Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα
Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης
Μέσα στο φετινό εξαιρετικά σπουδαίο επετειακό έτος, κατά το οποίο κάθε ημέρα του είναι ημέρα τιμής και μνήμης της Μεγάλης Εθνικής Επανάστασης του 1821, γιορτάσαμε την προηγούμενη εβδομάδα στις 10 Απριλίου τα διακόσια χρόνια από τον απαγχονισμό του Πατριάρχη της Εθνεγερσίας, Γρηγορίου του Ε΄.
Μέσα στο φετινό εξαιρετικά σπουδαίο επετειακό έτος, κατά το οποίο κάθε ημέρα του είναι ημέρα τιμής και μνήμης της Μεγάλης Εθνικής Επανάστασης του 1821, γιορτάσαμε την προηγούμενη εβδομάδα στις 10 Απριλίου τα διακόσια χρόνια από τον απαγχονισμό του Πατριάρχη της Εθνεγερσίας, Γρηγορίου του Ε΄. Βεβαίως το Εικοσιένα, με το εύρος των γεγονότων που το συνθέτουν, μπορεί να το δει κάποιος από πολλές πλευρές, αφού η Εθνεγερσία αποτελεί αστείτρευτη «πηγή» για καθένα που ψάχνει να βρει στην «ροή» των «υδάτων» της εκείνο που αναζητεί. Η θηλιά του Πατριάρχη όμως μας προσφέρει τη δυνατότητα να κοιτάξουμε από ψηλά την «πηγή». Να αποκτήσουμε εποπτική συνοχή όλου του τοπίου που το βρέχουν τα «νερά» της. Να δούμε μέσα από αυτή τη θηλιά όλα τα «ρυάκια» της «πηγής» που δεν σταματούν στο Εικοσιένα, αλλά εξακολουθούν να τρέχουν και στην σημερινή Ελλάδα. Ορισμένα από αυτά – λίγα δυστυχώς – με τα ίδια γάργαρα «νερά», όπως τότε, ενώ πολλά άλλα με υλικά «βούρκου» και «δυσωδίας» που δεν έχουν καμιά σχέση με τα αγιασμένα «ύδατα» της «πηγής», στα οποία «λούσθηκαν» οι πρωταγωνιστές της Εθνεγερσίας και συνετέλεσαν στην Εθνική μας Παλιγγενεσία.
Κάτω από το σχοινί του Πατριάρχη στην Ωραία Πύλη του Πατριαρχικού Ναού είναι μαζεμένο όλο το Εικοσιένα. Με τα πριν και τα μετά από αυτό. Η Ελλάδα εκείνης της εποχής με τις αναφορές της στο χθες, αλλά και η σημερινή Ελλάδα με τις προεκτάσεις της στο αύριο. Εκεί κάτω από τη θηλιά του Γρηγορίου του Ε΄ συναντάει κάποιος όλους εκείνους που περιμένει να δει. Τους στρατηγικούς σχεδιαστές της Εθνεγερσίας και εκείνους που ανέλαβαν να υλοποιήσουν το σχέδιο, για να γίνει το όραμα πραγματικότητα. Τους παρόντες και τους απόντες του Εικοσιένα. Τους μπαρουτοκαπνισμένους Αγωνιστές για τη σωτηρία της Πατρίδος, αλλά και τους άκαπνους «προσκυνημένους», δραπέτες από τις επάλξεις του εθνικού χρέους, για να εξασφαλίσουν το προσωπικό βόλεμα. Εκείνους που «πότισαν» με το αίμα τους το δένδρο της ελευθερίας, αλλά και τους άλλους που το «καλλιέργησαν» με τον λόγο και την «πνοή» τους, για να είναι θαλερό. Εκεί κάτω από τη θηλιά του Πατριάρχη βρίσκονται οι μάρτυρες του Αγώνα και οι σφετεριστές της θυσίας τους, οι οποίοι σαν τα παράσιτα «απομυζούν» «χυμούς» που δεν είναι δικοί τους. Μέσα από τη θηλιά του Πατριάρχη βλέπει κάποιος τους Μεγάλους της εποχής, οι οποίοι τη μια φορά φτιάχνουν Ιερές Συμμαχίες, για να αποκηρύξουν ή να πολεμήσουν την Επανάσταση και την άλλη στέλνουν τα καράβια τους στο Ναυαρίνο, για να μας υπερασπιστούν. Είναι αμφίβολο, αν θα μπορούσαμε να δούμε αυτή τη μεταστροφή των Μεγάλων υπέρ του Εθνικοαπελευθερωτικού μας Αγώνα, εάν δεν υπήρχε η θηλιά του Γρηγορίου του Ε΄, για να μας προσφέρει τη δυνατότητα να αντικρύσουμε καλύτερα μέσα από αυτήν στο βάθος του ορίζοντα τη θέα του Ναυαρίνου.
