Του Γιώργη Μυλωνά

 

Στη δημιουργία ενός φορέα αξιοποίησης της αγροτικής εκκλησιαστικής περιουσίας προχωρά ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Βαγγέλης Αποστόλου, σε συνεννόηση με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Για το φιλόδοξο σχέδιο, που θα δώσει ζωή στην ελληνική επαρχία και δουλειά σε χιλιάδες νέους, μίλησε στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας» ο υπουργός, δίνοντας το στίγμα της πολιτικής που θ’ ακολουθήσει: «Το υπουργείο έχει ξεκινήσει μία διαδικασία καταγραφής και, στη συνέχεια, αξιοποίησης δημόσιων αγροτικών γαιών, οι οποίες σήμερα παραμένουν αναξιοποίητες. Τέτοιες εκτάσεις ανήκουν στο Δημόσιο, όπως στο υπουργείο Γεωργίας, αλλά υπάρχει και γη που ανήκει στην τοπική αυτοδιοίκηση. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η περιουσία που ανήκει στην Εκκλησία και σήμερα παραμένει ανεκμετάλλευτη».

Στο ερώτημα τι θα κάνει η Πολιτεία με τη δεσμευμένη εκκλησιαστική γη, ο κ. Αποστόλου δείχνει να συμμερίζεται την ανησυχία της Εκκλησίας: «Ξέρουμε ότι υπάρχουν εκτάσεις που δημιουργούν πρόβλημα στην Εκκλησία, στον βαθμό που, ενώ είχαν γεωργικό χαρακτήρα, σταμάτησαν να καλλιεργούνται και τώρα πλέον έχουν διασωθεί ή κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως δάση. Η διαδικασία αξιοποίησης αυτών των εκτάσεων στην υπηρεσία της αγροτικής παραγωγής είναι στρατηγικός στόχος της κυβέρνησης. Θέλουμε έτσι να ενισχύσουμε τους νέους αγρότες, τις ομάδες παραγωγών και τους κτηνοτρόφους. Αντίστοιχα, λοιπόν, με την προσπάθεια που θα γίνει για τα κτήματα του Δημοσίου, η πρότασή μου είναι να γίνει το ίδιο και για τα κτήματα της Εκκλησίας. Να ενταχθούν, δηλαδή, σε αυτόν τον φορέα, που θ’ αναλάβει την αξιοποίηση κατ’ αυτόν τον τρόπο».

Θέλουμε έτσι να ενισχύσουμε τους νέους αγρότες, τις ομάδες παραγωγών και τους κτηνοτρόφους. Αντίστοιχα, λοιπόν, με την προσπάθεια που θα γίνει για τα κτήματα του Δημοσίου, η πρότασή μου είναι να γίνει το ίδιο και για τα κτήματα της Εκκλησίας

Το σχήμα του φορέα αξιοποίησης της εκκλησιαστικής γης θα πάρει μορφή μετά την ολοκλήρωση της καταγραφής της περιουσίας, χωρίς ακόμη να έχει οριστικοποιηθεί αν θα είναι εταιρεία ή οργανισμός. «Σε γενικές γραμμές, ο Αρχιεπίσκοπος δεν ήταν αρνητικός στη συνάντηση που είχαμε, αναγνωρίζει το πρόβλημα, ξέρει ότι η προσπάθειά μας είναι φιλότιμη και είναι προς όφελος των νέων αγροτών του τόπου. Αναζητούμε το σχήμα που θα έχει ο φορέας και τις λεπτομέρειές του για να ξανασυζητήσουμε με την Εκκλησία. Θα συνεχιστεί λοιπόν ο διάλογος, έτσι ώστε να βρούμε τους τρόπους για να παραχθεί το βέλτιστο αποτέλεσμα».

Ο κ. Ιερώνυμος με τους συνεργάτες του σε κάθε συνάντηση που έχουν με πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες της χώρας, επισημαίνουν την ανάγκη αποδέσμευσης της εκκλησιαστικής περιουσίας, προκειμένου να αναπτύξουν το φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο της Εκκλησίας. Αίσθηση είχε προκαλέσει πριν από τρία χρόνια το χριστουγεννιάτικο μήνυμα του αρχιεπισκόπου: «Είναι καιρός να αρθούν τα εμπόδια, ώστε αυτή τη λίγη περιουσία που απέμεινε στην Εκκλησία να της επιτραπεί να την αξιοποιήσει προς όφελος του λαού μας. Και όποιος επιθυμεί να εργαστεί στην ελληνική γη, συμβάλλοντας στη διατροφική επάρκεια της χώρας και στην ανάπτυξη σύγχρονων εξαγώγιμων προϊόντων καλλιέργειας και βοσκής, ας γνωρίζει ότι όση λίγη γη ανήκει ακόμα στην Εκκλησία θα είναι στη διάθεσή του».

