Tου Μ. Γ. Βαρβούνη

Καθηγητή Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης

Οπως και με άλλη ευκαιρία έχουμε διαπιστώσει, τα έθιμα του θανάτου παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες αντιστάσεις σε σχέση με τα υπόλοιπα έθιμα των άλλων δύο σταθμών αυτού που ονομάζουμε «κύκλο της ζωής». Κι αυτό οφείλεται βέβαια στο δέος του ανθρώπου του λαού απέναντι στο θάνατο, αλλά και στην έλλειψη επαρκούς και αποδείξιμης εξήγησης για το τι ακριβώς συμβαίνει από την επόμενη στιγμή του θανάτου, ζήτημα για το οποίο διαθέτουμε θρησκευτικές και φιλοσοφικές εξηγήσεις και ερμηνευτικές εκδοχές, όχι όμως αναντίρρητα δεδομένα.

Ωστόσο και στον τομέα αυτό διαπιστώνονται νεωτερικές εθιμοταξίες, διαπιστώνονται νέα έθιμα αστικής προέλευσης, που δειλά-δειλά και με σιγανούς ρυθμούς εξαπλώνονται στις μέρες μας. Κι αυτά κατά κύριο λόγο σχετίζονται με τη δράση των γραφείων τελετών, τα οποία πλέον αναλαμβάνουν την οργάνωση και εκτέλεση του μεγαλύτερου μέρους των επικήδειων και επιμνημόσυνων τελετών. Κι αν αυτό ξεκίνησε από τα αστικά κέντρα, στα μέσα του 20ού αι., σήμερα, στις αρχές του 21ου αι., έχει πλέον εξαπλωθεί στο μεγαλύτερο μέρος της υπαίθρου, επιδρώντας άμεσα στις σχετικές λαϊκές εθιμοταξίες.

Οι εξελίξεις αυτές έχουν συμβάλει ώστε μεγάλο μέρος των σχετικών με το θάνατο και την τελετουργική διαχείριση του νεκρού εθίμων, να έχει φύγει από τα χέρια της οικογένειας, στην ευρύτερή της προοπτική, και να έχει ανατεθεί σε επαγγελματίες, οι οποίοι βεβαίως εφαρμόζουν συγκεκριμένα πρωτόκολλα και αρχές, κατά κανόνα διαφορετικά από τις συνήθειες κάθε τόπου. Διαπιστώνεται αυτό τόσο στα σχετικά με την περιποίηση και τον ευπρεπισμό του νεκρού σώματος, όσο και σε ό,τι αφορά την κηδεία και την ταφή, στην οποία τα μέλη της οικογένειας πλέον συμμετέχουν απλά, αλλά δεν πρωταγωνιστούν. Ακόμη και το γεγονός ότι ο νεκρός δε μένει στο σπίτι του, αλλά από το νεκροθάλαμο μεταφέρεται λίγες ώρες πριν την κηδεία στον ναό, ή στο ειδικό εκθετήριο του κοιμητηρίου, αποτελεί καθοριστικό παράγοντα εθιμικής διαφοροποίησης, όπως σωστά διαπίστωσε ήδη στα τέλη του 19ου αι. ο «πατέρας» της ελληνικής λαογραφίας Ν. Γ. Πολίτης.

Αξιοπρόσεκτοι, στο πλαίσιο αυτό, είναι οι στολισμοί των ναών για τις κηδείες ή τα μνημόσυνα, στολισμοί που γίνονται από γραφεία ή ανθοπωλεία, και ακολουθούν συγκεκριμένες κανονικότητες. Στολισμοί που δεν έχουν σχέση με την τελετουργική χρήση λουλουδιών στα έθιμα του θανάτου στον παραδοσιακό πολιτισμό, αλλά σχετίζονται με έναν αστικού τύπου συμβολικό και παγιωμένο ανθοστολισμό, με συγκεκριμένα είδη φυτών, ανθοστήλες και ανάλογες διακοσμητικές κατασκευές, στέφανα κηδειών με κορδέλες και ανάλογες επιγραφές κ.λπ. Τα ίδια ισχύουν και με άλλα σχετικά νεωτερικά εθιμικά μορφώματα, όπως τα βιβλία συλλυπητηρίων, τις δεξιώσεις σε ειδικές αίθουσες που υπάρχουν για το σκοπό αυτό στα κοιμητήρια ή κοντά σε αυτά, αλλά και στις περιπτώσεις μνημοσύνων, κάποτε κάτω από τους μεγάλους ναούς των αστικών κέντρων κ.λπ.

Οι νεωτερικές αυτές εθιμοταξίες στα σχετικά με το θάνατο, σχετίζονται με μία νέα αντιμετώπισή του, με μία νέα κοσμοθεωρητική αντίληψη των ορίων μεταξύ ζωής και θανάτου, του μεθοριακού και του διαβατήριου μαζί χαρακτήρα του θανάτου και της τελετουργικής αντιμετώπισης όλων αυτών. Σχετίζονται με το φαινόμενο της εισαγωγής και διάχυσης πολιτισμικών προτύπων δια των τεχνολογικά σύγχρονων μέσων επικοινωνίας και κοινωνικής δικτύωσης, και βέβαια με τη λειτουργία και ευρύτατη διάδοση της χρήσης των υπηρεσιών ειδικών γραφείων, που αναλαμβάνουν τόσο τη φροντίδα του νεκρού, όσο και τις διαδικασίες, την προμήθεια των σχετικών ειδών και τη ρύθμιση όλων των ανάλογων τελετουργικών λεπτομερειών, και για τα οποία έγινε λόγος και παραπάνω.

Σε κάθε περίπτωση, η υιοθέτηση των νέων αυτών εθίμων καταδεικνύει τα όρια της πολιτισμικής αλλαγής και διαφοροποίησης που χαρακτηρίζει τον αστικό πολιτισμικό χώρο, τα οποία εφαρμόζονται πλέον αδιακρίτως, τόσο στα αστικά κέντρα όσο και στα χωριά και τους οικισμούς της επαρχίας, καθώς η πολιτισμική διχοτομία μεταξύ αστικού και αγροτοκτηνοτροφικού χώρου τείνει να γεφυρωθεί. Από την άλλη δε πλευρά, η περίπτωση αυτή είναι απολύτως χαρακτηριστική του τρόπου με τον οποίο συγκροτείται ο σύγχρονος λαϊκός πολιτισμός και των επιμέρους χαρακτηριστικών του, δείχνοντάς μας σε ποια πεδία θα κινηθεί η μελλοντική λαογραφική έρευνα.