Γράφει ο Μ.Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ
Τα χριστιανικά μνημεία μιας περιοχής αποτελούν σημαντικότατο μέρος του πολιτισμικού κεφαλαίου της, ταυτοχρόνως δε συνιστούν και τα σεβάσματα της λαϊκής θρησκευτικότητας, της πίστης και της λατρείας των κατοίκων, καθώς συχνά συνδέονται όχι μόνο με την θρησκευτική, αλλά και με την πολιτισμική και την εθνική ακόμη ταυτότητά τους. Γι’ αυτό και η επιμέλειά τους, όχι απλώς η κτηριακή τους συντήρηση, αλλά η ουσιαστική φροντίδα και ανάδειξή τους, έχει μεγάλη σημασία, από θρησκευτική, πολιτισμική και κοινωνική άποψη, αφού πάνω τους αποτυπώνεται η ιστορική διαδρομή και η πολιτιστική πορεία και φυσιογνωμία κάθε περιοχής.
Τα τελευταία χρόνια, από τότε που ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μαρωνείας και Κομοτηνής κ. Παντελεήμων εξελέγη, χειροτονήθηκε και ενθρονίστηκε στην ακριτική θρακική αυτή Μητρόπολη, σταδιακά και σταθερά μπήκε σε εφαρμογή ένα συγκεκριμένο και οργανωμένο σχέδιο φροντίδας των χριστιανικών μνημείων, όχι μόνο της Κομοτηνής, αλλά και αυτής της εκκλησιαστικής επαρχίας στο σύνολό της. Πρόγραμμα που με την ευλογία και την ανύστακτη μέριμνα του Σεβασμιωτάτου, έχει ήδη αποδώσει καρπούς, ενώ οι δράσεις του συνεχίζονται παρά τις κατά καιρούς οικονομικές κ.λπ. αντιξοότητες.
Δύο είναι τα βασικά σημεία της συστηματικής και εμπνευσμένης αυτής προσπάθειας: αρχικά, το ότι γίνεται με περίσκεψη, και μετά από μελέτη ενδελεχή. Διδάκτορας ο ίδιος, άρα άνθρωπος με επιστημονική κατάρτιση και βιβλιογραφική γνώση, ο Σεβασμιώτατος αναθέτει πάντοτε σε ειδικούς την μελέτη κάθε σχεδιαζόμενης αποκατάστασης, με αποτέλεσμα αυτή να λαμβάνει υπόψη τις ιστορικές και πολιτισμικές παραμέτρους, την καλλιτεχνική και αρχιτεκτονική παράδοση κάθε περιοχής. Έτσι οι αποκαταστάσεις που γίνονται πραγματικά αναδεικνύουν τα μνημεία χωρίς να τα παραμορφώνουν ή να τα αδικούν, όπως δυστυχώς γίνεται σε άλλες περιοχές, όπου υπάρχου μόνο καλές προθέσεις, αλλά το τελικό αποτέλεσμα είναι ολέθρια καταστρεπτικό για τα μνημεία.
Και έπειτα, ότι ο Σεβασμιώτατος φροντίζει ώστε να χρησιμοποιείται και ο παραμικρός πόρος, με ένταξη σε σχετικά προγράμματα, με απορροφήσεις κονδυλίων κ.λπ., ώστε στο δυσχερές σημερινό περιβάλλον, τα έργα αυτά να μην σταματούν, αλλά να συνεχίζονται. Και αποτελεί αυτό πρότυπο για ανάλογες δράσεις και σε άλλες περιοχές της χώρας μας, που δείχνει ότι η επιστημονική γνώση, η τεχνογνωσία και η χρήση όλων των διαθέσιμων δυνατοτήτων αποτελούν μονόδρομο πλέον για παρόμοιες προσπάθειες.
Μέσα στην Κομοτηνή, οι κορυφαίες στιγμές του προγράμματος αυτού είναι η ανακαίνιση και ριζική αναδιαμόρφωση του Επισκοπείου, ενός κτηρίου του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, που βρίσκεται όμως μέσα στην περιοχή του βυζαντινού κάστρου, στο κέντρο ης πόλης, κι έτσι σχετίζεται άμεσα με την ανάδειξη των σημαντικών αυτών μεσαιωνικών μνημειακών οχυρώσεων. Και βέβαια η ριζική αποκατάσταση, επισκευή, αναπαλαίωση και ανάδειξη του Μητροπολιτικού Ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στην ίδια περιοχή, απέναντι από το Μητροπολιτικό Μέγαρο που προαναφέρθηκε, ενός μεταβυζαντινού ναού που συνδέεται άρρηκτα με την ιστορία, την διαχρονική πολιτισμική πορεία και ταυτότητα και την πνευματική συγκρότηση της κοινωνίας της Κομοτηνής, και ιδιαίτερα του χριστιανικού στοιχείου της πόλης.
