Του Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ

Ο Λυτρωτής ημών Χριστός, το παιδί του Θεού αλλά συγχρόνως και παιδί του λαού, γεννημένος και μεγαλωμένος μέσα σε ταπεινές και φτωχικές συνθήκες της ζωής, γνώρισε από κοντά τον λαό, εξετίμησε τις μεγάλες αρετές της απλής και αψιμυθίωτης ψυχής του και γι’ αυτό τον συμπάθησε, τον συμπόνεσε και αφοσιώθηκε στην λύτρωσή του από τα δεινά που τον μάστιζαν. Αφ᾽ ενός μεν δεινά σωματικά: πολύμορφες αρρώστιες, στερήσεις και κακουχίες· αφ᾿ ετέρου δε δεινά ψυχικά: πολύμορφες παθήσεις ψυχικές, ζευγαρωμένες με αποβιταμίνωση και ατροφία πνευματική.

Κι έτσι ο Ιησούς Χριστός, σαν πατέρας στοργικός, μερίμνησε για όλα τα αρρωστήματα και τα δεινοπαθήµατα του καταφρονημένου και παραμελημένου λαού. Και τον μεν πνευματικόν υποσιτισμό του λαού αντιμετώπισε ο Κύριος με την πνευματική τροφή της διδασκαλίας Του, τις δε σωματικές και ψυχικές αρρώστιες θεράπευσε με την παντοδυναμία της θεϊκής Του φύσεως. «Και περιήγεν ο Ιησούς διδάσκων.... και θεραπεύων πάσαν νόσον  εν τω λαώ» (Ματθαίου δ΄, 23).

Ούτε στείρα περιέργεια, ούτε αλαζονική περιφρόνηση, ούτε άνανδρος φόβος, αλλ᾽ ούτε και ποταπή κολακεία παρακινούσαν τον Ιησούν Χριστόν να ενδιαφερθεί για τον λαόν. Ο Κύριος μακράν από κάθε δηµοκοπία και συμφεροντολογία και ιδιοτελή εκμετάλλευση των ανθρωπίνων αδυναμιών, µόνον από ιδεολογική αντίληψη και αγνή διάθεση συμπάθησε τον λαό και τον συμπόνεσε, εφόσον τον έβλεπε κουρασμένο και ταλαιπωρημένο, αγνοημένο και παραμελημένο σαν κοπάδι προβάτων χωρίς βοσκό (Ματθαίου ι΄, 36).

Και το άδολον ενδιαφέρον του Χριστού για τον λαό μαρτυρούν οι ανύστακτες φροντίδες Του, όχι µόνο για τις πνευματικές αλλά και για τις σωματικές ανάγκες του λαού, και για τη συντήρηση της υλικής του ζωής. Ζω σηµαίνει αντιπαλεύω με την πείνα και τη δίψα, με το κρύο και τη ζέστη, με την εξάντληση και τη φθορά. Η διατήρηση λοιπόν της σωματικής ζωής είναι μία νίκη κατά της φθοράς, που εξασφαλίζεται με μία συνεχή και επίμονη και κουραστική προσπάθεια.

Τον βασικό δε αυτό νόµο της ζωής και από ανθρώπινη πείρα τον γνώριζε καλά ο Κύριος, εφόσον έως το τριακοστό έτος της εδώ ζωής Του µόχθησε και Εκείνος στο εργαστήρι του τέκτονος Ιωσήφ στη Ναζαρέτ. Η καρδιά Του λοιπόν ξεχείλιζε από συμπάθεια προς τον λαό, που μοχθεί και τσακίζεται για τον άρτο τον επιούσιο και γι’ αυτό στην έρημο κατ᾽ επανάληψη διέθρεψε τον πεινασμένο και κουρασμένο λαό. Αλλ᾽ «όπου το πτώμα εκεί και οι αετοί», και οι αρρώστιες σαν προχειρότερο στόχο έχουν συνήθως το υποσιτιζόμενο και εξαντλημένο σώμα του ταλαίπωρου λαού.

Γι’ αυτό λοιπόν και ο Χριστός-Λυτρωτής, που τόσο βαθιά συµπόνεσε τον λαό στις ταλαιπωρίες και κακουχίες του, πολεμούσε ανένδοτα την λερναίαν Υδρα των λαϊκών ασθενειών, προθυµότατα θεραπεύων κάθε νόσο και κάθε κακοπάθεια του λαού.

 

Αλλά και για τις πνευματικές ανάγκες του λαού, πατρικά προνόησε ο Χριστός, αφού πλουσιοπάροχα και ακούραστα διέτρεφε τον λαό με το θεσπέσιο «μάνα» της διδασκαλίας Του. Γενικώς δε, καλοκάγαθα άνοιγε στον λαό τη στοργική Του αγκαλιά και τον καλούσε, λέγοντας: «Δεύτε προς µε πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών» (Ματθαίου ια΄, 28).

