«Αι γενεαί πάσαι, ύμνον τη Ταφή Σου, προσφέρουσι Χριστέ μου»… Χιλιάδες ευσεβείς Χριστιανοί, όλων των ηλικιών, ελληνικής και όχι μόνο καταγωγής, συνέρρευσαν το απόγευμα της Μεγάλης Παρασκευής στον Αρχιεπισκοπικό Ιερό Ναό της Παναγίας «Άξιον Εστί», στο Northcote της Μελβούρνης, έδρα της Ιεράς Επισκοπής Χώρας, για να συμπροσευχηθούν με τον Ποιμενάρχη τους, Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας κ.κ. Μακάριο, και να συμψάλουν τα περίφημα Εγκώμια του Επιταφίου Θρήνου, με αισθήματα βαθιάς συγκινήσεως.
Τον Αρχιεπίσκοπο πλαισίωσαν οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι Χώρας κ. Ευμένιος και Μελβούρνης κ. Κυριακός, και πλειάδα κληρικών από όλη την Πολιτεία της Βικτώριας, ενώ παρέστη συμπροσευχόμενος ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δέρβης κ. Ιεζεκιήλ. Παρέστησαν, επίσης, η Γενική Πρόξενος της Ελλάδος στη Μελβούρνη κ. Δήμητρα Γεωργαντζόγλου, η Ομοσπονδιακή Βουλευτής κ. Μαρία Βαμβακινού, ο Πολιτειακός Υπουργός κ. Σταύρος Δημόπουλος, και αντιπροσωπεία μαθητών και μαθητριών του Ελληνορθοδόξου Κολλεγίου του Αγίου Ιωάννου Preston.
Η συγκίνηση κορυφώθηκε κατά την περιφορά του ανθοστόλιστου Επιταφίου στον περιβάλλοντα χώρο της ιστορικής Ιεράς Μονής «Άξιον Εστί». Η μεγαλειώδης λιτανευτική πομπή, με επικεφαλής τον Σεβασμιώτατο κ.κ. Μακάριο, σταμάτησε στο σημείο όπου δεσπόζει ο ανδριάντας του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου και εψάλη δέηση υπέρ υγείας του Παναγιωτάτου.
Μετά την επάνοδο στην εκκλησία, ο Αρχιεπίσκοπος απευθύνθηκε με λόγους ευχαριστίας προς τους πολυάριθμους πιστούς, οι οποίοι, παρά την κόπωση των ημερών, προσήλθαν να προσκυνήσουν τον Επιτάφιο και να τηρήσουν μια ιερή παράδοση που παρέλαβαν από τους γονείς, τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους. «Βεβαίως, η σημερινή ημέρα δεν αποτελεί μόνο ένα έθιμο, αλλά και μία ευκαιρία για περισυλλογή και πνευματική σκέψη», υπογράμμισε στη συνέχεια ο Σεβασμιώτατος και συνέχισε: «Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, σάς παρακαλώ όλους να σκεφτείτε σοβαρά το γεγονός του θανάτου του Θεού. Γιατί ο Χριστός σταυρώθηκε και γιατί θυσιάστηκε; Θα πούμε όλοι ότι ο Χριστός σταυρώθηκε για να μας σώσει. Αλλά θα μπορούσε να επιλέξει έναν άλλο τρόπο για να μας σώσει. Ωστόσο, επέλεξε τον σταυρό και τον θάνατο, γιατί ακριβώς ήθελε να μας δείξει πόσο μας αγαπά. Δεν επέλεξε τον εύκολο τρόπο, αλλά τον θυσιαστικό. Και αυτή η αγάπη του Θεού πρέπει να μας δίνει δύναμη, αλλά παράλληλα πρέπει να μας ελέγχει, διότι πολλές φορές δεν φαινόμαστε αντάξιοι της αγάπης Του».
Ακολούθως, ο Αρχιεπίσκοπος επικέντρωσε στο νόημα και την αξία της «μνήμης θανάτου», της συνειδητοποιήσεως δηλαδή ότι καθεμιά και καθένας μας, κάποια στιγμή, πρόκειται να φύγει από την παρούσα ζωή. «Ο σημερινός άνθρωπος ξεχνά την αγάπη του Θεού», παρατήρησε, «αλλά ξεχνά και αυτό το πολύ βασικό που είναι ο θάνατος». «Πολλοί από μας», επεσήμανε, «ζουν και δραστηριοποιούνται στην καθημερινότητά τους σαν να μην υπάρχει η άλλη ζωή και σαν να μην πρόκειται να πεθάνουν. Και θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα στην πνευματική μας ζωή εάν είχαμε μνήμη θανάτου. Εάν σκεφτόμασταν τον θάνατο, θα ήταν διαφορετική και η ζωή μας και οι αποφάσεις μας και οι επιλογές μας. Για παράδειγμα για σκεφτείτε πώς θα ήταν η ζωή μας εάν ξέραμε ότι αύριο το πρωί που θα σηκωθούμε, θα πρέπει να πάμε στο νοσοκομείο για να ξεκινήσουμε χημειοθεραπείες».
Περαιώνοντας τον διαποτισμένο με πατρική αγωνία και αγάπη λόγο του, ο Σεβασμιώτατος κ.κ. Μακάριος τόνισε: «Δεν σας τα λέω αυτά για να σας τρομοκρατήσω ή να σας απογοητεύσω. Θέλω όμως να σας βοηθήσω να καταλάβετε πόσο σημαντικό είναι να σκεφτόμαστε διαφορετικά, δηλαδή να σκεφτόμαστε με τον Χριστό παρόντα στη ζωή μας και να αναλογιζόμαστε ότι είμαστε σε αυτό τον κόσμο, αλλά η πορεία μας και η προοπτική μας είναι για τον άλλο κόσμο. Ο άνθρωπος είναι πλασμένος για την αιωνιότητα». Κλείνοντας ευχήθηκε σε όλους καλή Ανάσταση και να έχουν άφθονες τις ευλογίες του Θεού στη ζωή και στις οικογένειές τους.