Του Σταύρου Γουλούλη, δρ Βυζαντινής Τέχνης

 

Ο Απόστολος Παύλος υπήρξε ο πρώτος συστηματικός Απολογητής, παρόλο που δεν ονομάστηκε Θεολόγος, όπως ο Ιωάννης. Η παρουσία του ως Ρωμαίου πολίτη στην ομάδα των Αποστόλων, ανθρώπων που ως υποτελείς στο κυρίαρχο ρωμαϊκό κράτος είχαν περιορισμούς στις κινήσεις τους, άλλαξε την πορεία του Χριστιανισμού. Η ανανεωτική διδασκαλία του Χριστού είχε αναδυθεί στον αγροτικο-ποιμενικό κόσμο της Παλαιστίνης. Ο Ιησούς Χριστός δίνει προτεραιότητα σε σύμβολα ειλημμένα από την αγροτιά. Το νερό και ο καρπός της ζωής, το καρποφόρο ή άκαρπο δένδρο, το αμπέλι, το χωράφι του Θεού κ.ο.κ. Άλλες, όμως, οι υποχρεώσεις του Παύλου λόγω των επαφών του με τους Ρωμαίους, τους οποίους βέβαια δεν ανεχόταν να τον δέρνουν ή να τον αλυσοδένουν. Σε αντίθεση με τον Εβραίο Ιωάννη, ο οποίος, εκτός ρωμαϊκών υποχρεώσεων, άσκησε μια καλυμμένη ανατρεπτική κριτική προς τη Βαβυλώνα Ρώμη -και κάθε τέτοια Ρώμη-, ο Παύλος καλοπιάνει τους Ρωμαίους στην επιστολή του - ήταν αναγκασμένος να φανεί «συστημικός», για να μπορέσει κάποτε να την «αλώσει». Να παρουσιάσει έναν προσαρμοσμένο στη ρωμαϊκή νοοτροπία και νομοθεσία Χριστιανισμό. Είχε άλλους ακροατές, αστούς μεγαλουπόλεων, οι οποίοι μετά θα αναλάμβαναν να προωθήσουν τη νέα διδασκαλία στις επαρχίες.

Από αυτά, λοιπόν, που έγραψε, πόσα δεν αντέχουν πλέον σε μια κατά γράμμα ερμηνεία που μπορεί να αδικεί το πνεύμα των κειμένων; Αν ζούσαν σήμερα οι Ευαγγελιστές ή ο Παύλος, τι θα κατέγραφαν; Mπορούν, λοιπόν, να αφαιρεθούν στοιχεία; Ή και να προστεθούν κάποια νέα;

Λέγονται διάφορα στις Επιστολές του Παύλου: 1) Οι (Χριστιανοί) δούλοι να μείνουν όπως είναι, να μην αντιδρούν! Πολύ βαριά ρήτρα, ελαφρύνεται μόνο από τη σύσταση στους Χριστιανούς αφέντες να φέρονται αδελφικά στους δούλους. (Α΄ Κορ. 7.21. Εφ. 6.5-9), σαν τον Φιλήμονα, έναν Χριστιανό πλούσιο, προς τον Ονήσιμο, δούλο του που είχε δραπετεύσει! Άμα τον αντάμωνε, φυσικά, ένας άλλος θα τον σταύρωνε. Έχουμε συλλάβει, όμως, τι θα τραβούσε η ψυχούλα χιλιάδων δούλων που δεν είχαν αφεντικά σαν τον Φιλήμονα! Μπορούσαν οι Χριστιανοί να τα βάλουν με τη νομοθεσία της Ρώμης; (Οπωσδήποτε προστάτευε τους δούλους από χειρότερα). 2) Τα ειδωλόθυτα, τα κρέατα των θυσιών, που τότε ήταν κοινωνικό γεγονός, σύμβολο ενότητας μιας πόλεως, δεν είχε πρόβλημα να καταναλώνονται, εξασφαλίζοντας ότι οι Εθνικοί δεν θα τους παρεξηγούσαν για συνωμοσία, με τον όρο να μη δημιουργείτο σχίσμα στην ενότητα της Εκκλησίας, αν κάποιοι τα έτρωγαν. Γενικά, ο Παύλος απέφευγε τη σύγκρουση με τον αυτοκράτορα, πλην θεμάτων πίστεως. Τόνιζε τον δημόσιο, ανανεωτικό, χαρακτήρα της Εκκλησίας. 3) Την περιτομή, που ο Πέτρος δεχόταν, ο Παύλος την απέτρεπε (Α΄ Κορ. 7.17-19), εφόσον προσέβλεπε στους Ρωμαίους, που τη θεωρούσαν ποινικό αδίκημα.

