Γράφει ο Γιώργος Αθ. Τσούτσος

Ο πρόσφατος θόρυβος για τις λεγόμενες «επιστολές του Ιησού» επανέφερε στη μνήμη μας τα απόκρυφα κείμενα ή αλλιώς ψευδεπίγραφα. Ο όρος «απόκρυφα» έχει δικαίως αμφισβητηθεί διότι ο μη ειδικός σχηματίζει τη λανθασμένη εντύπωση ότι κάτι υποκρύπτεται. Πρόκειται για κείμενα τα οποία η Εκκλησία μας δεν θεωρεί θεόπνευστα διότι δεν έχουν γραφεί από κάποιον ευαγγελιστή (εξού και ψευδεπίγραφα) και αναφέρονται σε γεγονότα του βίου του Χριστού που συνέβησαν προγενέστερα από τον χρόνο συγγραφής τους. Τα κείμενα αυτά, άλλοτε μεν έχουν γραφεί από αιρετικούς συγγραφείς και κάποτε έχουν υποστεί επεξεργασία από ορθοδόξους, άλλοτε δε έχουν γραφεί από ορθοδόξους και μερικά υπέστησαν τροποποιήσεις από αιρετικούς. Ορισμένοι από τους συγγραφείς αυτών των κειμένων επεδίωκαν να συμπληρώσουν τα κενά των θεόπνευστων διηγήσεων της Καινής Διαθήκης όσον αφορά στον βίο της Παναγίας λόγου χάρη, ή του Χριστού, με πληροφορίες που ενδιέφεραν τους πιστούς χωρίς να έχουν ιδιαίτερη θεολογική σημασία με την έννοια των νοημάτων που απορρέουν από αυτές... Είναι αληθές ότι σε κάποια από αυτά τα κείμενα παρατίθενται ενδιαφέρουσες πληροφορίες σχετικά με πρωτοχριστιανικές παραδόσεις και εκεί στηρίζονται εν πολλοίς οι θεομητορικές γιορτές της Εκκλησίας μας. Πρόκειται επομένως για κείμενα τα οποία εκφράζουν απλώς τις απόψεις των συντακτών τους, ορισμένα περιέχουν κάποια στοιχεία δευτερεύουσας σημασίας και σε καμία περίπτωση δεν θέτουν εν αμφιβόλω την παράδοση και τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας.

(Τσακνάκη Αθ. Περί των αποκρύφων χριστιανικών κειμένων, Θεοδρομία, τ.2., Απρ. Ιούν. 2003, 161-164).

Τα κείμενα αυτά μελετώνται από ειδικούς επιστήμονες και μάλιστα βιβλικούς. Πολλοί εξ αυτών απαιτείται να κατανοούν νεκρές γλώσσες όπως τα αραμαϊκά ή να γνωρίζουν παπυρολογία, να είναι κάτοχοι ευρωπαϊκών γλωσσών και γνώστες της διεθνούς βιβλιογραφίας. Η φιλολογική επεξεργασία αυτών των κειμένων και η ανασύστασή τους είναι ενίοτε λίαν δυσχερές εγχείρημα. Πέραν όμως των σοβαρών μελετητών – επιστημόνων υπάρχουν και εκείνοι οι οποίοι εμφορούνται από αντιχριστιανικά κίνητρα και επιδιώκουν πάση θυσία να αποδομήσουν τη χριστιανική θρησκεία. Παρουσιάζουν κατά διαστρεβλωμένο τρόπο απόκρυφα κείμενα με σκοπό να δημιουργήσουν εντυπώσεις. Πρόκειται για εκδόσεις ή ταινίες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας παραμονές Χριστουγέννων ή Πάσχα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο περιβόητος Κώδικας Ντα Βίντσι, ένα γλαφυρό μυθιστόρημα και κατόπιν ταινία, του οποίου όμως το ιστορικό υπόβαθρο υπήρξε σαθρό. Υπάρχει όμως και μία τρίτη κατηγορία ασχολουμένων με τα λεγόμενα απόκρυφα κείμενα, η οποία ενδεχομένως είναι η πλέον σκοτεινή. Στην Ελλάδα εκπροσωπείται κυρίως από δήθεν φιλορθόδοξους και δήθεν πατριωτικούς πολιτικοεκδοτικούς κύκλους.

Είναι απορίας άξιον πώς εν ονόματι της Ορθοδοξίας προβάλλονται οι δήθεν επιστολές του Ιησού τις οποίες δεν δέχεται η Εκκλησία μας διότι δεν ανήκουν στον «Κανόνα», δηλαδή στο σώμα της ασφαλούς διδασκαλίας της Ορθοδόξου Πίστεως. Πρόκειται για κείμενα του Β΄ αιώνος μ.Χ. στα οποία αναφέρεται ο ακμάσας στον αιώνα αυτό μέγας φιλόσοφος και μάρτυς Ιουστίνος και μετά από αυτόν ο Τερτυλλιανός. Από αυτές τις δύο μαρτυρίες συνάγεται ότι υπήρξαν αρχαιότατα υπομνήματα συνταχθέντα επί Ποντίου Πιλάτου ή συνταχθέντα υπό του ιδίου του Πιλάτου. Παρόμοια υπομνήματα δεν υπάρχουν, σύμφωνα με τα οποία δήθεν ο Πιλάτος ανακοίνωνε στον αυτοκράτορα Τιβέριο τα θαύματα του Ιησού. Τούτο μαρτυρείται και από τον ακμάσαντα τον Δ΄ αιώνα, ιστορικό Ευσέβιο. Ο Επίσκοπος Κύπρου Επιφάνιος ( Δ΄ αι.) μας πληροφορεί ότι πρόκειται περί ψευδεπίγραφων κειμένων. Στην ελληνική βιβλιογραφία περίοπτη θέση κατέχει το εκδοθέν εν έτει 1910 έργο του καθηγητή της Χριστιανικής Γραμματολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Γεωργίου Δέρβου. Ο τελευταίος αναλύει τα απόκρυφα κείμενα, μεταξύ αυτών και τις δήθεν επιστολές του Ιησού. Τα κατατάσσει σε κατηγορίες όπως απόκρυφα Ευαγγέλια, απόκρυφες πράξεις των Αποστόλων, απόκρυφες Επιστολές και Απόκρυφες Αποκαλύψεις των Αποστόλων.

Οι καλόπιστοι αναγνώστες οφείλουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί με αυτά τα κείμενα. Είναι προτιμότερο να συμβουλεύονται ειδικούς επιστήμονες και όχι πολιτικολογούντες – θεολογούντες ανθρώπους της δημοσιότητας οι οποίοι συνειδητά ή ασυνείδητα απομακρύνουν τους πιστούς από την ορθή διδασκαλία του Χριστού χάριν ιδιοτελών σκοπών.