Του Σταύρου Γουλούλη, δρος Βυζαντινής Τέχνης

 

Των Αγίων Πάντων. Πολλούς αγίους έχει η Ελλάδα, παλαιούς και νεότερους, ων ουκ έστιν αριθμός! Λέγεται ότι καμία «γλώσσα», καμία «φυλή» δεν έχει τόσους όσοι είναι γνωστοί από την ελληνόφωνη γραμματεία και ιστορική παράδοση, τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Άρα είναι φαινόμενο με παγκόσμιες διαστάσεις, οπότε αξίζει μία πιο συστηματική ενασχόληση.

Πέρα από το ότι οι Ορθόδοξοι πάντα ενδιαφέρονταν για όλους τους αγίους, ανέπτυξαν δε όσο κανείς άλλος λαός την αγιογραφία είτε τη ζωγραφική τέχνη είτε την τέχνη της συγγραφής «ανδριάντων» για τις μορφές που με το μαρτύριό τους, του αίματος ή της συνειδήσεως, ολοκλήρωσαν την ευσέβεια. Έγιναν ο σπόρος για να βλαστήσει η υπόλοιπη κοινωνία σε μία νέα κατάσταση, προσφοράς. Ας αναλογιστούμε τις συνέπειες. Άλλοι πολιτισμοί θεωρούν ως «μαρτυρία» την πολεμική αποστολή…

Ποια είναι η θέση της αγιογραφικής, αγιολογικής έρευνας σήμερα στην Ελλάδα; Μιας χώρας εθνικού κράτους, που όμως έχει την πολυτέλεια να απλώνεται σε όλον τον παλαιό κόσμο. Αγιολογικά αναγνώσματα εκδίδονται πολλά. Λαϊκά και λόγια. Πλην όμως, λείπει ακόμη ένα επίσημο επιστημονικό όργανο, όπως ισχύει στη νεωτερική εποχή μας, που να ασχολείται με την καταγραφή του φαινομένου στον ελληνικό ή ελληνόφωνο κόσμο, διαχρονικά. Είναι προφανές ότι στα διακόσια χρόνια νεοελληνικού βίου δεν υπήρξε πιο ειδικό ενδιαφέρον ούτε από εκκλησιαστικούς διοικούντες ούτε από ανεξάρτητους επιστήμονες για να γίνει ένα πιο άμεσο δημόσιο βήμα επί του θέματος: Ένα περιοδικό ή ένας σύλλογος ειδικών στις αγιολογικές σπουδές. Ό,τι υπάρχει είναι ενταγμένο στη βυζαντινολογία. Η αγιολογία απλώς διδάσκεται σε σχολές ως αυτοτελές μάθημα στη Θεολογική ή ως λογοτεχνικό-καλλιτεχνικό φαινόμενο στη Φιλοσοφική.

Έχουν γραφεί μεμονωμένες αγιολογικές μελέτες ή, το πολύ, μερικά εγχειρίδια αγιολογίας. Εδώ θα μου επιτραπεί να τονίσω πως από όλα το ωραιότερο -κατά προσωπική μου άποψη- είναι του καθηγητή και λογοτέχνη Παντελή Πάσχου: «Άγιοι, οι Φίλοι του Θεού» (1997). Βγάζει πολύ συναίσθημα…

Αντίθετα, η πιο συστηματική Δύση δημιούργησε από τον 1635 το ειδικευμένο στην αγιολογία (ιησουιτικό-ιεραποστολικό) «τάγμα» των Βολλανδιστών (Societe des Bollandistes), που ίδρυσε ο Φλαμανδός ιερέας Jean Bolland (1596-1665). Εκδίδει το περιοδικό «Analecta Bollandiana» (1882) με παράρτημα μελετών. Σήμερα διευθύνουν στις Βρυξέλλες το μεγαλύτερο κέντρο αγιολογικών σπουδών. Συγκεντρώνουν τα πάντα. Ακόμη και με αλληλογραφία ζητούν από μεμονωμένους ερευνητές τις μελέτες τους. Αυτό ξεπερνά τα όρια της επιστήμης. Είναι αποστολή. Ιερή αποστολή!