Εντέλει, το κήρυγμα του Ιησού από τις αγροτικές κοινωνίες έγινε υπόθεση αστικών κέντρων, υπόθεση βιβλίων, ανάγνωσης, λογιότητας. Και πρώτος το παγιώνει αυτό ο Ιωάννης στην «Αποκάλυψη», για να αρχίσει μια νέα εποχή βιβλίου. Δεν προείχαν πια τα αγροτικά σύμβολα, που διδάσκουν εμπειρικά απλοϊκούς ανθρώπους. Οι αστοί ήταν πιο ανοικτοί στο νέο, βίωναν τις αντιφάσεις της κοινωνίας, είχαν υπαρξιακές αναζητήσεις, αλλά ήταν πιο δύσκολοι στο να αφήσουν συμφέροντα, ιδίως οι κεφαλές, οι δεμένοι με το ρωμαϊκό σύστημα εξουσίας. Αντίθετα, οι αγρότες ήταν μεν πιο απλοί, πιο αγνοί, είχαν αίσθημα μοιρασιάς, αλλά και δεν ξεκολλούσαν εύκολα από την παράδοση, τη δεισιδαιμονία. Ταυτόχρονα, η επίσημη Εκκλησία πέρασε ή ανέχτηκε στη βάση έναν ακίνδυνο παγανισμό, ευετηριακό ή μετέτρεψε γιορτές παγανιστών σε χριστιανικές. Ή προσέλαβε τη νομική σκέψη Εβραίων και Ρωμαίων. Αλλά μπορεί να δεσμεύονται οι σύγχρονες γενιές; Τα ιερά κείμενα στηρίζονται στον ελληνισμό, τη Ρώμη. Ο σύγχρονος πολιτισμός, όμως, ας είναι εξέλιξη του ελληνορωμαϊκού, είναι πολυπολιτισμικός. Κι εδώ αναδύεται το μείζον πρόβλημα. Άλλοι λαοί (Κινέζοι, Ινδοί κ.τ.λ.) πόσο μπορούν να αποβάλουν τον δικό τους πολιτισμό, δεχόμενοι τον Χριστιανισμό; Δεν είναι σαν να εξευρωπαΐζονται; Αλλά και τα παιδιά της Νέας Υόρκης, π.χ., έχουν δει ποτέ τους αμπέλι; Μπορούν να εννοήσουν τα ίδια τα λόγια του Ευαγγελίου;

Ο αρχέγονος Χριστιανισμός, ευτυχώς, ήταν υπόθεση πράξεως, όχι μόνο λόγων. «Κάντε έργα», έλεγε ο Χριστός, «για να δει ο κόσμος και να έρχεται στον Θεό». Εκεί θριάμβευσε.

Χρειάζεται μια ζωή για να καταλάβει ο σύγχρονος Χριστιανός ότι κουβαλά μαζί του το μικρόκοσμο χωριό του, μικροψυχίες, μικρόνοιες, συνήθεις ανθρώπινες ατέλειες. Έχει δικαίωμα, από τη μια, να παραπέμπει στον καθαρό ευαγγελικό λόγο κειμένων -αν το καταφέρει-, επηρεάζοντας τις συνειδήσεις των συνανθρώπων του από τα βιώματα, καμιά φορά και τα τραύματα της ζωής του, της χώρας του (π.χ. αλυτρωτισμός, εθνικισμός), της εποχής του (κοινωνικά προβλήματα); Ή μήπως πρέπει να επιστρέψει στη «αγνή φύση» του κηρύγματος του Χριστού, έξω από κάθε Ιερουσαλήμ και Ρώμη, αυγουστίνεια Civitas Dei; Σημείο φυγής από έναν πλέον πολύ απαιτητικό κόσμο, αλλά με στόχο ένα πιο γνήσιο πνευματικό βίωμα.

Επίμετρο: Η ιστορική σχετικότητα διαπιστώνεται από τη λατρεία των πρώτων Χριστιανών στον Ναό της Ιερουσαλήμ. Έπρεπε να ξεσπάσει διωγμός τους (Πρ. 8.1-3) για να μην πηγαίνουν εκεί ή να γίνει ο πόλεμος με τη Ρώμη για να φύγουν εντελώς. Έτσι, όμως, χτίσθηκαν τόσοι και τόσοι ναοί αριστουργήματα. Οι Εβραίοι που έμειναν πιστοί στον ναό τους δεν έφτιαξαν κάτι ανάλογο…