Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα

Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης

Είναι σε όλους γνωστό ότι o Οδυσσέας μετά την άλωση της Τροίας πήρε τον δρόμο του γυρισμού στην πατρίδα μαζί με τους συντρόφους του. Ανυποχώρητος στόχος του ήταν ένας: Να φτάσει στην Ιθάκη. Οχι με ταχύπλοο ή ελικόπτερο, όπως πήγαν σήμερα στην Ιθάκη κάποιοι θεατρίνοι, αλλά με τα κουπιά και με τα ξάρτια. Παλεύοντας με τα κύματα και τους θυμούς του Αιόλου. Εχοντας ως «πυξίδα» τον επίμονο νόστο της επιστροφής στα βασιλικά του παλάτια. Αυτός «κέντριζε» συνεχώς τη σκέψη του και δεν τον άφηνε να παραδοθεί στους Κύκλωπες και στους Λαιστρυγόνες. Ούτε στα θέλγητρα της Καλυψούς ή στο ραβδί της Κίρκης, της «βασίλισσας» της αλλοτρίωσης. Η Οδύσσεια λοιπόν είναι συνυφασμένη και με τα δύο μαζί: την περιπλάνηση και τον στόχο, στον οποίο αυτή αποβλέπει. Κι αν έλθει η δικαίωση, απολαμβάνεις τη χαρά του Οδυσσέα. Αλλιώς κρατάς την προσπάθεια, την πάλη να φτάσεις σε αυτή, που δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητη, έστω κι αν δεν σε φέρει στην Ιθάκη. Δικαίωση είναι τότε ο έντιμος και επίμονος αγώνας, χωρίς να έχει σημασία ότι δεν μπόρεσες τελικά να νικήσεις τον Αίολο. Αρκεί ότι πάλεψες με τη μανία του.

Με μία σύγχρονη «Οδύσσεια» μοιάζουν οι Ποινικοί Κώδικες. Ο Ποινικός Κώδικας δηλ. και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, που κουβαλούσαν υλικό από τα χρόνια του μεσοπολέμου, πήραν την τελική τους μορφή στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και άρχισαν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 1951. Το «ταξίδι» του εκσυγχρονισμού τους, της μετάβασης δηλ. από το παλιό στο καινούργιο, άρχισε πριν από 30 περίπου χρόνια. Είχε και αυτό «σταθμούς» και «περιπέτειες» που προβάλλουν μέσα από τις τρεις συσταθείσες αναθεωρητικές επιτροπές και τα αντίστοιχα σχέδια τα οποία αυτές συνέταξαν. Ιθάκη το καλύτερο. Οχι το τέλειο. Αυτό είναι ανέφικτο στον άνθρωπο. Εχει μόνο την «σφραγίδα» του Θεού επάνω του. «Ωρίμασαν» τα δύο τελευταία χρόνια οι συνθήκες και μας έδωσαν τα τελικά Σχέδια των Ποινικών Κωδίκων επί των οποίων υπήρχαν ευρύτερες συγκλίσεις, που θα μπορούσαν να μετατραπούν σε συναίνεση κοινής αποδοχής μέσα στη Βουλή. Πολλές από τις ρυθμίσεις των Σχεδίων ήσαν αληθινές «τομές», που τις χρειάζονταν η επιστημονική θεωρία και η πράξη, για να διορθώσουν «αγκυλώσεις» που είχε αναδείξει η πρακτική εφαρμογή του νόμου. Αλλες όμως ρυθμίσεις – και δεν ήσαν λίγες αυτές –  συνιστούσαν «ρωγμές» που απειλούσαν να «γκρεμίσουν», χωρίς λόγο, τη δογματική «κατασκευή» του εγκλήματος ή έφερναν «ανατροπές» σε θεσμούς που απέβλεπαν στη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης μεταξύ των πολιτών. Εξαιρετικά προβληματική ήταν η φιλοσοφία του Σχεδίου του Ποινικού Κώδικα, όπως είχα την  ευκαιρία να επισημάνω κατ’ επανάληψη μέσα από τις ομάδες Πανεπιστημιακών και Ανωτάτων Δικαστικών Λειτουργών  κατά τον απαράδεκτα σύντομο χρόνο της διαδικασίας διαβούλευσης επί των αντιστοίχων Σχεδίων.

