Γράφει ο Μ. Γ. Βαρβούνης

Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης

Η αρχή του νέου έτους συνδέεται με σημαντικά ευετηρικά και γονιμικά τελετουργικά έθιμα, ανάλογα του βασικού αγροτοκτηνοτροφικού χαρακτήρα της ποντιακής κοινωνίας, η οποία τα γέννησε και τα διατηρούσε τελούμενα. Την κοινωνική διάσταση που έδιναν στην εορτή φανερώνουν και οι σχετικές ευχές, οι οποίες δεν περιορίζονταν στα στενά οικογενειακά πλαίσια, αλλά αφορούσαν όλο το χωριό, όλη την κοινωνία εντός της οποίας εγγράφονταν και λειτουργούσαν τα έθιμα. Ευχές περιείχαν βεβαίως και πολλοί στίχοι των καλάντων, παραλλήλως δε πολλές από τις ευχές για τις εορτές του Δωδεκαημέρου και την Πρωτοχρονιά είναι ιδιαιτέρως ευρηματικές και ποιητικές, καθώς αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα της γενικότερης ποιητικότητας που χαρακτηρίζει τον λαϊκό πολιτισμό, σε ένα πλήθος εκδηλώσεών του, κυρίως στο συμβολικό και στο τελετουργικό επίπεδο.  Οι ευχές αυτές λειτουργούσαν ως το λεκτικό μέρος των ευγονικών και διαβατήριων τελετών της περιόδου, εκφράζοντας παραλλήλως και την κοινή αίσθηση για το κοινωνικώς επιθυμητό.

Η διαβατήρια στιγμή επέβαλλε τη συνοχή της οικογένειας, ώστε και οι εθιμικοί κίνδυνοι να αντιμετωπιστούν, και να αναδομηθούν οι συγγενικοί και κοινωνικοί δεσμοί που ήταν απαραίτητοι για τη συγκρότηση και την επιβίωση της παραδοσιακής ποντιακής κοινωνίας, κι αυτό περνούσε συχνά μέσα από τη συμβολική γλώσσα των τελετουργιών.

Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερη σημασία αποδιδόταν στις ιδιότητες εκείνου που θα έμπαινε πρώτος μέσα στο σπίτι με τη νέα χρονιά. Κατά κύριο λόγο έπρεπε να είναι παιδί αμφιθαλές, το οποίο κάποτε το έστελναν να κοιμηθεί την προηγούμενη μέρα σε σπίτι συγγενικό, ώστε να είναι ο πρώτος άνθρωπος που θα ερχόταν στο σπίτι, νωρίς το πρωί της Πρωτοχρονιάς. Παραλλήλως, μπαίνοντας τελετουργικά στο σπίτι σκορπούσε διάφορους καρπούς, κατά κανόνα δημητριακά και όσπρια, με στόχο την επίτευξη γονιμότητας και καλοχρονιάς, δεδομένου ότι παρόμοιο στόχο έχουν γενικότερα τα τελετουργικά καταχύσματα καρπών στον λαϊκό πολιτισμό.

Σε ορισμένα μάλιστα χωριά οι επίτροποι του ναού αγόραζαν πορτοκάλια, τα οποία ευλογούσε ο ιερέας και διένεμε μετά την πρωτοχρονιάτικη λειτουργία, με στόχο τη μεταφορά δι’ αυτών ευλογίας στο σπιτικό. Αλλού πάλι τα παιδιά που τραγουδούσαν τα κάλαντα της παραμονής κρατούσαν στα χέρια τους μήλα ή πορτοκάλια, στα οποία οι νοικοκύρηδες των σπιτιών που επισκέπτονταν κάρφωναν τα νομίσματαμε τα οποία τα φιλοδωρούσαν. Και εδώ η γονιμική σημασία των φρούτων είναι κυρίαρχη, καθώς μάλιστα ενισχύεται από την ειδική θρησκευτική σημασία της εορτάσιμης ημέρας.

Το ποδαρικό έκαναν συνήθως τα μικρά παιδιά ή ο νοικοκύρης της οικογένειας, εκφωνώντας ανάλογες και καθορισμένες ευχές για υγεία και γονιμότητα, ανθρώπων, καλλιεργειών και ζώων, που συναποτελούσαν το οικογενειακό οικονομικό κεφάλαιο.

