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης.

Ο κ. Ιωάννης τόνισε ότι “μέχρι να καθίσουν όλοι στις καρέκλες, οι διαπραγματεύσεις είναι αδύνατον να ξεκινήσουν. Επομένως, η αίτηση για έκκλητο προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο για το καθεστώς της «Μακεδονικής εκκλησίας» δεν έχει νόημα, διότι ακόμη και αν το Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε το δικαίωμα προσφυγής σε κάποιο βαθμό, αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνο σε ατομικό επίπεδο”.

“Τώρα όμως που οι κρατικές σχέσεις με τη Βουλγαρία βελτιώθηκαν, ο πρωθυπουργός θεώρησε ότι θα μπορούσε να επηρεάσει τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Βουλγάρικης και λεγόμενης «Μακεδονικής» εκκλησίας. Ομως αυτό δεν υλοποιήθηκε, επειδή οι εκκλησιαστικές σχέσεις είναι ανεξάρτητες από τις κρατικές. Μόλις το καταλάβουν αυτό οι πολιτικοί της Βόρειας Μακεδονίας και αφήσουν την εκκλησία μόνη της να λύσει το μεγάλο πρόβλημα, τότε θα υπάρξει λύση. Οσο όμως αυτοί θα θέλουν να έχουν εξουσία στη «Μακεδονική εκκλησία», είναι αδύνατο να βρεθεί λύση”.