Toυ Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗ

Καθηγητή Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης

Πρόκειται για μέρες που θεωρούνται από τον λαό δυσοίωνες, γι’ αυτό και ακατάλληλες για κάθε είδος εργασίας. Από την αρχαιότητα ήδη τόσο οι ανατολικοί λαοί όσο και οι Ρωμαίοι, αλλά και οι αρχαίοι Ελληνες όριζαν ορισμένες ημέρες ως αποφράδες και οι δοξασίες αυτές, μέσω του ελληνορωμαϊκού κόσμου, πέρασαν και στους Βυζαντινούς, από τους οποίους επιβίωσαν κατά τα μεταβυζαντινά χρόνια και στους νεότερους χρόνους, μέχρι και τις μέρες μας. Η απαρχή αυτών των αντιλήψεων βρίσκεται είτε στη σύνδεση των ημερών αυτών με τη νεκρολατρία, είτε στην αφιέρωσή τους σε θεούς που έφερναν δυστυχία στους ανθρώπους, είτε από απαίσια γεγονότα που συνέβησαν κατά τις ημέρες αυτές.

Ετσι, στην αρχαία Αθήνα θεωρούσαν αποφράδες τις ημέρες των εορτών Ανθεστήρια και Πλυντήρια, ενώ στην αρχαία Ρώμη κατά τις αποφράδες ημέρες (dies nefastii), που ήταν περί τις 109 κάθε χρόνο, δεν ξεκινούσαν καμία ιδιωτική ή δημόσια εργασία, με τη βεβαιότητα ότι θα εξελισσόταν με αποτυχημένο και δυσάρεστο τρόπο. Ορισμένοι πρώιμοι εθνικοί συγγραφείς προσπάθησαν ανεπιτυχώς να συνδέσουν τις αντιλήψεις αυτές με την πίστη του χριστιανισμού, απόρροια δε των δοξασιών αυτών υπήρξε η σύνταξη πίνακα αποφράδων ημερών, ο οποίος ψευδώς αποδόθηκε στον προφήτη Εσδρα.

Με βάση τις αντιλήψεις αυτές, όλες οι κατά παράδοση μαντικές, μαγικές και ιατροσοφικές - θεραπευτικές πράξεις δεν ξεκινούσαν κατά τις αποφράδες αυτές ημέρες, ώστε να μην είναι βέβαιη εκ προοιμίου η αποτυχία τους. Παρόμοιες αναφορές υπάρχουν σε πολλά αστρολογικά, μαγικά, μαντικά, ονειροκριτικά και βροντολογικά κείμενα της ελληνικής παράδοσης, που υπάρχουν διάσπαρτα σε ελληνικά χειρόγραφα ποικίλων βιβλιοθηκών και συλλογών. Στο πλαίσιο αυτό, αποφράδες ημέρες θεωρούνται από τον λαό μας η Τρίτη, για αστρολογικούς λόγους, ιδιαίτερα δε αν συμπέσει με την 13η ημέρα κάθε μήνα, η Πέμπτη και η Παρασκευή, επειδή τότε προδόθηκε και σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός, ακόμη και το Σάββατο, ως τελευταία μέρα της εβδομάδας, πιθανότατα από ιουδαϊκή επίδραση.

Στους υπόλοιπους Ευρωπαίους δυσοίωνη θεωρείται η σύμπτωση της Παρασκευής με την 13η μέρα του μήνα, λόγω της θανατώσεως, κατά μία παρόμοια ημερομηνία, των Ναϊτών ιπποτών. Δυσοίωνος θεωρείται επίσης ο μήνας Μάρτιος, ως παλαιότατα αφιερωμένος στον θεό του πολέμου, η πρώτη Μαΐου και ο Μάιος ολόκληρος, αφού τότε οι αρχαίοι εόρταζαν τα νεκρολατρικά Λεμούρια, αλλά και οι φθίνουσες ημέρες της σελήνης, ενώ δυσοίωνο θεωρείται σήμερα ολόκληρο το δίσεκτο έτος. Ο Ιω. Παπαδόπουλος προσπάθησε μάλιστα να βρει και φυσικές αιτίες πίσω από τις δοξασίες αυτές, αποδίδοντας την περί αποφράδων ημερών αντίληψη σε τυχόν σωματική και ψυχολογική κατάπτωση, όπως συχνά παρατηρείται στην ανθρώπινη ζωή.

Οι αντιλήψεις αυτές, όπως επισημαίνει ο Ν. Θ. Μπουγάτσος, είναι εκ διαμέτρου αντίθετες προς τη χριστιανική κοσμοθεωρία και βιοθεωρία, αφού τόσο ο απόστολος Παύλος (Προς Γαλάτας δ’ 8-11. Προς Κολοσαείς β’ 16), όσο και πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας αποδίδουν τις περί αποφράδων ημερών προλήψεις σε σατανική επενέργεια επί του ανθρώπου. Αλλά και βυζαντινοί συγγραφείς, όπως ο Ιωάννης Βρυέννιος, αποδίδουν στα ειδωλολατρικά αυτά έθιμα τα αίτια της πολιτικής κατάπτωσης του βυζαντινού κόσμου.

Κάτι ακόμη σημαντικό: οι κανόνες της Εκκλησίας απαγορεύουν ρητώς τόσο την τήρηση παρομοίων προλήψεων, όσο και την τέλεση εθίμων που σχετίζονται με τις αποφράδες ημέρες, αλλά και με την προσπάθεια ευμενούς επιρροής πάνω σε ημέρες κατά τις οποίες αρχίζει νέα χρονική περίοδος, όπως συμβαίνει με τα λαϊκά έθιμα της Πρωτοχρονιάς. Παρόλα αυτά, ο ελληνικός λαός συνεχίζει να τελεί παρόμοια έθιμα και να πιστεύει στις περί αποφράδων ημερών αρχαιότατες προλήψεις και δεισιδαιμονίες του.