Αρχική » New York Times: Θα μετέτρεπε ο Προφήτης Μωάμεθ την Αγιά Σοφιά σε τζαμί;

New York Times: Θα μετέτρεπε ο Προφήτης Μωάμεθ την Αγιά Σοφιά σε τζαμί;

από christina

 

Το ερώτημα αν ο Προφήτης Μωάμεθ θα προχωρούσε στη μετατροπή της Αγιάς Σοφιάς σε τόπο ισλαμικής λατρείας εξετάζει ένα ενδιαφέρον άρθρο γνώμης στους New York Times, το οποίο είναι μάλιστα γραμμένο από μουσουλμάνο αρθρογράφο. Όπως επισημαίνει ο Μουσταφά Ακιόλ, η απόφαση της Άγκυρας να μετατρέψει τον πρώην καθεδρικό ναό σε τζαμί έρχεται σε αντίθεση με τα πλουραλιστικά ένστικτα των ιδρυτών του Ισλάμ.

Αφού περιγράφει τον αντίκτυπο που είχε στον χριστιανικό κόσμο η πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης Ερντογάν να μετατρέψει το επιβλητικό κτίριο σε τζαμί, κάνοντας ειδική αναφορά στις δηλώσεις του Πάπα Φραγκίσκου και του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, ο Ακιόλ σημειώνει ότι αν αντιπαραβάλλουμε αυτές τις δηλώσεις με την χαρά που εξέφρασαν συντηρητικοί μουσουλμάνοι, φαίνεται σαν να έχουμε «ένα νέο επεισόδιο μιας παλιάς ιστορίας: Ισλάμ εναντίον Χριστιανοσύνης». «Όμως ορισμένοι μουσουλμάνοι, συμπεριλαμβανομένου και εμού, δεν αισθανόμαστε απολύτως άνετα με αυτό το ιστορικό βήμα, για έναν καλό λόγο: η εξαναγκασμένη μετατροπή τόπων θρησκευτικής λατρείας, που έχει συμβεί τόσο πολλές φορές στην ανθρώπινη ιστορία, προς όλες τις κατευθύνσεις, μπορεί να αμφισβητηθεί ακόμα και από αμιγώς μουσουλμανική σκοπιά».
 

Προκειμένου να στηρίξει με επιχειρήματα τη θέση του, ο αρθρογράφος κάνει μια ιστορική αναδρομή στις ρίζες του Ισλάμ που «γεννήθηκε» στην Αραβία τον 7ου αιώνα ως ένα μονοθεϊστικό κίνημα ενάντια στον πολυθεϊσμό. Ο Προφήτης Μωάμεθ και η μικρή ομάδα των πιστών του έβλεπαν τους μονοθεϊστές που είχαν προηγηθεί – Εβραίους και Χριστιανούς – ως συμμάχους. Όταν λοιπόν αυτοί οι πρώτοι μουσουλμάνοι έγιναν στόχοι διωγμών στην ειδωλολατρική Μέκκα, ορισμένοι βρήκαν άσυλο στο χριστιανικό βασίλειο της Αιθιοπίας. Χρόνια αργότερα, όταν ο Προφήτης ήταν κυρίαρχος στη Μεδίνα, καλωσόρισε μια ομάδα Χριστιανών από την πόλη Νατζράν στο τζαμί του, για να τελέσουν τη λατρεία τους. Επίσης υπέγραψε μια συνθήκη μαζί τους που όριζε ότι δεν θα υπήρχε κανενός είδους παρέμβαση στην άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων, ότι κανένας επίσκοπος δεν θα απομακρυνόταν από την επισκοπή του και κανείς μοναχός από τη μονή του.

Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, ο θρησκευτικός πλουραλισμός αντανακλάται και στο Κοράνι, όπου αναφέρεται ότι ο Θεός προστατεύει «τα μοναστήρια, τις εκκλησίες, τις συναγωγές, και τα τζαμιά στα οποία αναφέρεται συχνά το όνομά του». Είναι ο μοναδικός στίχος του Κορανίου που αναφέρει τις εκκλησίες και το κάνει με σεβασμό, επισημαίνει ο Ακιόλ.
 

Φυσικά αυτές οι θεολογικές συμμαχίες δεν εμπόδισαν τις πολιτικές συγκρούσεις που ακολούθησαν, ούτε απέτρεψαν τους μουσουλμάνους μετά τον θάνατο του Προφήτη να κατακτήσουν χριστιανικά εδάφη, από τη Συρία μέχρι την Ισπανία. Ωστόσο, ακόμη και αυτοί οι πρώτοι Μουσουλμάνοι κατακτητές έκαναν κάτι ασυνήθιστο για την εποχή: Δεν άγγιζαν τους τόπους λατρείας των λαών που υποδούλωναν.

