Αρχική » Ποτέ δεν πρέπει να απορρίπτουμε πρόσωπα…

Ποτέ δεν πρέπει να απορρίπτουμε πρόσωπα…

από christina

 
Γράφει ο π.Αντώνιος Χρήστου 

Εκκλησιαστικά το ανθρώπινο πρόσωπο είναι πλασμένο ως γνωστόν κατ’ εικόνα  (ελεύθερη βούληση) και καθ’ ομοίωσιν (η προοπτική της αγιότητας, να γίνουμε Θεοί κατά χάριν Θεού). Με αυτή την οντολογική προδιαγραφή του ανθρώπου αντιλαμβανόμαστε τόσο το ανεπανάληπτο του ανθρωπίνου προσώπου, όσο και την «ιερότητά» του, η οποία αξίζει τον σεβασμό όλων μας, ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, καταγωγής, πίστης, ιδεολογικών-πολιτικών επιλογών.

Ο Χριστός πάνω στον Σταυρό έχυσε το αίμα Του για όλη την ανθρωπότητα γενικά και για τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Ασχετα αν ο κάθε ένας από εμάς το δέχεται και το αποδέχεται, το πιστεύει και δεν το πιστεύει, το θέλει και δεν το θέλει, είναι στην προσωπική του ευθύνη αν η αντικειμενική σωτηρία γίνει και υποκειμενική σωτηρία. Ο κάθε άνθρωπος που έρχεται στον κόσμο είναι «εν δυνάμει» μέλος της Εκκλησίας και στο χέρι του είναι (αν άκουσε βέβαια για τον Χριστό και την αλήθεια) να ενταχθεί ή όχι στη «Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» που είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία, ως ασφαλή και μοναδικό δρόμο σωτηρίας.

Κανείς άνθρωπος που έρχεται στον κόσμο δεν είναι αναμάρτητος και κυρίως αλάνθαστος. Το μόνο που διαφέρει είναι ο βαθμός, άλλοι αμαρτάνουν και λανθάνουν λιγότερο και άλλοι περισσότερο, κανείς δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στον Χριστό χωρίς «να τον ελέγχει ο χιτώνας…». Χωρίς να «τρέμει την φοβερά ημέρα της Κρίσεως…» με την έννοια ότι ακόμη και οι Αγιοι εν ζωή, λόγω της μεγάλης ταπείνωσης και των λεπτών κριτηρίων, πάντα θεωρούσαν και θεωρούν τους εαυτούς τους ως πρώτους των αμαρτωλών και ως αυτούς που δεν αξίζουν τον παράδεισο…! Μόνο η Εκκλησία στο σύνολό της, «εν συνόδω» είναι αλάνθαστη, ακόμη και η Σύνοδος τοπικών Εκκλησιών μπορούν να σφάλλουν! Αντιλαμβάνεσθε λοιπόν την τραγικότητα της παπικής Εκκλησίας, όταν Επίσκοπος Ρώμης διεκδίκησε για τον ευατό του το Πρωτείο και την «αυθεντία», ότι από «καθέδρας» είναι αλάνθαστος και μπορεί να αποφαίνεται χωρίς τη συνοδικότητα και τη συγκατάθεση των άλλων 4 τότε Θρόνων (Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων). Οπως εύστοχα έχει ειπωθεί: «Το μεγαλύτερο λάθος ήταν ότι κάποιος δήλωσε αλάνθαστος…»!

Τα λάθη λοιπόν και οι ατέλειες είναι δεδομένες και μπροστά μας συνεχώς. Μόνο η Θεία Χάρις είναι αυτή, ο Θεϊκός δηλαδή παράγοντας που μπορεί να μας χαριτώσει. Εις επίρρωση αυτού, όταν τελείται το μυστήριο της Ιερωσύνης πραγματώνεται η μεγάλη αλήθεια: «Η Θεία Χάρις, η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα…». Μόνο με αυτή τη συγκατάβαση Του Θεού μπορούμε να ελπίζουμε και να πορευόμαστε.

Με βάση τα παραπάνω, ερχόμαστε στο κύριο θέμα μας, που αποτελεί κατά τη γνώμη μας μία τραγικότητα που συναντάμε στην πράξη παντού, ακόμη δυστυχώς και μέσα στην Εκκλησία, όχι βέβαια καθεαυτό από αυτήν ως θεανθρώπινο, αλλά από μέλη της που παρεκτρέπονται και τη δυσφημίζουν. Η Εκκλησία, έχουμε πει και άλλες φορές: «Αγαπά τους αιρετικούς και τους αμαρτωλούς, απεχθάνεται όμως την αίρεση και την αμαρτία»! Αυτές τις δύο βασικές διακρίσεις είναι σημαντικό να τις κατανοήσουμε και να τις έχουμε υπόψη μας πριν ενεργήσουμε στη ζωή μας εναντίον οποιουδήποτε ανθρώπου και για οποιονδήποτε λόγο.

