Της Ελένης Παππά
Ο Στέφανος, επονομαζόμενος και Πρωτομάρτυρας, υπήρξε, σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, διάκονος και ο πρώτος μάρτυρας της Χριστιανικής Εκκλησίας. Συγκαταλέγεται στους αγίους του Χριστιανισμού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 27 Δεκεμβρίου, ενώ η Ρωμαιοκαθολική, η Λουθηρανική και η Αγγλικανική στις 26 του ίδιου μήνα. Σε χώρες όπως η Αυστραλία, η Αυστρία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιρλανδία, η Ιταλία, ο Καναδάς, η Κροατία, η Νέα Ζηλανδία, η Πολωνία, η Σερβική Δημοκρατία, η Σλοβακία, η Τσεχία και η Φινλανδία, η εορτή του Αγίου Στεφάνου είναι δημόσια αργία.
Η πρώτη αναφορά που γίνεται στο πρόσωπό του είναι κατά την εκλογή των διακόνων. Σύμφωνα με την αγιογραφική περιγραφή, εξαιτίας της αύξησης των μαθητών, οι ελληνόφωνοι πιστοί άρχισαν να διαμαρτύρονται πως οι χήρες τους δεν λάμβαναν την αρμόζουσα προσοχή κατά τη διανομή των τροφίμων. Έτσι, οι Απόστολοι σύναξαν όλους τους μαθητές, με σκοπό να εκλέξουν ανάμεσά τους επτά βοηθούς, για να πραγματοποιούν το έργο της διανομής. Ένας από τους εκλεγέντες ήταν ο Στέφανος. Εκείνος όμως, εκτός της αποστολής που του είχε ανατεθεί, έβρισκε χρόνο να κηρύσσει τον Θείο Λόγο, ενώ πραγματοποιούσε και θαύματα. Οι Ιουδαίοι σύντομα συκοφάντησαν τον Στέφανο ότι βλασφήμησε τον Μωυσή και τον Θεό, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στο Συνέδριο προς απολογία. Ο Στέφανος τότε έλεγξε με σκληρούς λόγους τους Φαρισαίους, κατηγορώντας τους για την υποκρισία τους, ενώ προχώρησε και σε μια θαρραλέα ομολογία πίστεως. Οι σύνεδροι τελικά τον εξέβαλαν της συναγωγής και έτσι θανατώθηκε διά λιθοβολισμού από φανατισμένο όχλο.
Ο Στέφανος λίγο πριν από το τέλος του ζήτησε από τον Θεό να συγχωρήσει τους διώκτες του. Τον νεκρό πλέον Στέφανο τον έθαψαν, ενώ τον θάνατό του ακολούθησε διωγμός. Κατά την παράδοση, το λείψανό του μεταφέρθηκε από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο στην Κωνσταντινούπολη. Η μνήμη του εορτάζεται στις 27 Δεκεμβρίου, η εύρεσις των λειψάνων του στις 15 Σεπτεμβρίου, ενώ η ανακομιδή αυτών στις 2 Αυγούστου.
Κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο ο Στέφανος αγιογραφείται ως νεαρός διάκονος, φορώντας οράριο και λευκό στιχάριο. Σε παλαιότερες αναπαραστάσεις όμως φορά απλώς έναν ιερατικό χιτώνα για διάκονο της ύστερης αρχαιότητας. Σε μία από τις αρχαιότερες αναπαραστάσεις στο Σαν Λορέντζο της Ρώμης κρατά το βιβλίο του Ευαγγελίου, ενώ αργότερα εμφανίζεται σε αναπαραστάσεις με βράχο στο κεφάλι του σαν σύμβολο της κατάληξής του. Στη Δύση πολλές φορές απεικονίζεται μαζί με ακόμα έναν διάκονο και μάρτυρα, τον Άγιο Λαυρέντιο της Ρώμης.