Του Σταύρου Γουλούλη

Ο ναός της Αναστάσεως στην Ιερουσαλήμ είναι το κέντρο της Χριστιανοσύνης. Αλλά όπως φαίνεται στις Πράξεις των Αποστόλων, το πρώτο κέντρο των Πιστών του Ιησού ήταν ο Nαός του Ισραήλ. Kτίστηκε επί Ηρώδη Μεγάλου και εγκαινιάστηκε χωρίς να ολοκληρωθεί περί το 18 π.Χ.

Πώς έγινε η μεταφορά στο νέο χριστιανικό κέντρο, τον χώρο του Παναγίου τάφου;

Μία λατρεία σε έναν χώρο ορίζεται από αντιλήψεις. Εδώ συμβαίνει ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός να έχει μεταφέρει το επίκεντρο από το συλλογικό υποκείμενο (έθνος) στο άτομο. Η συλλογικότητα (σύναξη, Εκκλησία) ισχύει ως δια-προσωπική. Μέσω του προσώπου θεάται ο νέος κόσμος (Λουκ. 17.21): «... η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστι». (Γι’ αυτό ο χριστιανικός πολιτισμός κυριαρχεί, ανεβάζει το επίπεδο πρωτοβουλίας του ανθρώπου).

Στo τελευταίο (νομικό) Πάσχα στην Ιερουσαλήμ αναβίωνε η εποχή του Σολομώντα (Ματθ. 20.31): «... ελέησον ημάς... Υιός Δαβίδ!» έκραζαν οι δύο τυφλοί της Ιεριχούς. Ο λαός, στον δρόμο προς το Ναό, θριαμβολόγησε νέο βασιλιά επί πώλου όνου, με βάση το σολομώντειο τυπικό αναγόρευσης βασιλείας. Λίγο πριν εισέλθουν στην πόλη, μερικοί Μαθητές διακανόνιζαν την πρωτοκαθεδρία στο επερχόμενο βασίλειο! Οπως ήταν σύνηθες σε έναν εισερχόμενο βασιλιά, ο Ιησούς εμφανίστηκε να τον υποδεχτεί στο Ναό η τοπική ηγεσία. Αλλά αντί για κανονικό θρόνο τον προσήλωσαν στον “θρόνο” του σταυρού.

Ο Χριστός προσέδιδε στον Ναό της Ιερουσαλήμ, το κέντρο της εθνικο-θρησκευτικής ζωής των Εβραίων, αντιλήψεις που οι ιθύνοντες δεν άκουγαν καλά στα αυτιά τους. Η καθαρή λατρεία, προσωπική, εξοβέλιζε τα οικονομικά συμφέροντα, οι έμποροι έπρεπε να φύγουν από εκεί. Οταν του είπαν στην αρχή της τριετούς δράσεως, «με ποιο αποκαλυπτικό αξίωμα (σημείο) τα κάνεις αυτά», τους είπε «μπορώ τον Ναό αυτόν, αν τον κατεδαφίσετε, να τον ξανακτίσω σε τρείς ημέρες» (Ιωαν. 2.12-22· λόγια που χρησιμοποιήθηκαν στην επίσημη κατηγορία προ του Αρχιερέα (Ματθ. 26.61). Γενικώς ο Ιησούς προσδιόριζε:

α) το μη απόλυτο της ύπαρξης ενός μόνο Ναού του Θεού· η αληθινή λατρεία έπρεπε να διαδοθεί παντού στα Εθνη.

β) οι Εβραίοι δεν θα περιόριζαν στο έθνος τους τον αποκαλυφθέντα Μεσσία.

Προέκταση της προσωπικής αντίληψης περί ναού είναι ότι ο Ιησούς δεν ταυτίστηκε με καμία από τις τέσσερις βασικές κοινωνικές ομάδες του εβραϊκού λαού, δύο ακραίες, εκτός συστήματος, και ενδιάμεσα δύο συστημικές:

1η: Οι ξενοφοβικοί Εβραίοι, περιορισμένοι σε σέκτες, όπως οι Εσσαίοι που απέφευγαν την Ιερουσαλήμ και τον Ναό, η εκτελούμενη λατρεία εθεωρείτο αλλοτριωμένη. Ζούσαν στην ύπαιθρο, εμπνεόμενοι από τον αγώνα των Υιών του Φωτός.

