Με ένα υπόμνημα πέντε αρχών, η Εκκλησία επιχειρεί να θέσει απαγορευτικό στα σχέδια της κυβέρνησης για σοβαρές αλλαγές στο μάθημα των Θρησκευτικών. Το ανακοινωθέν παρέδωσαν στον υπουργό Παιδείας, Νίκο Φίλη, οι μητροπολίτες Ναυπάκτου, Ιερόθεος, Καστοριάς, Σεραφείμ, και Σερρών, Θεολόγος, όλοι τους μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (ΔΙΣ). Είχε προηγηθεί συνάντηση του Αρχιεπισκόπου και της ΔΙΣ με τους εκπροσώπους θεολογικών σχολών και συλλόγων.

Πέρα από τις όποιες αλλαγές, η Ιεραρχία θέλησε να στείλει και ένα ηχηρό μήνυμα στο υπουργείο να μην αγγίξει το θέμα της απαλλαγής από τα Θρησκευτικά. Παράλληλα, πήρε σαφή θέση υπέρ του ισχύοντος προγράμματος σπουδών, θέλοντας να βάλει οριστικά τέλος σε έναν άτυπο «πόλεμο» που έχει ξεσπάσει μεταξύ θεολόγων για το περιεχόμενο και τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος. Ο υπουργός Παιδείας στη συνάντησή του με τους μητροπολίτες έδειξε ως υπεύθυνο για το ζήτημα το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρόεδρός του, Γεράσιμος Κουζέλης, διευκρίνισε στους αρχιερείς: «Ειδικότερα για το μάθημα των Θρησκευτικών, έχει συσταθεί ειδική επιτροπή του Ινστιτούτου, η οποία έχει την ευθύνη του διαλόγου για τα θέματα που επιθυμεί να θέσει η Εκκλησία». Το Ινστιτούτο, όμως, βρίσκεται πιο κοντά στις θέσεις μιας μερίδας θεολόγων παρά στην πρόταση της Εκκλησίας. Ερώτημα λοιπόν παραμένει κατά πόσο ο υπουργός θα λάβει υπόψη του το υπόμνημα στις τελικές αποφάσεις του για τα Θρησκευτικά.

 

«Κόκκινη γραμμή το Σύνταγμα»

Ο μητροπολίτης Ναυπάκτου, Ιερόθεος, βασικός εισηγητής της Ιεραρχίας για το ζήτημα με το μάθημα των Θρησκευτικών, εξήγησε στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας» το σκεπτικό της πρότασής του: «Το μάθημα των Θρησκευτικών απαντά στο αίτημα της πολυπολιτισμικότητας, για το οποίο γίνεται πολύς λόγος τελευταία. Επομένως, οι όποιες βελτιώσεις έρθουν να προστεθούν δεν θα αλλάξουν τον ούτως ή άλλως πλουραλιστικό χαρακτήρα του προγράμματος σπουδών. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι και οποιαδήποτε αλλαγή πρέπει να συμφωνεί με το Σύνταγμα και τις αποφάσεις της Πολιτείας, όπως αυτές εκφράζονται στα ελληνικά δικαστήρια».

Δεν είναι τυχαίο ότι από την αρχή της εισήγησής του ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου είχε επικαλεστεί το Σύνταγμα και τον καταστατικό χάρτη της Εκκλησίας, σύμφωνα με τον οποίο «η Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται μετά της Πολιτείας προκειμένου περί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος, ως τα της χριστιανικής αγωγής της νεότητος…». Σε άλλο σημείο, μάλιστα, ο κ. Ιερόθεος ανέφερε χαρακτηριστικά πως «το Σύνταγμα είναι ο Καταστατικός Χάρτης της Ελληνικής Πολιτείας και κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί ή να το υπονομεύσει. Είναι, δε, γνωστόν ότι το Σύνταγμα ερμηνεύεται από το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της πατρίδας μας, το Συμβούλιο της Επικρατείας», υπενθυμίζοντας τις δικαστικές αποφάσεις που έχει λάβει, όσον αφορά το δικαίωμα απαλλαγής από το μάθημα: «Μόνον οι ετερόδοξοι, ετερόθρησκοι και οι άθρησκοι έχουν το συνταγματικό δικαίωμα να ζητήσουν απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών, για λόγους θρησκευτικής συνειδήσεως, με την υποχρέωση όμως να διδαχθούν άλλο μάθημα».