Ο ναός αυτός, παραμορφωμένος σε σύγκριση με το αρχικό του σχέδιο στο πέρασμα των χρόνων, αποκαταστάθηκε επίσης κατά τη δεκαετία του ‘80, με μελέτη του εξαιρετικού και εμπνευσμένου αρχιτέκτονα Μανόλη Αναγνωστίδη, και τώρα βρίσκεται στη διαδικασία μιας μεγάλη εκ βάθρων ανακαίνισης, που θα αποκαταστήσει τις όποιες φθορές του χρόνου και τις κατά καιρούς αυθαίρετες επεμβάσεις, όπως λ.χ. το βάψιμο του ξυλόγλυπτου τέμπλου του κεντρικού κλίτους. Και βέβαια η αποκατάσταση των δύο αυτών ιστορικών εκκλησιαστικών κτηρίων σχετίζεται άμεσα με την αποκατάσταση του βυζαντινού φρουρίου της Κομοτηνής και της ευρύτερης περιοχής του, που βρίσκεται σε εξέλιξη, ώστε να προικίσει την πόλη με ένα εξαιρετικό ιστορικό συγκρότημα μνημείων πολλαπλών χρήσεων, ενώ ταυτοχρόνως οι εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης έφεραν στο φως και σημαντικά δεδομένα της βυζαντινής και μεταβυζαντινής ιστορίας της πόλης.
Ο Σεβασμιώτατος κ. Παντελεήμων όμως αποκατέστησε και το ναό της πολιούχου της Κομοτηνής αγίας Παρασκευής, στο πάρκο της πόλης. Ο ναός της αγίας, στην οποία αποδίδεται η σωτηρία των Κομοτηναίων από λοιμική νόσο, επενδύθηκε εξ ολοκλήρου με πέτρα συνδυασμένη με κεραμίδι, κατά τα βυζαντινά ναοδομικά πρότυπα. Πρόκειται για μια εξαιρετικής αισθητικής και ποιότητας επένδυση, που εφαρμόστηκε και σε ναούς της Ξάνθης, την εποχή που ο Σεβασμιώτατος πριν την εκλογή του σε Επίσκοπο ήταν Αρχιμανδρίτης και Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Ξάνθης και Περιθεωρίου. Συγκεκριμένα έχω υπόψη την περίτεχνη και καλαίσθητη εξωτερική επένδυση του ναού της του Θεού Σοφίας, στην Ξάνθη, που ομοιάζει με το έργο για το οποίο γίνεται λόγος εδώ.
Η εξωτερική επένδυση, σε συνδυασμό με εσωτερικές παρεμβάσεις και διευθετήσεις, ανέδειξε το μνημείο αισθητικά, συνδέοντάς το με την μακραίωνη βυζαντινή και μεταβυζαντινή παράδοση της περιοχής. Το κατέστησε κόσμημα της πόλης, καθώς μάλιστα βρίσκεται σε περίβλεπτο σημείο, και ενδεικτικό κτίσμα της καθαυτό πολιτιστικής ταυτότητας της πόλης, η οποία ως γνωστόν ανάγει την αρχή της ύπαρξής της στα βυζαντινά «Κουμουτζηνά».
Κι έτσι, πέρα από την αισθητική, η επέμβαση αυτή έχει και πρόδηλη ιστορική και πολιτισμική σημασία, καθώς μάλιστα ο ναός της αγίας Παρασκευής βρίσκεται στον κεντρικό δρόμο εισόδου στην πόλη από τα ανατολικά, δίπλα σχεδόν από το Δημαρχείο της Κομοτηνής, και στην άκρη του πάρκου της πόλης, διαμετρικά αντίθετος από το ηρώο, μπροστά από το οποίο ανοίγεται η μεγάλη πλατεία, που είναι το κέντρο της ζωής της πόλης. Άρα, είναι επέμβαση με ιδιαίτερη σημασία και συμβολισμό, η οποία σχεδιάστηκε προσεκτικά και εκτελέστηκε άψογα.
Σημαντική επίσης είναι η παρέμβαση που, με την ευλογία και την μέριμνα του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μαρωνείας και Κομοτηνής κ. Παντελεήμονος, συντελέστηκε στην Ιερά Μονή Παναγίας Φανερωμένης Βαθυρρύακος, έξω από την πόλη, προς την κατεύθυνση της Ξάνθης, στα όρια του τέως δήμου Αιγείρου. Εκεί, πέρα από την εγκατάσταση ολιγομελούς αλλά δυναμικής και πνευματοφόρου γυναικείας μοναστικής αδελφότητας, εκτελέστηκαν έργα προφύλαξης της μονής από τα όμβρια ύδατα, που μετά την κατασκευή της παρακείμενης εθνικής οδού την κατέκλυζαν κάθε χρόνο.
Επίσης συντηρήθηκαν και εξοπλίστηκαν τα κελιά και τα κτήρια της μονής, κι έτσι αναδείχθηκε ο χώρος, που αποτελεί μεν νεώτερο μνημείο, αλλά στεγάζει την περίπυστη εικόνα της Παναγίας της Φανερωμένης, που σχετίζεται με τα σχετικά με την ενσωμάτωση της Κομοτηνής και της περιοχής της στο ελληνικό κράτος, το 1920, και μεταφέρεται σε ετήσια βάση στην πόλη για τον εορτασμό της εθνικής αυτής επετείου.