Σημασία τελετουργική και ευγονική αποδιδόταν και στο «καλαντόνερο», δηλαδή το νερό με το οποίο νίβονταν το πρωί της Πρωτοχρονιάς. Πρόκειται για το τελετουργικό και πανελληνίως γνωστό «αμίλητο νερό», το οποίο μετέφεραν στα σπίτια τους από τη βρύση του χωριού νωρίς το πρωί της Πρωτοχρονιάς, και το οποίο αφού νίβονταν έχυναν στα θεμέλια του σπιτιού, σε μία προσπάθεια τελετουργικής επίσης επίτευξης της στερεότητας και της καλοτυχίας για το σπίτι και τους ενοίκους του.

Αλλού πάλι πρόσφεραν στη βρύση του χωριού και στο πηγάδι της αυλής τους τραχανά, χαλβά, αλάτι κ.λπ., ενώ πριν καλημέριζαν το πηγάδι με μία τελετουργική ευχή, η οποία μάλλον απευθυνόταν στα ενοικούντα σε αυτό πνεύματα, ώστε ανενόχλητοι από αυτά και με την εικαζόμενη συγκατάθεσή τους να αντλήσουν κατόπιν το πρώτο νερό της χρονιάς, το οποίο και μετέφεραν στα σπίτια τους. Η προσφορά τελετουργικών δώρων που επείχαν θέση «μειλιγμάτων» για τα πνεύματα του νερού στο πηγάδι ή τη βρύση, ήταν σχεδόν κοινή σε όλες τις περιοχές: ξηροί καρποί και φρούτα, βούτυρο και μέλι προσφερόταν από τις κοπέλες που πήγαιναν στα σημεία υδροδότησης της κοινότητας στο νερό, και τα άφηναν μάλιστα σε ειδική εσοχή πάνω από τη βρύση· κατόπιν δέ έπαιρναν ως αντιχάρισμα το πρώτο νερό της χρονιάς, το καλαντόνερο, με τη διατύπωση κατάλληλων ευχών για καλοχρονιά, υγεία και ευγονία. Στη συνέχεια το νερό μεταφερόταν στο σπίτι, χωρίς το κορίτσι που το κρατούσε να επιτρέπεται να κοιτάξει προς τα πίσω ή να μιλήσει στην διάρκεια της διαδρομής, από τον δεισιδαιμονικό φόβο ότι το πνεύμα του νερού θα τους έπαιρνε τη φωνή.

Με το νερό αυτό ράντιζαν και το σπίτι τους, προτυπώνοντας εθιμικά το ράντισμα με τον αγιασμό των Θεοφανίων, που θα ακολουθούσε. Την ώρα που το κοιμισμένο νερό πίστευαν ότι ξυπνούσε, με την προσφορά των δώρων, οι κοπέλες έβρισκαν την ευκαιρία να διατυπώσουν ευχές για τον μελλοντικό γάμο τους, που πίστευαν ότι εισακούονται. Κοινή ήταν η πίστη ότι εισακούονταν οι ευχές του πρώτου που θα πήγαινε στη βρύση να αντλήσει νερό με τη νέα χρονιά, καθώς όταν το νερό ξυπνούσε μετά την πρώτη άντληση, θέριευε και δεν εξυπηρετούσε τις ανθρώπινες ανάγκες.

Μάλιστα το κανάτι στο οποίο μεταφερόταν το νερό αυτό από τη βρύση στο σπίτι, δεν έπρεπε να αγγίξει τη γη, γιατί τότε πίστευαν ότι η δύναμη του νερού θα χαθεί, σε μία περίπτωση τελετουργικής αψιφοβίας, σύμφωνα με την οποία η μαγική δύναμη των τελετουργικών αντικειμένων απορροφάται αν αυτά έρθουν σε επαφή με τη γη, με αποτέλεσμα να μετατρέπονται σε κοινά χρηστικά αντικείμενα, η οποία έχει διαπιστωθεί και σε άλλες τελετουργικές εκδηλώσεις του λαϊκού πολιτισμού των Ποντίων, προηγουμένως.