Δίπλα σε όλα αυτά, κάθε φορά που πλησιάζει κάποιος νοερά την αγχόνη του Πατριάρχη ακούει σαν ένα απαλό θρόϊσμα του αέρα την προσευχή του προς τον Αρχιποίμενα Κύριο, πριν του περάσουν οι Οθωμανοί δυνάστες τη θηλιά στον λαιμό, προσευχή για το ποίμνιό του και για την Πατρίδα, υπέρ της οποίας εθελουσίως επέλεξε να θυσιασθεί. Ακούει ακόμη κάθε νοερός επισκέπτης του τόπου του μαρτυρίου του Γρηγορίου του Ε΄ τον αντίλαλο της φωνής του, που μεταφέρει διαχρονικά από τότε μέχρι σήμερα την ευχή και την κατάρα του στους συγκαιρινούς και στους μεταγενέστερους για την παρακαταθήκη που αφήνει σε όλους η αυτοθυσία του, αλλά και η θυσία των Αγωνιστών του Εικοσιένα. Όπως συμβαίνει με κάθε πατέρα, η ευχή και η κατάρα του για τις παρακαταθήκες, που αφήνει στα παιδιά του, δεν συνδέεται με την διαφύλαξη προσωπικών αγαθών, τα οποία ούτως ή άλλως δεν μπορεί πια να απολαύσει ο αποθνήσκων παρακαταθέτης. Είναι συνυφασμένη με την «σκυτάλη» που την παραδίδει, όπως την παρέλαβε. Για αυτήν είναι η ευχή και η κατάρα, διότι η «σκυτάλη» ενσωματώνει μέσα της την ψυχή του Έθνους. Και εάν την χάσει κάποιος, χάνεται και ο ίδιος μαζί της. Είναι λοιπόν εύλογη η αγωνία του πατέρα για την τύχη της «σκυτάλης» και δικαιολογημένη η αγωνία του, που γίνεται ακατάπαυστος αντίλαλος της φωνής του. Άλλοτε, για να μεταφέρει την ευλογία του σε όσους τιμούν και σέβονται την «σκυτάλη». Και άλλοτε, για να μετατρέπεται σε «φραγγέλιο» και να «μαστιγώνει» όσους πετούν την «σκυτάλη» στα σκουπίδια, σαν τους «Ρουβίκωνες» και τους άλλους, απαξιώνοντας πλήρως τα αξιακά φορτία που φέρει επάνω της.