Ανάλογη στάση με τον Μωάμεθ τήρησε ο Ουμάρ ιμπν αλ-Χαττάμπ, δεύτερος κατά σειρά χαλίφης του Πατριαρχικού Χαλιφάτου, αμέσως μετά την κατάκτηση της Ιερουσαλήμ το έτος 637, έπειτα από μια μακρά και αιματηρή πολιορκία. Οι χριστιανοί κάτοικοι της πόλης φοβόντουσαν ότι θα ακολουθούσε σφαγή, όμως τελικά ο Χαλίφης Ουμάρ τους εγγυήθηκε ασφάλεια, και προστασία της περιουσίας τους, των ναών και των σταυρών τους.

Χριστιανός ιστορικός αναφέρει μάλιστα ότι όταν ο Χαλίφης μπήκε στην πόλη ο πατριάρχης Σωφρόνιος τον προσκάλεσε να προσευχηθεί στον Θεό του στον Ναό του Πανάγιου Τάφου. Ο Ουμάρ αρνήθηκε ευγενικά, εξηγώντας ότι οι Μουσουλμάνοι μπορεί στη συνέχεια να εκλάμβαναν μια τέτοια ενέργεια ως αιτία να μετατρέψουν την εκκλησία σε τζαμί. «Με άλλα λόγια, το Ισλάμ μπήκε στην Ιερουσαλήμ χωρίς να την προσηλυτίσει» υπογραμμίζει ο αρθρογράφος.

Με το πέρασμα των ετών, καθώς το Ισλάμ εξελισσόταν στην θρησκεία μιας αυτοκρατορίας, τα πράγματα άρχισαν αν αλλάζουν. Στις πόλεις που παραδίδονταν στους κατακτητές τους χωρίς αντίσταση οι Χριστιανοί απολάμβαναν προστασία. Σε αυτές που αντιστέκονταν στον κατακτητή, τα πάντα προσφέρονταν για λεηλασία και η μετατροπή των ναών έγινε κάτι σύνηθες. Η νομιμοποίηση της τελευταίας πρακτικής, σύμφωνα με τον Τούρκο ακαδημαϊκό Γκουνέι, δεν προήλθε από το Κοράνι ούτε από το παράδειγμα του Προφήτη, αλλά από διοικητικούς κανονισμούς.
 

Σήμερα, αιώνες μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, το ερώτημα για την Τουρκία είναι ποια πτυχή αυτής της περίπλοκης οθωμανικής κληρονομιάς είναι πραγματικά πιο πολύτιμη.

Για τους θρησκευτικούς συντηρητικούς που έχουν συγκεντρωθεί πίσω από τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η κύρια απάντηση φαίνεται να είναι η αυτοκρατορική δόξα που ενσαρκώνει το πρόσωπο ενός απόλυτου κυβερνήτη.

Για άλλους Τούρκους, ωστόσο, το μεγαλείο των Οθωμανών έγκειται στον πλουραλισμό τους, ριζωμένο στην καρδιά του Ισλάμ, και αυτός θα ενέπνεε διαφορετικές ενέργειες σήμερα – ίσως το άνοιγμα της Αγίας Σοφίας τόσο στη μουσουλμανική όσο και στη χριστιανική λατρεία, μιας εξέλιξης που θα υποστήριζε ο αρθρογράφος. Μια άλλη θα ήταν η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, που παραμένει κλειστή παρ’ όλες τις εκκλήσεις των υποστηρικτών της θρησκευτικής ελευθερίας.

«Για τον ευρύτερο μουσουλμανικό κόσμο, η Αγιά Σοφιά είναι μια υπενθύμιση ότι η παράδοσή μας περιλαμβάνει την αιώνια πίστη και αξίες μας, αλλά και μια κληρονομιά ιμπεριαλισμού» σημειώνει ο Ακιόλ, συμπληρώνοντας ότι το τελευταίο είναι ένα πικρό ιστορικό γεγονός, όπως ο χριστιανικός ιμπεριαλισμός, που είχε βάλει στο παρελθόν στο στόχαστρο τζαμιά και ανθρώπινες ζωές. «Σήμερα όμως πρέπει να προσπαθούμε να επουλώνουμε τις πληγές του παρελθόντος, όχι να ανοίγουμε νέες».

«Αν εμείς οι μουσουλμάνοι θέλουμε πραγματικά να αναβιώσουμε κάτι από το παρελθόν μας, ας εστιάσουμε στο μοντέλο που ξεκίνησε ο Προφήτης και συνέχισε ο Χαλίφης Ουμάρ» σημειώνει ο αρθρογράφος. Αυτό, κατά τον ίδιο, σημαίνει ότι δεν πρέπει να μετατρέπεται κανείς τόπος λατρείας, και ότι όλες οι θρησκευτικές παραδόσεις πρέπει να γίνονται σεβαστές. Η μεγαλοθυμία της ανεκτικότητας πρέπει να υπερνικήσει τη μικροψυχία όσων πιστεύουν στην υπεροχή, καταλήγει ο Ακιόλ.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