Το σχέδιο όμως, εκτός από χρόνο, απαιτεί γενναίες πολιτικές αποφάσεις για ν’ αντιμετωπιστεί αυτό που επισήμανε μόλις πριν από έναν μήνα ο κ. Ιερώνυμος: «Υπάρχει η δυσκολία του κράτους, γιατί το κράτος όπου δει εκκλησιαστικό τόπο, τον θεωρεί είτε δημοτικό είτε δημόσιο είτε δασικό. Επομένως δεν αρκεί μόνο η θέλησή μας. Χρειάζεται και η συνεργασία με την άλλη πλευρά».

 

«Εχει ολοκληρωθεί το 50% του Κτηματολογίου μας»

Προτού αξιοποιηθεί η εκκλησιαστική γη, χρειάζεται να καταγραφεί, μια διαδικασία όμως που μόνο εύκολη δεν είναι. Τα στοιχεία που διατίθενται κατά καιρούς δίνονται με το σταγονόμετρο είτε από την ίδια την Εκκλησία είτε από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, και αυτό διότι ουδείς επί της ουσίας είναι σε θέση να γνωρίζει το σύνολο ακόμη και της ακίνητης εκκλησιαστικής περιουσίας στην Ελλάδα. Σχεδόν όλοι εκτιμούν ότι το Κτηματολόγιο θα αποσαφηνίσει σε ικανό επίπεδο την κατάσταση, αλλά είναι δεδομένο ότι και σε αυτήν την περίπτωση θα υπάρξουν αντιπαραθέσεις.

Η Εκκλησία, όπως έχει δηλώσει στην «Κιβωτό» ο επίσκοπος Σαλώνων, Αντώνιος (διευθυντής της εκκλησιαστικής υπηρεσίας οικονομικών), θέλει τη διαδικασία του Κτηματολογίου, «ώστε επιτέλους να αποδειχθεί αφενός πόσο μεγάλο ψέμα είναι η φήμη ότι δήθεν η Εκκλησία έχει τεράστια περιουσία και αφετέρου ότι οι τίτλοι ιδιοκτησίας που έχει είναι αδιάσειστοι. Σε αυτήν την κατεύθυνση, η Εκκλησία έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια ψηφιοποίησης ενός αρχείου, που ξεπερνά τα δύο εκατομμύρια έγγραφα. Εχει ήδη ολοκληρώσει το 50% αυτού του εκκλησιαστικού κτηματολογίου, που περιλαμβάνει τι έχει πουληθεί, τι έχει απαλλοτριωθεί και τι έχει μείνει. Οι άνθρωποι της Εκκλησίας εκτιμούν ότι απέμεινε μόνο το 4% της αρχικής της περιουσίας. Και από αυτήν μόνο το 1/4 είναι αξιοποιήσιμο, καθώς το υπόλοιπο είναι δεσμευμένο από τους δήμους. Πολλά από τα κτήματα θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν αγροτικά, με τη φύτευση είτε ελαιών κι αμπελιών είτε αρωματικών φυτών. Θέλει καλή μεθόδευση, αλλά πιστεύω ότι στο εξωτερικό τα προϊόντα αυτά θα βρουν μεγάλη ανταπόκριση», εξηγεί ο υπεύθυνος των οικονομικών της Εκκλησίας.

Τα εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ εμφανίζονται να κατέχουν σχεδόν 1,3 εκατ. στρέμματα γης σε όλη τη χώρα. Δάση, βοσκοτόπια και αγροτικές εκτάσεις ανήκουν κυρίως σε ιερές μονές, οι οποίες πολλές φορές δεν διαθέτουν τίτλους ιδιοκτησίας, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, επικαλούνται οθωμανικά φιρμάνια και έγγραφα που τους αναγνωρίζουν τη νομή και κατοχή ολόκληρων περιοχών στις οποίες, ωστόσο, σήμερα έχουν αναπτυχθεί οικισμοί. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάποτε το μεγαλύτερο τμήμα της Αττικοβοιωτίας μοιράζονταν οι μονές Πεντέλης και Πετράκη.