2η: Οσοι εκπροσωπούσαν το ιερατικό σύστημα και τη λατρεία του Ναού, Σαδδουκαίοι και Φαρισαίοι, προσδιορισμένοι σε ένα άκρως σχολαστικό νομικο-ηθικό σύστημα, ξεπερασμένο.

3η: Το πολιτικό ρωμαιόδουλο κατεστημένο, οι λεγόμενοι Ηρωδιανοί, προσκείμενοι στον τοπικό βασιλέα Ηρώδη, Ιδουμαίο (Ιορδανό) στην καταγωγή, άρα σφετεριστή του θρόνου του Ισραήλ, που ήταν υπεύθυνος απέναντι στους Ρωμαίους για την τάξη και ασφάλεια της περιοχής.

4η: Στο άλλο άκρο η νέα γενιά, η μεσαία εργατική τάξη, οι Ζηλωτές, είχε τα δικά της εθνικά οράματα: να διώξουν τον σφετεριστή βασιλιά και μαζί τους κατακτητές Ρωμαίους, να φτιάξουν εθνικό-θρησκευτικό κράτος, να γίνουν αυτοί ηγετική τάξη. Γύρευαν αρχηγό.

Ο Ιησούς, ιστορικώς κρινόμενος, τους ξεπερνούσε όλους.

1) Ηταν κοντά στους Εσσαίους, αλλά δεν απέφευγε όπως αυτοί τον κόσμο, εξαπέστειλε για πνευματικό αγώνα τους Μαθητές στα Εθνη, να βάλουν πυρ στα του κόσμου.

2-3) Δεν απέκλειε τους συστημικούς, Ηρωδιανούς και ιερατείο (Σαδδουκαίους-Φαρισαίους), που τα είχαν βρει μεταξύ τους και με τη Ρώμη, αλλά τους κατέτασσε εκτός της βασιλείας που εισήγαγε, μη προερχόμενης «εκ του κόσμου τούτου» ή τους θεωρούσε υποκριτές. «Απόδοτε τα του Καίσαρος Καίσαρι...» τους είπε.

4) Τους Ζηλωτές που προειδοποίησε, ότι με τις μαξιμαλιστικές, εθνικιστικές φιλοδοξίες τους θα καταστρεφόταν και η χώρα και ο Ναός. H εγκαθίδρυση κοσμικής βασιλείας θα έκανε τους κυρίαρχους Ρωμαίους να αντιδράσουν ακαριαία. Αν και ο Ναός είχε ολοκληρωθεί μόλις το 64 μ.Χ., τον κατεδάφισαν το ’70. Απορρίπτοντας τη βία εξαρχής, ο Ιησούς δεν στρεφόταν κατά της Ρώμης, απαιτούσε δικαιοσύνη ως αποτέλεσμα της εφαρμογής της βασιλείας του Θεού, που ήταν το πρωτεύον. Απέρριπτε το Ναό ως κέντρο εγκόσμιας, εθνικής λατρείας. Οπως κατάλαβαν εκ των υστέρων οι Μαθητές, εννοούσε ότι ο νέος ναός θα ήταν το Σώμα Του που θα πάθαινε, θα πέθαινε, θα ανασταινόταν τριήμερος. Ο νέος ναός του Αναστημένου Χριστού θα ήταν παγκόσμιος. Κάθε άνθρωπος θα λογιζόταν ναός του Αγίου Πνεύματος (πρβλ. Α΄ Κορ, 6.19).

Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος το 335 εγκαινίασε τον μεγάλο Ναό της Αναστάσεως στην Ιερουσαλήμ, κατά τον Ευσέβιο εις τον τύπο της Καινής Ιερουσαλήμ (Αποκ. 21), καλώντας αντιπροσώπους από όλα τα έθνη ως κέντρο παγκόσμιας χριστιανικής ιεραποστολής (πρβλ. Αποκ. 15.4). Στον τάφο του Χριστού ανάβεται το φως που μεταλαμπαδεύεται στον χριστιανικό κόσμο παντού στη γη, σε κάθε άλλον τοπικό ναό. Ναός όμως είναι η κάθε ανθρώπινη καρδιά...

Είναι προφανές τι υπαρξιακό και πνευματικό υπερ-εθνικό κεφάλαιο βρίσκεται πίσω από τον ναό της Αναστάσεως! Βάσει διεθνών συνθηκών διοικείται από τους Ελληνορθόδοξους επιγόνους του Κωνσταντίνου: ως ιεραποστολική διακονία και όχι ως εθνικό δικαίωμα, νομικώς κεκτημένο για πανανθρώπινη διακονία.