Της Έλενας Τσακίρη

 

Ερημωμένα είναι τα τελευταία χρόνια τα εκκλησιαστικά λύκεια, με την οικονομική κατάσταση αλλά και τις συγχωνεύσεις που έγιναν πριν από μερικά χρόνια να έχουν χτυπήσει σκληρά τον τομέα της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης. Αυτή τη στιγμή λειτουργούν 10 σχολικές μονάδες σε όλη τη χώρα, άλλες με Γυμνάσιο-Λύκειο κι άλλες μόνο Λύκειο. Παράλληλα, υπάρχουν και τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας, τα οποία βρίσκονται σε λειτουργία με τεράστια κενά νομιμότητας.

«Κάποτε είχαμε μέχρι και 80 παιδιά ανά τάξη. Τώρα έχουμε πέσει ακόμα και στα 10, σε περιοχές ειδικά που είναι απομακρυσμένες, όπως η Φλώρινα», σημειώνει η Καλή Αλυσανδράτου, διευθύντρια της Εστίας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης στην Ιερά Σύνοδο και συνεχίζει: «Το θέμα των διορισμών ταλαιπωρεί όλη τη ραχοκοκαλιά της εκπαίδευσης. Ένας διορισμός τον χρόνο ανά Μητρόπολη δεν αποτελεί κίνητρο και το γεγονός ότι το Εκκλησιαστικό Λύκειο δεν δίνει πλέον μισθολογική βαθμίδα, αποθαρρύνει ακόμα περισσότερα παιδιά. Πλέον, με την οικονομική κατάσταση που επικρατεί ένα παιδί γιατί να μη προτιμήσει να τελειώσει το Γενικό Λύκειο στον τόπο διαμονής του και στη συνέχεια να πάει σε μία Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία ή σε μία Θεολογική Σχολή;».

Στον ίδιο σκόπελο σκοντάφτει και η ιδέα των σχολείων δεύτερης ευκαιρίας. «Υπάρχουν 2.000 - 2.500 κληρικοί χειροτονημένοι σε Μητροπόλεις που δεν έχουν τελειώσει Γυμνάσιο και Λύκειο. Πώς ένας παπάς όμως από τη Λήμνο για παράδειγμα θα αφήσει την ενορία του για δύο χρόνια για να πάει στο σχολείο δεύτερης ευκαιρίας; Οι μόνες μονάδες που υπάρχουν είναι στην Καρδίτσα, την Καλαμάτα και την Κατερίνη», συνεχίζει η κ. Αλυσανδράτου. Η Ιερά Σύνοδος έχει κάνει πρόταση εδώ και πολλά χρόνια τα μαθήματα να γίνονται εξ αποστάσεως, ώστε να δοθεί η ευκαιρία στους ιερείς που θέλουν να πάρουν απολυτήριο. Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν έχει εισακουστεί ακόμα.

 

Αλλαγές στον νόμο

Οι συζητήσεις με την Πολιτεία και ιδιαίτερα με το υπουργείο Παιδείας είναι ζωηρές τους τελευταίους μήνες, σχετικά με τις αλλαγές στην εκκλησιαστική εκπαίδευση.

Παλαιότερα, στα Εκκλησιαστικά Λύκεια υπήρχε η 4η Λυκείου. Είχε κατεξοχήν ιερατικά μαθήματα, ώστε να λάβουν οι μαθητές ιερατική εκπαίδευση. Οι μαθητές με την ολοκλήρωση της τάξης κέρδιζαν μία βαθμίδα που αντιστοιχεί σε δύο βαθμολογικά έτη. Ο νόμος του 2006 κατήργησε τη συγκεκριμένη τάξη και μαζί τη μισθολογική βαθμίδα που αποτελούσε ένα πολύ ισχυρό κίνητρο για όσους ήθελαν να ακολουθήσουν ιερατικές σπουδές.

Στη θέση τους ιδρύθηκαν τα ιερατικά ΙΕΚ, τα οποία λειτούργησαν για τέσσερα χρόνια και μετά σταμάτησαν τη λειτουργία τους. Αν και έχει περάσει πολύς καιρός, το κενό αυτό δεν έχει καλυφθεί.

Τους τελευταίους μήνες γίνονται διάφορες συζητήσεις ώστε να ενταχθεί η Μαθητεία στον θεσμό του Λυκείου. Όσοι διορίζονται ως εφημέριοι δεν θα αναγνωρίζονται από το Δημόσιο αν δεν έχουν ολοκληρώσει το έτος Μαθητείας, για το οποίο μάλιστα σχεδιάζεται να διαρκεί δύο έτη. Η μη αναγνώριση από το Δημόσιο βέβαια αφορά και τη μη πληρωμή από αυτό.

Η Μαθητεία σχεδιάζεται να ξεκινήσει σε τρία μέρη της Ελλάδας σε πρώτη φάση. Τα δύο πρώτα είναι η Ξάνθη και τα Χανιά, ενώ αναζητείται και το τρίτο. Θα αφορά διδασκαλία αποκλειστικά εκκλησιαστικών μαθημάτων, ενώ θα παρέχει κι ένα είδος πρακτικής, καθώς οι σπουδαστές για τέσσερις μήνες θα βρίσκονται στο πλευρό ενός κληρικού μίας ενορίας.