Ανευ λόγου αποποινικοποίηση

Χαρακτηριστικό της σχετικής φιλοσοφίας είναι η άνευ λόγου αποποινικοποίηση πολλών εγκλημάτων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται π.χ. η κακόβουλη βλασφημία και η καθύβριση θρησκευμάτων. Στην ίδια φιλοσοφία εντάσσονται επίσης η άμβλυνση των ποινών που προβλέπονταν για τη βαριά εγκληματικότητα, οι ποινές «χάδι» για τη ρίψη «μολότοφ» εναντίον αστυνομικών από τους «Ρουβίκωνες» και τα άλλα παιδιά του «κατηχητικού» της «αριστεράς του τίποτα», καθώς και η μετατροπή πολλών σοβαρών κακουργημάτων σε πλημμελήματα.  Αποτέλεσμα αυτής της μετατροπής είναι να περιορίζεται ασφυκτικά  ο χρόνος της παραγραφής των εγκλημάτων στα 5 χρόνια από τα 15, που ισχύουν για τα πλημμελήματα. Ετσι, πολλές υποθέσεις κακουργηματικού χαρακτήρα, που ήσαν «ώριμες» και επρόκειτο να παραπεμφθούν προς εκδίκαση στα Δικαστήρια, θα πάρουν λόγω παραγραφής, τον «δρόμο» προς το αρχείο, ενώ  άλλες, στις οποίες δεν έχει εκδοθεί ακόμη αμετάκλητη απόφαση, θα αχθούν υποχρεωτικά στην παύση της  ποινικής δίωξης και στην εντεύθεν αποφυλάκιση όλων των υποδίκων. Ειδυλλιακό τοπίο ασφάλειας στην Ελλάδα, της οποίας οι πολίτες δεν προλαβαίνουν τα τελευταία χρόνια να μετρούν τις κλοπές, τις απάτες, τις τοκογλυφίες και άλλα συναφή εγκλήματα, που καταλαμβάνονται από τις ευνοϊκές ρυθμίσεις του Νέου Ποινικού Κώδικα! Τώρα δεν θα έχει πια νόημα να κρατάει κάποιος «λογαριασμό», διότι θα είναι τόσο μεγάλα τα νούμερα της εγκληματικότητας, που δεν θα προλαβαίνει να τα καταγράψει το «κομπιουτεράκι».

