Αρχική » Ορθοδοξία και Δύση

Ορθοδοξία και Δύση

από kivotos

Του Γεωργίου Αθ. Τσούτσου

 

Στην αντιεκκλησιαστική αρθρογραφία των ημερών περιλαμβάνεται και το άρθρο του Ξενοφώντος Μπρουντζάκη στο «Ποντίκι» της 27ης/4/2016, με τίτλο «Οι σκοτεινές ρίζες του αντιδυτικισμού στη χώρα μας». Ο αρθρογράφος αποδοκιμάζει έντονα τις δηλώσεις ορισμένων ιεραρχών εναντίον της επισκέψεως του Πάπα στην Ελλάδα. Δεν κατανοεί το γεγονός ότι οι ιεράρχες οι οποίοι τάχθηκαν εναντίον της επισκέψεως του Πάπα εξέφρασαν ελευθέρως τη γνώμη τους στο πλαίσιο της συνοδικής παράδοσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι αντίστοιχοι καρδινάλιοι της παπικής Εκκλησίας δεν έχουν τη δυνατότητα να διαφωνούν και να εκφράζουν τις απόψεις τους δημοσίως. Κατά τον αρθρογράφο, «…οι ευτελείς δηλώσεις των φαρμακερών δεσποτάδων αποτελούν ένα ακόμη πλήγμα εναντίον της Δύσης και του ευρωπαϊκού προτύπου της χώρας».

Εάν η ελευθερία του εκφράζεσθαι στην Εκκλησία θεωρείται ότι μας απομακρύνει από την Ευρώπη, τότε ο αρθρογράφος έχει ολοκληρωτκή άποψη περί Ευρώπης… Κατά τον αρθρογράφο, οι σκοτεινές ρίζες του αντιδυτικισμού βρίσκονται στην προ της Αλώσεως περίοδο. Καταγγέλλει «…τον αβυσσαλέο σκοταδισμό του εγχώριου εκκλησιαστικού κατεστημένου, το οποίο κρατά (ανύπαρκτους) λογαριασμούς με τον καθολικισμό από την εποχή της Φεράρας (Φλωρεντίας), η οποία -όπως ομολογεί- καταδικάστηκε από σύνολη την Ορθοδοξία». Εκτιμά ότι ο Ελληνισμός θα είχε καλύτερη τύχη αν είχε δεχθεί τη βοήθεια της Δύσης και του Πάπα.

Οπωσδήποτε το ζήτημα αυτό -για το οποίο υπάρχει τεράστια βιβλιογραφία- δεν μπορεί να απαντηθεί με λίγες λέξεις. Πέραν της πρακτικής αδυναμίας της Δύσης να βοηθήσει, πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν το γεγονός ότι η Εκκλησία εξέφραζε τον λαό και η απόφασή του στηρίχθηκε στην άποψη ότι η δυτική βοήθεια ισοδυναμούσε με νέα υποδούλωση και συνθηκολόγηση, διότι οι Δυτικοί απαιτούσαν υιοθέτηση των δυτικότροπων αξιών. Ο λαός, κουρασμένος και απογοητευμένος, είχε πεισθεί από τα κηρύγματα των Ησυχαστών, οι οποίοι του ζητούσαν εσωτερική αναμόρφωση, ώστε να διεκδικήσει εκ νέου τα δικαιώματά του με βάση τη δική του ταυτότητα και όχι υιοθετώντας αξίες στις οποίες δεν πίστευε. Οι Χριστιανοί μετά την Άλωση θυσίασαν τις πολιτικές τους ελευθερίες προκειμένου να διασώσουν την πνευματική τους ελευθερία. Παρά το παιδομάζωμα και φαινόμενα εξισλαμισμού, η πλειοψηφία διέσωσε την ταυτότητά της. Η μνήμη των Σταυροφοριών δεν είχε λησμονηθεί.

Ο αρθρογράφος αντιτείνει ότι η Φλωρεντία ήταν το κέντρο στο οποίο κατέφυγαν οι Έλληνες λόγιοι και συνέβαλαν στην ανάπτυξη του πολιτισμού. Όμως η πολιτιστική άνοδος που εμφανίστηκε σε ελληνικά μέρη τα οποία βρίσκονταν σε δυτική κυριαρχία -ενόσω στον υπόλοιπο χώρο υπήρχε αναστάτωση λόγω της σταδιακής προέλασης των Οθωμανών- αφορά σε περιορισμένο χρονικό διάστημα. Αντίθετα, η κοινωνική και πολιτική πρόοδος της Δύσης σημειώθηκε ύστερα από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα κατά το οποίο η Παπική Εκκλησία συγκρουόταν με το κράτος.

Η οθωμανική αυτοκρατορία αρχίζει να εισέρχεται σε φθίνουσα πορεία μετά τον 17ο αιώνα, αλλά παρατείνεται η κυριαρχία της και λόγω της υποστήριξης που λαμβάνει από δυτικές χώρες, αφού με τις διομολογήσεις -δηλαδή τα προνόμια των Δυτικών- υφίσταται αποικιοκρατικού τύπου εκμετάλλευση. Πέραν όμως των Σταυροφοριών, λησμονεί ο αρθρογράφος τα καταστρεπτικά αποτελέσματα της Άλωσης του 1204 και, προγενέστερα αυτής, τα επιβλαβή για το Βυζάντιο εμπορικά προνόμια των Ενετών και των Γενοβέζων. Ο αρθρογράφος διερωτάται επίσης γιατί οι ιεράρχες καταφέρονται εναντίον ενός «…παγκοσμίως δημοφιλούς, τολμηρού μεταρρυθμιστή (Πάπα), που αλλάζει προς το βέλτιστο τη σκοτεινή επίσης πλευρά της Δυτικής Εκκλησίας».

Πιστεύω ότι η σύγκριση και εδώ αφορά ανόμοια πράγματα, με την έννοια ότι, ανεξαρτήτως της γνώμης που έχει κανείς για την επίσκεψη του Πάπα, πρέπει να δεχθεί πως η σκοτεινή πλευρά της Παπικής Εκκλησίας δεν έχει αντίστοιχό της στην ιστορική παράδοση της Ορθόδοξης. Ως προς την ιστορική του πλευρά, ο αντιδυτικισμός των Βυζαντινών προ της Αλώσεως δεν υπήρξε σκοτεινός, αλλά διαυγής, ενώ η ελεύθερη έκφραση των απόψεων των μελών της Ορθόδοξης Εκκλησίας -με τις οποίες δύναται κανείς να συμφωνεί ή να διαφωνεί- αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για την Παπική Εκκλησία και όχι μόνο. Πρότυπο για τη Δυτική Εκκλησία και για την Ευρώπη αποτελεί επίσης η αλληλεγγύη που επέδειξε ο ελληνικός λαός προς τους πρόσφυγες, με προεξάρχουσα την Εκκλησία, όπως αναγνώρισε και ο ίδιος ο Πάπας.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