 

Τα οικονομικά προβλήματα

«Αν δεν ανοίξουν οι διορισμοί, τα εκκλησιαστικά σχολεία θα συνεχίσουν να έχουν τεράστια προβλήματα. Αν και αποτελούν τις μοναδικές σχολικές μονάδες που δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα με κενά εκπαιδευτικών, οι ελλείψεις σε μαθητές πολλές φορές οδηγούν σε μεταθέσεις αυτούς τους εκπαιδευτικούς σε σχολεία που έχουν κενά», εξηγεί η κ. Αλυσανδράτου.

Ένα ακόμα μεγάλο ζήτημα είναι τα οικοτροφεία. «Στην Κηφισιά κάποτε έτρωγαν 130 παιδιά και τώρα έχουμε πέσει στα 25, μέσα σε ένα κλίμα τεράστιων διαμαρτυριών από τους σπουδαστές, οι οποίοι έχουν απόλυτο δίκιο. Αλλά όταν παλαιότερα το υπουργείο Παιδείας πλήρωνε 850.000 ευρώ για τη σίτιση και τώρα μόλις 108.000 ευρώ, δυστυχώς, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα να καλύψουμε τις ανάγκες των σπουδαστών στα σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας και στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Σχολές που συντηρούμε τα οικοτροφεία. Η Εκκλησία έχει αναλάβει κι άλλα βάρη, ανάμεσά τους η συντήρηση των σχολείων, όμως δεν μπορεί να επωμιστεί και τη σίτιση», ολοκληρώνει η κ. Αλυσανδράτου.

 

Ένα ξεχωριστό παράδειγμα στη Νεάπολη της Θεσσαλονίκης

Οι εξαιρέσεις πάντα υπάρχουν για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Το Γυμνάσιο-Λύκειο Νεάπολης Θεσσαλονίκης αποτελεί ένα ξεχωριστό παράδειγμα. Η διευθύντρια του σχολείου, κ. Κατερίνα Γαλώνη, ανέλαβε καθήκοντα το 2011, όταν το σχολείο διαχειριζόταν 60 μαθητές στο σύνολο. Φέτος, με τις εγγραφές ακόμα να τρέχουν, ο αριθμός των μαθητών έχει σκαρφαλώσει στους 227. «Μαζί με τον σύλλογο διδασκόντων συζητήσαμε τι σχολείο θέλουμε και καταλήξαμε ότι επιθυμούμε ένα σχολείο με πολλούς και καλούς μαθητές. Μετά από κόπο και αγώνα, το σχέδιό μας αποδίδει καρπούς. Δεν είμαστε ιερατικό σχολείο, είμαστε εκκλησιαστικό σχολείο. Και θέλουμε να φέρουμε το σχολείο κοντά στην κοινωνία», αναφέρει στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας».

Πέρσι, το 85% των μαθητών είχε επιτυχία στις Πανελλήνιες Εξετάσεις. Οι μαθητές συμμετέχουν σε πανελλήνιους, ευρωπαϊκούς και παγκόσμιους διαγωνισμούς, συμμετέχουν σε δράσεις, παρακολουθούν θεατρικές παραστάσεις και σινεμά με το σχολείο και τη Μητρόπολη να καλύπτουν όλα τα έξοδα. «Θεωρούμε ότι ένα παιδί στο εκκλησιαστικό σχολείο δεν πρέπει να πηγαίνει μόνο σε μοναστήρια και εκκλησίες. Πέρυσι οι μαθητές μας παρακολούθησαν δίκες στο Πρωτοδικείο, επισκέφθηκαν μουσεία, την χαρτογραφική εταιρεία, μέχρι και στο Χρηματιστήριο. Εμάς μας ενδιαφέρει να ανακαλύψουμε τις κλίσεις των παιδιών και να τις ενισχύσουμε. Ένα παιδί αγαπάει την εκκλησία, αλλά παράλληλα μπορεί να έχει κι άλλα ενδιαφέροντα. Ένας μαθητής μού έφερε το πρώτο βραβείο στο τζούντο. Εμείς ενισχύουμε αυτές τις δράσεις, δεν θεωρούμε ότι υπάρχουν όρια στην εκκλησιαστική εκπαίδευση, τα παιδιά θα πρέπει να έρχονται σε επαφή και με άλλες δραστηριότητες», σημειώνει η κ. Γαλώνη.

Όλα αυτά βέβαια γίνονται με τη βοήθεια της Μητρόπολης και του δεσπότη, ο οποίος έχει ενισχύσει και υποστηρίξει ηθικά και οικονομικά όλες τις δράσεις των καθηγητών και της διευθύντριας. Παράλληλα, η φιλανθρωπική δράση της Εκκλησίας αποδεικνύεται για ακόμα μια φορά ισχυρή και παρούσα. Οι μαθητές λαμβάνουν κάθε μέρα δεκατιανό, ενώ όσοι προέρχονται από πολύ φτωχές οικογένειες λαμβάνουν από το συσσίτιο φαγητό για όλη την οικογένεια. «Προσπαθούμε να είμαστε διακριτικοί στα οικονομικά προβλήματα των μαθητών μας, αλλά παρόντες όποτε αυτοί μας χρειάζονται. Για εμάς η λεπτομέρεια είναι αυτή που μετράει. Ακόμα και όταν συμμετέχουν σε αγώνες, έχουμε φροντίσει να τους αγοράσουμε τις καλύτερες στολές, να μην αισθάνονται υποδεέστεροι από κανένα άλλο σχολείο», καταλήγει η κ. Γαλώνη.