Η Ιερά Σύνοδος στηνΚύρπου αποφάσισε στην επόμενη συνεδρίαση να προχωρήσει στην αγιοκτάταξη του αρχιεπισκόπου Κύρπου Κυρπιανού που κρέμασαν οι Τούρκοι όταν ξέσπασε η επανάσταση του 1821.Για το λόγω αυτό ,εξέφρασε και την την αντίθεση της στην κατασκευή του σχεδιαζόμενου δρόμου, μεταξύ των λεωφόρων Στροβόλου και Αρχαγγέλου καθώς εκεί υπάρχει η δεξαμενη την οποία είχε κάνει ο Κυρπιανός!
Η Εκκλησία της Κύπρου επικαλείται τον ιερομάρτυρα Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, τον οποίον η Ιερά Σύνοδος θα αγιοκατατάξει σε προσεχή συνεδρία της, για να εκφράσει την αντίθεση της στην κατασκευή του σχεδιαζόμενου δρόμου, μεταξύ των λεωφόρων Στροβόλου και Αρχαγγέλου. Κι αυτό επειδή θεωρεί ότι θέτει σε κίνδυνο τη συνέχεια ύπαρξης δεξαμενής που αποτελούσε προσφορά του κατά την περίοδο της Αρχιεπισκοπείας του.
Σε επιστολή του προς τη Βουλή ο Επίσκοπος Νεαπόλεως Πορφύριος, ο οποίος τυγχάνει και Πρόεδρος της Συνοδικής Επιτροπής Ναοδομίας, Μνημείων και Χριστιανικής Τέχνης, ζητά την παρέμβαση του Σώματος για τη διάσωση ολόκληρης της ιστορικής δεξαμενής. Προσθέτει δε, πως ο εορτασμός των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης θα πρέπει να μας συνεγείρει όλους σε έναν αγώνα διάσωσης και προβολής του εν λόγω μνημείου και όχι κατάχωσης, ή καταστροφής του.
Στην επιστολή προστίθεται, πως η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου σε προσεχή συνεδρία της θα προχωρήσει στην αγιοκατάταξη του Ιερομάρτυρος Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και των λοιπών ιεραρχών και προκρίτων, όχι μόνο των σφαγιασθέντων τον Ιούλιο του 1821, αλλά και άλλων μαρτύρων της πίστεως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Όπως εξηγεί ο Νεαπόλεως Πορφύριος, μεταξύ των έργων προσφοράς του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού στο ποίμνιο του (ναοί, σχολεία, ιερά σκεύη, εικόνες κ.ά.) κατά την περίοδο της Αρχιεπισκοπείας του, είναι και η μεγάλων διαστάσεων δεξαμενή (26 επί 26 μέτρα) μαζί με σύστημα λαγουμιών που κατασκεύασε εξ ιδίων δαπανών στο Τσιφλίκι του Στροβόλου. Το έργο αυτό βοήθησε την τοπική κοινωνία του Στροβόλου οικονομικά. Μεγάλος αριθμός Στροβολιωτών βοηθήθηκε στην ανάπτυξη της γεωργίας και την αύξηση των εισοδημάτων τους. Η εν λόγω δεξαμενή σώζεται σήμερα ακέραιη, δύο αιώνες και πλέον από την κατασκευή της. Δυστυχώς το σύστημα των λαγουμιών έχει σε μεγάλο βαθμό καταστραφεί από την οικιστική ανάπτυξη της γύρω περιοχής, προσθέτει ο Επίσκοπος Νεαπόλεως.
Στην ίδια επιστολή αναφέρεται, πως η σχεδιαζόμενη στο άμεσο μέλλον κατασκευή του νέου δρόμου, μεταξύ των λεωφόρων Στροβόλου και Αρχαγγέλου, θέτει σε κίνδυνο τη συνέχεια ύπαρξης της εν λόγω ιστορικής δεξαμενής. Προστίθεται δε, πως η όδευση του δρόμου περνά ακριβώς πάνω από τη δεξαμενή.
Ποιός ήταν ο Κυπριανός
Μετά την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης στις 25 Μαρτίου 1821, οι Τούρκοι έλαβαν προληπτικά μέτρα στις περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορία, όπου κατοικούσαν ελληνικοί πληθυσμοί και δεν είχαν επαναστατήσει. Από τον Ιούνιο έως τον Δεκέμβριο εκδηλώθηκαν διωγμοί σε περιοχές της Μικράς Ασίας (Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Κυδωνίες και Έφεσος) και της Κύπρου, που αποσκοπούσαν στην τρομοκράτηση των ραγιάδων και την εξόντωση των ηγετών τους.