Μπορεί κάποιος άνθρωπος να είναι σε πλάνη, να μην είναι καν στην Ορθόδοξη πίστη αλλά να πιστεύει σε είδωλα ή σε ψεύτικους Θεούς. Μπορεί κάποιος να έχει μεν σωστή πίστη, αλλά προσωπικά να βρίσκεται σε πνευματική πτώση, να έχει κάποιο σοβαρό ελάττωμα ή ιδιορρυθμία, ποτέ όμως δεν απορρίπτουμε το ανθρώπινο πρόσωπο αλλά μόνο τη συμπεριφορά του, με σκοπό πάντα τη διόρθωσή του και με σεβασμό στην ελευθερία του. Εδώ μπαίνουμε στο γνωστό μας «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε» (Ματθ. 7,1), γιατί η κρίση είναι μόνο του Χριστού και εμείς πρέπει να προσέχουμε την κατάκριση για πρόσωπα, ακόμη και αν μας έδωσαν αφορμή. Ο,τι πούμε (αν πούμε και δεν σιωπήσουμε που θα ήταν το καλύτερο κατά τη γνώμη μας) έχει να κάνει με τις πράξεις ή τα λόγια του προσώπου ή των προσώπων και μόνο σε αυτό μένουμε, για να διορθωθούν και για να μην επηρεαστούμε αρνητικά και εμείς.

Ας θυμηθούμε και τον ίδιο τον Κύριο (κατά Ιωάννη 2, 14-16) που όταν είδε τον Ναό των Ιεροσολύμων «τον Οίκο του Πατέρα Του» να έχει γίνει «Οίκος εμπορίου» δεν τα έβαλε με τους ανθρώπους που έκαναν αυτές τις πράξεις, αλλά αναποδογύρισε τους πάγκους με τα «εμπορεύματα» για να σταματήσει αυτή η ασέβεια και να μην βεβηλώνεται άλλο ο Ναός. Ακόμη και οι τρομεροί έλεγχοι έναντι των Γραμματέων και των Φαρισαίων ήταν όχι για τα πρόσωπα, αλλά για τις φαρισαϊκές τους πράξεις που επηρέαζαν και παρέσερναν και άλλους στην απώλεια! Στην ίδια γραμμή και οι Απόστολοι, οι Πατέρες της Εκκλησίας και γενικότερα όλοι οι Αγιοι.

Αν όλοι αυτοί έχουν αυτά τα λεπτά κριτήρια και την απαραίτητη διάκριση, πώς τολμούμε εμείς να μην παραδειγματιζόμαστε και «να καίμε μαζί με τα ξερά και τα χλωρά»; Γιατί απορρίπτουμε ανθρώπινα πρόσωπα, τους βάζουμε ταμπέλες, αποδίδουμε χαρακτηρισμούς που πληγώνουν και ελέγχουμε χωρίς να έχουμε κάνει πρώτα εμείς την αυτοκριτική μας; Ποιοι είμαστε εμείς να στήνουμε λαϊκά δικαστήρια και να γιουχάρουμε ακόμη και εγκληματίες; Δεν σκεφτόμαστε ότι και εμείς μπορεί να είμαστε κάποτε στη θέση τους ή τουλάχιστον ότι κάποια μάνα, πατέρας, αδέλφια και παιδιά μπορεί να πονούν και να υποφέρουν για εκείνους; Η συγχωρητικότητα, όπως έπραξε ο Πατέρας προς τον άσωτο υιό, είναι η καλύτερη απάντηση για την αγάπη, ανατρέπει τη δικαιοσύνη (δεν μένει στο «μου έκανες-σου έκανα» κ.λπ.) αλλά είναι η αγκαλιά, ακόμη και αν μας πληγώνει, ακόμη και αν μας θανατώνει. Αυτό έκαναν οι μάρτυρες κατά το μαρτύριό τους και γι’ αυτό συγκλονίζονταν οι δήμιοί τους και γενικότερα όσοι παρακολουθούσαν αυτές τις φοβερές στιγμές, όπου όχι μόνο δεν τους έβριζαν αλλά τους ευλογούσαν.

Κλείνοντας το άρθρο μας και με βάση την εμπειρία μου στον εκκλησιαστικό χώρο, κάποιοι με πρόφαση τη διατήρηση της αλήθειας, του δόγματος και του Εκκλησιαστικού ήθους, στοχοποιούν συνεχώς ανθρώπινα πρόσωπα, πετάνε μομφές εναντίον τους ή κατά των έργων ή των συγγραμμάτων τους. Μπορεί να έχουν δίκιο ως προς το περιεχόμενο, ο τρόπος όμως είναι κατά τη γνώμη μας λανθασμένος, άκομψος και τουλάχιστον μη ευγενικός. Μέσω των εντύπων τους, των λόγων τους, χωρίζουν συνέχεια σε «εμείς» και «εσείς», θέλουν να βάζουν τον εαυτό τους ή τους “δικούς τους” στο απυρόβλητο και όλους τους άλλους να τους βγάζουν προβληματικούς και αιρετικούς. Οπως ένα φρούτο, αν έχει ωριμάσει ή έχει κτυπηθεί αφαιρούμε το προβληματικό κομμάτι αλλά μπορούμε να φάμε το υπόλοιπο, έτσι και εδώ δεν πρέπει να τα απορρίπτουμε όλα, αλλά μόνο αυτά που όντως είναι (και όχι ό,τι πιστεύουμε ότι είναι – υπάρχει θεμελιώδης διαφορά) λανθασμένα δογματικά. Κανείς δεν περισσεύει, εκτός αν τους επισημαίνονται ατοπήματα επίσημα από την Εκκλησία και αυτοί αντί να μετανιώνουν μένουν στην αμετανοησία…! Γενικότερα ας σταματήσουμε «το κυνήγι “των Μαγισσών”». Mας εκθέτει όλους…! Αμήν!

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