Και βέβαια, η αναγέννηση της μονής οδήγησε σε αναζωπύρωση και της πανήγυρής της: κάθε χρόνο, στην εορτή της αποδόσεως της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (23 Αυγούστου) πλήθη πιστών πεζοπορούν για να βρεθούν στο μοναστήρι και να τιμήσουν την εξέχουσα θεομητορική εορτή. Αν αυτό συνδυαστεί με την μεγαλοπρέπεια των τελετών, δεδομένου ότι ο Σεβασμιώτατος είναι καλλίφωνος και ιεροπρεπής λειτουργός, με την καλλιέργειας της εκκλησιαστικής μουσικής παράδοσης και τέχνης και με την επάνδρωση της Μητροπόλεως με νέους, μορφωμένους, πνευματικούς και δραστήριους κληρικούς, όλα έργα του Μητροπολίτου κ. Παντελεήμονος, αντιλαμβάνεται τόσο την αθρόα πλέον συμμετοχή των πιστών, όσο και το αίσθημα αναγέννησης και πνευματικής ευφορίας που κατακλύζει τους πιστούς της Κομοτηνής και της ευρύτερης περιοχής της.
Πέρα από αυτά, πλήθος ανάλογων ενεργειών, αν και σε μικρότερη κλίμακα, έχουν ήδη ολοκληρωθεί ή βρίσκονται υπό εξέλιξη σε ναούς και προσκυνήματα του κανονικού εδάφους της Ιεράς Μητροπόλεως Μαρωνείας και Κομοτηνής. Ξυλόγλυπτα τέμπλα, νέες τοιχογραφίες και φορητές εικόνες άριστης αγιογραφικής τέχνης και παραδοσιακού τεχνοτροπικού ύφους, σημαντικής τέχνης χρυσοκέντητα πέπλα και υφάσματα, έργα εκκλησιαστικής αργυροχρυσοχοΐας παραδοσιακής μεταβυζαντινής τεχνοτροπίας πλουτίζουν τους ναούς, και καθιστούν επιβλητική και μεγαλοπρεπή την τέλεση της θείας λατρείας.
Ακόμη και σε ενοριακές εγκαταστάσεις και αίθουσες, όπως για παράδειγμα στην αίθουσα του ναού της του Θεού Σοφίας, στην Κομοτηνή, παρατηρείται η ίδια παραδοσιακή διακόσμηση, αλλά και παρόμοια καλαισθησία, περίσκεψη και μελέτη των λύσεων που κάθε φορά θα προτιμηθούν. Αν κοντά σε αυτά μάλιστα προσθέσουμε την τακτική περιοδική έκδοση της Μητροπόλεως, με τον τίτλο Παρρησία, τη διοργάνωση συνεδρίων, την έκδοση επιστημονικών και άλλων τόμων και όσα ανάλογα έργα αυτή τη στιγμή βρίσκονται στο στάδιο της ολοκλήρωσης, εύκολα μπορεί να καταλάβει ότι στην Ιερά Μητρόπολη Μαρωνείας και Κομοτηνής πνέει τα τελευταία χρόνια ένα αναγεννητικό πνεύμα.
Κι αυτό οφείλεται στον Σεβασμιώτατο και στους άμεσους συνεργάτες του, που είναι άξιοι συγχαρητηρίων. Και βέβαια οφείλεται και στη αγαστή συνεργασία της Μητροπόλεως και του Σεβασμιωτάτου με το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, του οποίου μάλιστα είναι διδάκτορας, για την οποία ωστόσο θα γράψουμε αναλυτικά με άλλη ευκαιρία. Μια συνεργασία πολυεπίεδη και δημιουργική, που καλό θα είναι να αποτελέσει πρότυπο και για άλλες περιοχές της πατρίδας μας, όπου εδρεύουν πανεπιστημιακά ιδρύματα, σχολές και τμήματα.
Οφείλεται δε προπάντων στην γνώση, την μέριμνα και τον κόπο ενός νέου ιεράρχη, με εμπειρία και όραμα, με σημαντικές σπουδές και έμφυτη παραδοσιακή καλαισθησία, για τον οποίο τόσο οι γηγενείς όσο και οι παρεπίδημοι πιστοί ευχόμαστε να έχει υγεία, δύναμη και ενίσχυση παρά Κυρίου, ώστε να συνεχίσει να προσφέρει στο ποίμνιό του, στο Γένος και στην ακριτική θρακική Ροδόπη «εις μακρότητα ημερών».
O Εμμανουήλ Βαρβούνης είναι Καθηγητής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, Άρχων Προστάτης των Γραμμάτων της Μ.τ.Χ.Ε., Μέγας Άρχων Χαρτοφύλαξ του Αλεξανδρινού Θρόνου