Πώς εκδηλώνεται όμως η αγιολογία; Μεταφορικά, είναι το σώμα για να αναπτυχθεί η ψυχή, να φανούν τα μύρα της ευσέβειας αγίων και πνευματικών ανδρών της εκκλησιαστικής ιστορίας. Αλλά η αγιότητα δεν μπορεί παρά μόνο να περιγραφεί, χωρίς να σημαίνει ότι θα εξαντληθεί εκεί, στην επιστήμη. Η ζωή της Εκκλησίας, η ζωή των αγίων καλύπτει έναν χώρο υπεράνω της λογικής, του ρεαλισμού, του ορθολογισμού. Υπάρχουν και χώροι κάτω από αυτό το επίπεδο, κάτω της λογικής: Ο χώρος του φαντασιακού, των συμβάσεων, ακόμη και των παθών. Κι αυτά ερευνώνται, αλλά συνήθως οι απαίδευτοι άνθρωποι μένουν εδώ, στον υπόγειο τούτο χώρο, περνώντας κατευθείαν στον πρώτο όροφο του υπερφυσικού, χωρίς να περάσουν από τη λογική, τον χώρο της άσκησης του νου. Έτσι, συγχέουν την πραγματικότητα του υποκειμενισμού των, παρακάμπτοντας τη λογική, την επιστήμη, και εξελίσσονται φανταζόμενοι τα υπέρ φύσιν παρά κατανοώντας. Κακό θέαμα! Η πίστη όμως δεν είναι αφέλεια, ό,τι μας κατέβει, εμμονές και τα συναφή.

Αντίθετα, η αγιολογική επιστήμη, ως μέρος της θεολογικής, ερευνώντας αιτιολογεί κατ’ αρχήν ιστορικά τον άγιο, υπό τον όρο να μη θίγει την Ψυχή του. Έτσι, δίνει ένα βατό επίπεδο να προσεγγίσει ο καθένας όχι μόνον το φαινόμενον «Αγιότητα», αλλά και να κατανοήσει πώς ένας συνηθισμένος άνθρωπος έφτασε ζωντανός στην πύλη του Παραδείσου…

Μη νομίζουμε ότι η αγιότητα συλλαμβάνεται με λογικούς όρους. Μας έλεγε Αγιορείτης, ο πατέρας Εφραίμ Κατουνακιώτης, ότι περνώντας κάποτε από ένα μέρος στην έρημο του Αγίου Όρους «ο χώρος ευωδίαζε. Είχαν ζήσει εκεί άγιοι μοναχοί, των οποίων το όνομα γνώριζε μόνον ο Θεός». Αυτή όμως είναι μια άλλη διάσταση. Οι επιστήμονες δεν κατανοούν τέτοιους πνευματικούς νόμους, απλώς στρώνουν το έδαφος για να γίνει διάλογος και για αυτούς. Γιατί λοιπόν στην Ελλάδα δεν καλλιεργείται πιο συστηματικά η (επιστημονική) μελέτη των αγίων; Ίσως είναι ανώτερο «ιέρευμα» η ενασχόληση με τον «βίο και την πολιτεία» τους από έναν καλοπροαίρετο εγκωμιασμό. Που ενίοτε κολλάει στο να αγγίζει θέματα που έχουν να κάνουν με αντικείμενα και καταστάσεις του αιώνος τούτου κι όχι του επέκεινα, όπως θα ήθελαν οι θιασώτες του.

Πάντως, ο μεν λαός -που πάντα προηγείται και έπεται η διοικούσα Εκκλησία- σέβεται τους παλαιούς και ανακαλύπτει νέους αγίους, αλλά αυτοί είναι ως συνήθως θαυματουργοί, κυρίως μοναχοί, κληρικοί. Όμως το μεγαλύτερο χάρισμα δεν είναι το «θαύμα», αλλά η θεολογία. Η όποια κοινωνική προσφορά εις το όνομα και πάνω στον λόγο του Χριστού είναι δεκτή, αγία. Η αγιολογική επιστήμη γιατί να μην είναι ένα τέτοιο έργο;