Ο κ. Ιερόθεος άφησε αιχμές για τις ενώσεις των θεολόγων σχετικά με τον τρόπο που άφησαν τον διάλογο να εξελιχθεί σε μια άγονη αντιπαράθεση τα τελευταία πέντε χρόνια: «Δεν επιλύεται το θέμα ενδεχομένως γιατί όλες οι πλευρές παραμένουν σταθερές στις απόψεις τους».

Η πρόταση του μητροπολίτη στο ανακοινωθέν που εξέδωσε η Διαρκής Ιερά Σύνοδος χαρακτηρίζεται ως συνθετική των δύο προγραμμάτων σπουδών, του ισχύοντος, που υποστηρίζεται από την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ), και της πρότασης του συνδέσμου θεολόγων «Καιρός για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης». Το μοντέλο του «Καιρού» διδάχθηκε πιλοτικά για τρία χρόνια σε σχολεία της μέσης εκπαίδευσης. Ο κ. Ιερόθεος, ουσιαστικά, υπεραμύνεται του ισχύοντος προγράμματος σπουδών, επισημαίνοντας ότι με τον τρόπο που διδάσκεται το μάθημα δεν συνιστά κατήχηση της Εκκλησίας, αλλά περιέχει εκτεταμένες θρησκειολογικές αναφορές. Στη βάση, λοιπόν, αυτού του προγράμματος, μπορούν να γίνουν ελάχιστες βελτιώσεις, με σαφή προτεραιότητα στην ορθόδοξη παράδοση.

 

Σε ρόλο «διαιτητή» ο Ιερώνυμος

Οι περισσότεροι από τους καθηγητές που πήραν τον λόγο τοποθετήθηκαν στη γραμμή του μητροπολίτη Ναυπάκτου. Όταν, όμως, ο πρόεδρος της ΠΕΘ, Κωνσταντίνος Σπαλιώρας, έκανε λόγο αναφορικά με το νέο πρόγραμμα σπουδών για προσηλυτισμό των Ορθόδοξων μαθητών σε άλλες θρησκείες, προκάλεσε την αντίδραση τόσο του προέδρου του «Καιρού», Δημήτρη Μόσχου, όσο και του κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, Μιλτιάδη Κωνσταντίνου. Τότε, ο Αρχιεπίσκοπος κάλεσε τον κ. Σπαλιώρα να μη διαβάζει έτοιμο κείμενο, αλλά να τοποθετηθεί σε όσα ακούστηκαν στην αίθουσα.

Ο κ. Μόσχος εξέφρασε τη διαφωνία του στη διατήρηση του μαθήματος ως βάση αλλαγών, υποστηρίζοντας πως, από τη στιγμή που υπάρχει έτοιμο νέο πρόγραμμα, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί και στην πορεία να βελτιωθεί, ανάλογα με τις ανάγκες που θα υπάρξουν. «Έχουμε κάνει την αυτοκριτική μας και μετατροπές στη σωστή κατεύθυνση. Πρέπει να υποστηριχθεί ο συγκεκριμένος τρόπος διδασκαλίας, προκειμένου να αποφευχθεί η οριστική διακοπή του μαθήματος των Θρησκευτικών», δήλωσε ο πρόεδρος του «Καιρού», προσπαθώντας να πείσει ότι η πρότασή του δεν αποτελεί υπαναχώρηση της Εκκλησίας από το Ορθόδοξο Δόγμα.