Πολλές από τις δικαιοπολιτικά άστοχες και δογματικά πλημμελείς ρυθμίσεις του Σχεδίου Ποινικού Κώδικα υπήρχε βάσιμη αισιοδοξία ότι θα μπορούσαν να αλλάξουν μέσα στην Βουλή, όταν θα εισήγετο το σχετικό νομοσχέδιο προς ψήφιση. Υπήρχε άλλωστε επαρκής κοινοβουλευτικός χρόνος, εφ’ όσον ο κ. Τσίπρας είχε αποσυνδέσει τις ευρωεκλογές από τις εθνικές εκλογές και είχε κατηγορηματικά δηλώσει ότι οι τελευταίες θα γίνουν στην ώρα τους, δηλ. τον Οκτώβριο του 2019. Εξέφραζε μάλιστα τη βεβαιότητα ο «εκατομμυριούχος» Πρωθυπουργός μας ότι θα τις κερδίσει και αυτές! Ωσπου ο τόσο περιφρονημένος από τον αλαζόνα κ. Τσίπρα Λαός, του έδωσε την Κυριακή των Ευρωεκλογών ένα ισχυρό «ράπισμα», όπως του άξιζε. Αναγκάσθηκε έτσι να δηλώσει τη νύχτα των ευρωεκλογών, μετά τη βαριά ήττα του, ότι θα πήγαινε την επόμενη Κυριακή στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να υποβάλει την παραίτηση της Κυβέρνησής του και να ζητήσει την άμεση διενέργεια βουλευτικών εκλογών. Με βάση τη δήλωση αυτή του κ. Τσίπρα, αξιολογούμενη υπό το πρίσμα της πολιτικής ηθικής που διέπει το Σύνταγμα, ήταν προφανές ότι είχαμε εισέλθει ουσιαστικά στην προεκλογική περίοδο, η οποία επέφερε πρακτικά δύο πολύ σπουδαίες συνέπειες: Αφ’ ενός μεν υποχρέωνε την Κυβέρνηση σε πολιτική απραξία, με εξαίρεση τις κατεπείγουσες υποθέσεις. Αφ’ ετέρου δε «αφόπλιζε» τη Βουλή από τις συνήθεις κοινοβουλευτικές της εξουσίες μέσα στην περίοδο αυτή. Ηταν λοιπόν προφανές ότι οι Ποινικοί Κώδικες πήγαιναν προς ψήφιση στην επόμενη Βουλή, στην οποία η Κυβέρνηση θα ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, μειοψηφία. Ετσι όμως θα ακυρώνονταν οι «φωτογραφικές» διατάξεις του Σχεδίου, που είχαν γίνει για να αποτραπεί η φυλάκιση των κυβερνητικών στελεχών (Δούρου, Τόσκας, Πολάκης κ.ά.), τα οποία ήσαν υπεύθυνα για την εκατόμβη των θυμάτων στο Μάτι, εναντίον των οποίων μάλιστα είχαν ασκηθεί ήδη ποινικές διώξεις.

Για να σωθούν συνεπώς οι σύντροφοι και να βολευτούν με την ευκαιρία αυτή κάποιοι ημέτεροι, έπρεπε πάση θυσία να μείνει «ζωντανή» η Βουλή, ώστε να προλάβει να ψηφίσει οπωσδήποτε τους Ποινικούς Κώδικες. Γνώριζαν άλλωστε οι ιθύνοντες ότι με βάση την υποχρεωτική αναδρομική ισχύ του ευμενέστερου ποινικού νόμου, οι διωκόμενοι σύντροφοι δεν θα πήγαιναν ποτέ φυλακή, έστω κι αν καταργούντο οι Ποινικοί Κώδικες από την επόμενη Βουλή. Πολύτιμη «βακτηρία» στο σχετικό πραξικόπημα απετέλεσε για άλλη μία φορά η ανακολουθία μεταξύ λόγων και πράξεων του κ. Τσίπρα, ο οποίος σκόπιμα δεν πήγαινε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για να μην διαλυθεί η Βουλή πριν εκτελέσει τα διατεταγμένα. Ολα έγιναν από τους γνωστούς «κομάντος» Βουλευτές, χωρίς τη συμμετοχή των υπολοίπων κομμάτων στις παρανομίες της Βουλής. Η περίοδος αυτή θα μείνει στην κοινοβουλευτική ιστορία της χώρας ως μία «μελανή σελίδα», αφού θα υπογραμμίζει ακόμη μία φορά τον «βιασμό» της συνταγματικής ηθικής τάξης από την αδίστακτη Κυβέρνηση της «αριστεράς του τίποτα».

Η «Οδύσσεια» πάντως των Ποινικών Κωδίκων, που ξεκίνησε με στόχο να φτάσει στην Ιθάκη, θα μείνει μακριά από το νησί του Οδυσσέα, διότι εξελίχθηκε σε «πειρατεία». Και η «πειρατεία», «σήμα κατατεθέν» της παρανομίας, δεν έχει καμιά σχέση με την αγνότητα των προθέσεων που πλαισιώνουν μία «Οδύσσεια».