* * * * *

Και τότε και τώρα και πάντοτε προσκαλούνται στοργικά να πλησιάσουν τον Χριστόν όσοι έχουν αποκάμει σωματικά και ψυχικά στον τραχύν αγώνα της ζωής και όσοι αγωνιστές της αμαρτίας έχουν νικηθεί απ᾿ αυτήν και σκλαβωθεί.

Ο Χριστός-Λυτρωτής υπόσχεται να δώσει στους μεν πρώτους ξεκούραση και ενίσχυση, στους άλλους δε συγχώρηση και λύτρωση. Και το μαρτύριο της απολυτρώσεώς μας το βλέπετε εκεί ψηλά στον Σταυρό αιώνια. Αδιάψευστο, ακατάλυτο.

Με την αιματηρή θυσία του Γολγοθά ο Χριστός κατήργησε, όχι µόνο τον φραγµό που χώριζε τον εναγή άνθρωπο απ᾿ τον Πάναγνο Θεόν, αλλά και τα διαφράγµατα που χώριζαν τους ομαίμονας ανθρώπους (Πράξεων ιζ΄, 26) σε πατρικίους και πληβείους, σ’ ελευθέρους και δούλους, σ᾽ ευγενείς και αγενείς. Για το Ευαγγέλιο του Χριστού «ουκ ένι Ελλην και Ιουδαίος, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος και ελεύθερος» (Προς Κολοσσαείς γ΄, 11). Κατά τη Χριστιανική αντίληψη και ο αφανέστερος και αμαθέστερος και πενέστερος άνθρωπος, έχει σταθερή αξία απέναντι του Θεού, ο Οποίος όχι μόνον του χάρισε τη φυσική ζωή, αλλά και τον συμπεριέλαβε στο πλαίσιο της πνευματικής απολυτρώσεως.

 

* * * * *

Κατά τη χριστιανική αντίληψη οι κοινωνικές και ταξικές διακρίσεις, δημιουργήματα κατά συνθήκη εφημέρων οργανώσεων, δεν έχουν αντικειμενική αξία στην πνευματική βασιλεία του Χριστού, όχι µόνον στην επουράνια αλλά και στην επίγεια.

Τα µέλη της Εκκλησίας του Χριστού αποτελούν εν σώμα, έναν οργανισμό, έναν λαό περιούσιο. Καθώς δε στο ανθρώπινο σώμα δεν γίνονται εγωιστικές διακρίσεις εντίμων και ατίμων μελών, αλλά τα ευφυέστερα και ισχυρότερα όργανα επαγρυπνούν και προστατεύουν τα ασθενέστερα, έτσι και στο σώμα της χριστιανικής κοινωνίας όσοι έχουν θέση πλεονεκτική: ηθική, πνευματική, υλική, έχουν συγχρόνως και καθήκον ιερό τα οποιαδήποτε πλεονεκτήματά των· σοφία και πείρα και δύναμη και πλούτο να τα διαθέτουν για την ενίσχυση και ωφέλεια των μειονεκτούντων ως προς την κτήση και την απόλαυση των φυσικών και επικτήτων αγαθών της παρούσης ζωής.

Ο απόστολος Παύλος πριν από 20 αιώνας ενομοθέτησε για μας τους Χριστιανούς το «οφείλομεν ημείς οι δυνατοί τα ασθενήματα των αδυνάτων βαστάζειν» (Προς Ρωμαίους ιε΄, 1). Οσοι λοιπόν δυνατοί και πλούσιοι σε γνώσεις ή πείρα ή χρήμα, σε πίστη και ελπίδα και αγάπη, συναισθανόμενοι την απαράγραπτη Χριστιανική τους υποχρέωση, του να βαστάζουν δηλαδή των αδυνάτων τα βάρη, ως και την απέναντι του αδεκάστου Θεού αναπόφευκτη λογοδοσία που θα δώσει ο καθένας, ας ενδιαφερθούν με φιλάδελφη διάθεση για τις πνευµατικές, ηθικές και υλικές ανάγκες του λαού µας. Ας μην ξεχνάμε ότι όλοι είμεθα «σαρξ εκ της σαρκός και οστούν εκ των οστών» (Γενέσεως β΄, 23) του λαού. Ας μην ξεχνάμε προπαντός, ότι ο άσαρκος Θεός εσαρκώθη εκών και εταπεινώθη και κατά την ανθρώπινη φύση Του πείνασε και δίψασε, πόνεσε και έκλαψε, σταυρώθηκε και πέθανε για τον λαό. Στον αγαπημένο λοιπόν και ευλογημένο από τον Σωτήρα και Λυτρωτή µας λαό, αξίζει και εκ μέρους μας κάθε τιμή και αγάπη και θυσία.