Η Κύπρος με τη στρατηγική της θέση ανάμεσα στη Μικρά Ασία και την Εγγύς Ανατολή, δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Στη μεγαλόνησο εκείνη την εποχή κατοικούσαν 80.000 Έλληνες και 20.000 Τούρκοι. Ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’ γνώριζε ότι οι Έλληνες της Κύπρου δεν είχαν την πρόθεση να εξεγερθούν παρά την αριθμητική τους υπεροχή. Για πολλά χρόνια είχαν επιδείξει νομιμοφροσύνη, όπως αναφέρει το τουρκικό διάταγμα που στάλθηκε στη νήσο για τον αφοπλισμό τους.
Άλλωστε και η Φιλική Εταιρεία είχε εξαιρέσει την Κύπρο από την Επανάσταση, επειδή βρισκόταν μακριά από τις εστίες των πολεμικών επιχειρήσεων και το ελληνικό ναυτικό δεν μπορούσε να υποστηρίξει τον ξεσηκωμό του νησιού. Η συνεισφορά της Κύπρου συνίστατο σε χρήμα και έμψυχο δυναμικό, όπως μαρτυρά επιστολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη προς τον αρχιεπίσκοπο της Κύπρου Κυπριανό, στις 8 Οκτωβρίου 1820, που τον ευχαριστεί για τα χρήματα που συγκέντρωσε από εράνους των κατοίκων του νησιού.
Παρόλα αυτά, για καθαρά προληπτικούς λόγους, στις 3 Μαΐου 1821, αποβιβάστηκαν στην Κύπρο 4.000 τούρκοι στρατιώτες από τη Συρία και την Παλαιστίνη. Μετά την ολοκλήρωση του αφοπλισμού των Ελλήνων, ο μουτεσελίμης Κιουτσούκ Μεχμέτ συνέταξε ένα κατάλογο 486 επιφανών Κυπρίων με επικεφαλής των αρχιεπίσκοπο Κυπριανό και διαμήνυσε στον σουλτάνο ότι σε τίποτα δεν ωφελεί ο αφοπλισμός ενόσω μένουν στη ζωή οι αναφερόμενοι στον κατάλογο, επειδή με τον πλούτο και τις διασυνδέσεις τους στην Ευρώπη μπορούν να προμηθευτούν όπλα και εφόδια και να προκαλέσουν εξέγερση στο νησί.
Η Υψηλή Πύλη έδωσε τη συγκατάθεσή της στη σφαγή όλων των προσώπων του καταλόγου και τη δήμευση της περιουσίας τους, εκτός κι αν αποφάσιζαν να αλλαξοπιστήσουν. Το σχέδιο τέθηκε αμέσως σε εφαρμογή. Οι πρόκριτοι κλήθηκαν στη Λευκωσία δήθεν για διαβουλεύσεις και τέθηκαν υπό κράτηση, ενώ οι περισσότεροι συνελήφθησαν στους τόπους διαμονής τους, στις 12 Ιουνίου 1821, κατά τη διάρκεια της κυριακάτικης Θείας Λειτουργίας. Από τους 486 προγραμμένους Ελληνοκύπριους μόνο 16 κατόρθωσαν να διαφύγουν. Οι υπόλοιποι ρίχτηκαν στα μπουντρούμια και περίμεναν την ημέρα της θανάτωσής τους.
Οι εξελίξεις πιθανόν επιταχύνθηκαν από την κυκλοφορία επαναστατικών προκηρύξεων στη Λάρνακα από τον αρχιμανδρίτη Θεόφιλο Θησέα και από την εμφάνιση ελληνικών πλοίων δυτικά της Κερύνειας, με επικεφαλής, σύμφωνα με μία παράδοση, τον Κωνσταντίνο Κανάρη.
Στις 9 Ιουλίου 1821, ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός απαγχονίστηκε στην πλατεία Διοικητηρίου της Λευκωσίας κάτω από μία μουριά, ενώ την ίδια ημέρα καρατομήθηκαν οι τρεις μητροπολίτες της Κύπρου, ο Πάφου Χρύσανθος, ο Κιτίου Μελέτιος και ο Κυρηνίας Λαυρέντιος, καθώς και άλλοι κληρικοί. Την επομένη και ως τις 14 Ιουνίου αποκεφαλίστηκαν και οι υπόλοιποι του καταλόγου, εκτός από 36 που αλλαξοπίστησαν.