Αφήσαμε έξω από το οπτικό πεδίο της θηλιάς του Πατριάρχη τούς επικριτές του για όσα έπραξε και ιδίως για τον αφορισμό της Επανάστασης εκ μέρους του, διότι πρέπει να ιδωθεί σε ξεχωριστό πλάνο η συνυφασμένη με πολλές ιδιαιτερότητες στάση τους απέναντι στον Γρηγόριο τον Ε΄. Διαβάζοντας κάποιος τις κατηγορίες που απευθύνουν στον Πατριάρχη οι επικριτές του, αποκομίζει εκ πρώτης όψεως την εντύπωση ότι βρίσκεται μπροστά σε μια καλόπιστη και προπαντός τεκμηριωμένη κριτική στα πεπραγμένα του. Στην ουσία όμως, αν κοιτάξει ο αναγνώστης βαθύτερα τα σχετικά κείμενα εκείνων που κατηγορούν τον Γρηγόριο τον Ε΄ ως προδότη της Επαναστάσεως και τα συνδέσει ασφαλώς με την ιδεολογική-πολιτική ταυτότητα των κατηγόρων του, θα διαπιστώσει ότι στόχος της δήθεν κριτικής τους δεν είναι ο ίδιος ο Πατριάρχης, αλλά αφ’ ενός μεν η Εκκλησία, την οποία αυτός εκπροσωπεί, αφ’ ετέρου δε ο άρρηκτα συνδεδεμένος με την Εκκλησία παραδοσιακός πατριωτισμός μαζί με τις συναφείς αξίες που προβάλλει η αυτοθυσία του.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι όλοι οι κατήγοροι του Γρηγορίου του Ε΄ είναι άθεοι και εθνομηδενιστές. Αυτό βέβαια το στοιχείο από μόνο του δεν είναι επαρκές για να χαρακτηρισθεί ως χαλκευμένη η σχετική κατηγορία εναντίον του Πατριάρχη. Εκείνο που αναδεικνύει, πέρα πάσης αμφιβολίας, το χαλκείον είναι η επιλεκτική αποδεικτική τεκμηρίωση της κατηγορίας με στοιχεία που αποσιωπούν την πλήρη συνάφεια και διαδρομή των συμβάντων και οδηγούν στην κατασκευή μιας πλασματικής πραγματικότητας εντελώς ξένης προς την ιστορική αλήθεια. Όταν εστιάζεις την κριτική σου αποκλειστικά στο υποκριτικό, προφανώς, κείμενο του αφορισμού της Επανάστασης από την Πατριάρχη αποκρύπτοντας ότι ο Γρηγόριος ο Ε΄ ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Όταν αποκαλείς τον Πατριάρχη «προδότη» παρακάμπτοντας τα ιστορικώς βεβαιωμένα κείμενα των «αφορισμένων» (Υψηλάντη και άλλων), οι οποίοι τον εξαίρουν ως άξιον της Πατρίδος Πατριάρχη του Γένους. Όταν αποσιωπάς τις αναρίθμητες επιστολές του Γρηγορίου του Ε΄ σε πολλούς Επισκόπους και Προκρίτους, που βρέθηκαν από τον Σουλτάνο στα αρχεία του (και τις μνημονεύουν όλοι οι Τούρκοι ιστοριογράφοι, εκτός από σένα), επιστολές, με τις οποίες τούς συνιστούσε τη διπροσωπία («φανερά άγνοιαν και αποδοκιμασίαν υποκρίνου, κρυφίως δε υπερασπίζου, αλλά μη παραδοθήτω εις λέοντος στόμα»), τότε δεν έχεις ως βάση της κριτικής σου την ιστορική αλήθεια, αλλά την προσωπική σου εμπάθεια. Και μια τέτοια μονόπλευρη και κλασματική αξιολόγηση των γεγονότων, όσο κι’ αν θέλει να την καμουφλάρει κάποιος με τον «μανδύα» της κριτικής, δεν μπορεί να κρύψει την ουσία της, που δεν είναι άλλη από τη «λάσπη» και τη «χολή», την οποία εκσφενδονίζουν ανερυθρίαστα εναντίον του Γργορίου του Ε΄ οι ιδιοτελείς κατήγοροί του. Η «λάσπη» γίνεται εμφανέστερη και μεγαλύτερη, αν αναλογισθεί κάποιος ότι δεν ακουμπάει μόνο τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄, αλλά και τον ίδιο τον ορθολογισμό. Διότι, πώς μπορεί να θεωρείται προδότης του Έθνους του εκείνος, ο οποίος απαγχονίσθηκε από τον Σουλτάνο με την κατηγορία της αποδεδειγμένης προδοσίας του προς αυτόν;
Όσοι λοιπόν τιμούμε την αυτοθυσία του Μεγαλου Έθνο-Ιερομάρτυρα Γρηγορίου του Ε΄, κάθε φορά που ακούμε το όνομά του, ας κλίνουμε ευλαβικά την κεφαλήν στην μνήμη του. Και ας φροντίσουμε να αντισταθούμε στους συκοφάντες του, για να μη «ρυπαίνουν» άλλο τα «ρυάκια» του Εικοσιένα, ώστε να μην ποτίζεται πια με τα «τοξικά» τους «απόβλητα» ο εθνικός «κορμός», που τόση ανάγκη έχουμε να τον διατηρούμε υγιή και αμόλυντο για τη δική μας επιβίωση, αφού είμαστε όλοι «κλαριά» αυτού του «δένδρου».