Η εικόνα της συνολικής έκτασης του εκκλησιαστικού «κτηματολογίου» διαφοροποιείται από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, οι εκτάσεις περιορίζονται στα 855.000 στρέμματα εκ των οποίων σχεδόν τα μισά χαρακτηρίζονται διακατεχόμενα, δηλαδή εκτάσεις για τις οποίες η Εκκλησία δεν διαθέτει για διάφορους λόγους τίτλους ιδιοκτησίας ή αυτές έχουν καταπατηθεί. Πάντως, το μεγαλύτερο μέρος της εκκλησιαστικής περιουσίας, που δεν έχει κτιστεί, παραμένει δεσμευμένο από την Πολιτεία.

Οι εκκλησιαστικές εκτάσεις περιορίζονται στα 855.000 στρέμματα εκ των οποίων σχεδόν τα μισά χαρακτηρίζονται διακατεχόμενα, δηλαδή εκτάσεις για τις οποίες η Εκκλησία δεν διαθέτει για διάφορους λόγους τίτλους ιδιοκτησίας ή αυτές έχουν καταπατηθεί.

Ακόμη κι αν η βούληση του υπουργείου είναι ισχυρή, ερώτημα παραμένει τι θα γίνει με τα περίφημα «φιλέτα» της Εκκλησίας. Σχεδόν όλα τα οικόπεδα της Εκκλησίας στη Βουλιαγμένη, πλην ελαχίστων, είναι δεσμευμένα από το δήμο. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις που διατάσσουν την αποδέσμευσή τους, με την επιβολή προστίμων στον δήμο και στο ΥΠΕΚΑ (υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας), εξακολουθούν να είναι δεσμευμένα. Τρανταχτό παράδειγμα είναι η Φασκομηλιά, η περιοχή που εκτείνεται από τη λίμνη της Βουλιαγμένης έως τη Βάρκιζα. Εκεί, η Εκκλησία υποστηρίζει ότι κατέχει τέσσερα οικοδομικά τετράγωνα και δεν μπορεί να τα αξιοποιήσει. Αντίστοιχες περιπτώσεις αποτελούν το λοφάκι όπου βρίσκεται το ορφανοτροφείο της Βουλιαγμένης, το οικοδομικό τετράγωνο ακριβώς απέναντι από τον Αστέρα της Βουλιαγμένης, αλλά και το οικοδομικό τετράγωνο δίπλα από τη λίμνη της Βουλιαγμένης.

 

Η χαρτογράφηση της αγροτικής εκκλησιαστικής περιουσίας

Σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση του πραγματοποίησε η ελληνική Πολιτεία τη δεκαετία του ΄80, σε εκκλησιαστικούς οργανισμούς ανήκουν:

▅ Νομός Αττικής: 33.860 στρ. δάσους, 6.500 στρ. δασικής έκτασης και 20.570 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.

▅ Νομός Ευβοίας: 17.890 στρ. δάσους, 1.670 στρ. δασικής έκτασης και 2.120 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.

▅ Νομός Κορινθίας: 15.310 στρ. δάσους, 500 στρ. δασικής έκτασης και 20.179 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.

▅ Νομός Τρικάλων: 41.110 στρ. δάσους, 23.850 στρ. δασικής έκτασης και 22.840 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.

▅ Νομός Μαγνησίας: 31.460 στρ. δάσους, 5.490 στρ. δασικής έκτασης και 3.340 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.

▅ Νομός Φωκίδας: 9.980 στρ. δάσους, 1.350 στρ. δασικής έκτασης και 1.050 στρ. χορτολιβαδικής.

▅ Νομός Αχαΐας: 20.670 στρ. δάσους, 1.680 στρ. δασικής έκτασης και 1.060 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.

▅ Νομός Χαλκιδικής: 86.330 στρ. δάσους, 580 στρ. δασικής έκτασης και 2.300 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης, τα οποία είναι στην ιδιοκτησία μονών του Αγίου Ορους και άλλα 8.340 στρ. δασικής έκτασης που ανήκουν σε άλλο μοναστήρι του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Οι μικρότερες εκκλησιαστικές εκτάσεις βρίσκονται σε νομούς όπως η Μεσσηνία, η Φθιώτιδα, η Πέλλα και η Ηλεία.