Του Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου

Οπως πληροφορηθήκαμε, τα ξημερώματα της 3ης Μαρτίου ε.ε. κοιμήθηκε στο Κολουέζι του Κονγκό η Ιεραπόστολος «μητέρα» Θεανώ Μουσδελεκίδου, που καταγόταν από την Εδεσσα και την γνώριζα από τα χρόνια εκείνα που διακονούσα ως Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας.

Η Εδεσσα είναι η πόλη που γαλούχησε μεγάλους Ιεραποστόλους. Πρώτος ήταν ο Αρχιμ. Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος, τον οποίον έφερε στην Εδεσσα ο τότε Μητροπολίτης Παντελεήμων Παπαγεωργίου, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, και μάλιστα έμεινε μαζί του στο Μητροπολιτικό Οίκημα. Δεύτερος ήταν ο Αρχιμ. Χαρίτων Πνευματικάκης, Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης. Εκεί γνωρίσθηκαν με τον π. Χρυσόστομο και αργότερα τον ακολούθησε στην Αφρική. Τρίτος ήταν ο Αρχιμ. Ιγνάτιος Μαδενλίδης, αργότερα Μητροπολίτης Πενταπόλεως, που γνώρισε και τους δύο στην Εδεσσα και αργότερα ακολούθησε τον Πνευματικό του π. Χαρίτωνα στην Ιεραποστολή. Και τέταρτη ήταν η Εδεσσαία Θεανώ Μουσδελεκίδου, που ακολούθησε τους προηγουμένους στην Ιεραποστολή.

Οταν δει κανείς την ζωή των τεσσάρων αυτών Ιεραποστόλων, θα διαπιστώσει ότι υπάρχει ένας εσωτερικός σύνδεσμος, μία εσωτερική μυστική ενότητα με κέντρο την Εδεσσα, η οποία πράγματι αναδείχθηκε ως μία πόλη μεγάλων Ιεραποστόλων της Αφρικής. Και όπως η Εδεσσα είναι κατά την ονομασία της πόλη «πολλών υδάτων» και φημίζεται για τον θαυμαστό καταρράκτη της, έτσι τώρα θα φημίζεται και για τους μεγάλους Ιεραποστόλους που ανέδειξε και έγινε πόλη των καταρρακτών της Ιεραποστολής στην Αφρική.

Η ίδια διηγείται: «Στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής είχαμε τη μεγάλη ευλογία να έχουμε καλό ποιμένα, τον Μητροπολίτη Εδέσσης και Πέλλης, τον μακαριστό Παντελεήμονα (μετέπειτα Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης) και τους αξιόλογους πνευματικούς συνεργάτες του, τον π. Χρυσόστομο (Παπασαραντόπουλο), τον παππούλη και εξομολόγο μας, ως παιδιά των κατηχητικών τότε εμείς, καθώς επίσης και τον π. Χαρίτωνα (Πνευματικάκη), ο οποίος με την ακάματη δραστηριότητά του και με τα πύρινα κηρύγματά του, αγκάλιασε όλους τους νέους της εποχής και τους χάραξε πορεία ζωής. Τα κατηχητικά, οι κύκλοι Αγίας Γραφής, ο λόγος του, έγινε βίωμα ζωής».

Γνώριζα από παλαιά πολύ καλά τη Θεανώ Μουσδελεκίδου. Κατ’ αρχάς την έβλεπα να βοηθά τον σύζυγό της στο παντοπωλείο και φαινόταν ως μια αξιοπρεπής, ευγενής, σοβαρή και εξυπηρετική κυρία, με εξαιρετική εξωτερική εμφάνιση. Τη συναντούσα και στον κεντρικό δρόμο που οδηγεί από τον Ιερό Ναό της Αγίας Σκέπης προς τον Μητροπολτικό Οίκο όπου έμενα, όταν πήγαινε να δει την ευγενέστατη και αρχόντισσα μητέρα της Ελένη Αντωνιάδου, που έμενε με τον καθηγητή υιό της και την οικογένειά του ακριβώς απέναντι από την Ιερά Μητρόπολη. Η σοβαρότητά της ήταν στενά συνδεδεμένη με την ευγένειά της και τη χαρούμενη όψη του προσώπου της· διέκρινα μέσα της μια ορμή.

Οταν εκοιμήθη ο σύζυγός της, επειδή δεν είχαν παιδιά, άρχισε να προβληματίζεται για το τι θα κάνει στο υπόλοιπο της ζωής της. Δεν την ικανοποιούσε το να διατηρήσει το παντοπωλείο και ήθελε να προσφέρει τις δυνάμεις της στην κοινωνία και την Εκκλησία.

Τότε ήταν που τη γνώρισα καλύτερα, διότι με πλησίασε για να με ενημερώσει για κάποια σχέδιά της. Σκέφθηκε και αποφάσισε να μετατρέψει την ευρύχωρη οικία της σε χώρο όπου θα έμεναν μαθήτριες που προέρχονται από τα πέριξ της Εδέσσης χωριά και πήγαιναν στα Γυμνάσια και τα Λύκεια της πόλεως, παρακινούμενη από το ίδιο που έπραξε η Μαρία Αρτοπούλου.

Σχεδιάσαμε και προχωρήσαμε μαζί τη λειτουργία ενός ατύπου Οικοτροφείου, μίας «Μαθητικής Στέγης». Στην πραγματικότητα δεν ήταν Οικοτροφείο, αλλά μια μεγάλη οικογένεια με πολλές μαθήτριες που έμεναν μαζί, σαν να τις φιλοξενούσε εκείνη, και η ίδια φρόντιζε για την ετοιμασία του φαγητού και είχε τη γενική επίβλεψή τους. Ηταν πραγματικά μία πνευματική οικογένεια.

Εκείνη ήταν πολύ χαρούμενη για το νέο αυτό έργο που της έδωσε μεγάλη έμπνευση, το ασκούσε με υπευθυνότητα και αναπλήρωσε την έλλειψη της οικογένειάς της. Ετσι έβλεπε όλες τις μαθήτριες ως δικά της παιδιά και ανταποκρινόταν σε αυτές ως μητέρα τους. Αυτό ήταν οικονομία Θεού, γιατί ήταν ένα στάδιο προετοιμασίας της για την ιεραποστολή στην Αφρική.

Τη θαύμαζα τη«μητέρα», τη «μάμα», όπως την αποκαλούσαν «τα μαυράκια της», Θεανώ Μουσδελεκίδου και τη ζήλευα, και ακόμη την ζηλεύω, που ακολούθησε αυτό το δύσκολο έργο με ενθουσιασμό μέχρι το τέλος της ζωής της και εισήλθε στη Βασιλεία του Θεού.

Η μνήμη της θα είναι αιώνια, θα την αγαπούν και τα «μαυράκια» της και οι λευκοί ουράνιοι άγγελοι, αλλά και όλοι εμείς που τη γνωρίσαμε και συμμετείχαμε σε έναν βαθμό στους ευγενείς πόθους της.