Toυ π. Αντώνιου Χρήστου, εφημερίου του Ι. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Δικηγορικών Γλυφάδας
Είμαστε στις αρχές της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και είμαστε σίγουροι ότι σε κάποιους αναγνώστες μας, πριν ολοκληρώσουν την ανάγνωση όλου του κειμένου, θα τους φανεί ανεπίκαιρο το θέμα μας, γιατί αργούμε πολύ για την εορτή του Πάσχα και της Ανάστασης.
Με αφορμή, όμως, ένα περιστατικό που έγινε σε εφημερία μας σε Κοιμητήριο της Ιεράς Μητροπόλεως όπου διακονούμε, θα δούμε ότι η Ανάσταση και ο παιάνας της, το γνωστό σε όλους μας «Χριστός Ανέστη», δεν είναι υπόθεση μόνο του Πάσχα μέχρι την απόδοσή του, 40 ημέρες, αλλά έχει να κάνει και με όλη τη ζωή και τη στάση μας ως Ορθόδοξων Χριστιανών.
Πριν μπούμε στο θέμα μας, όμως, ας διηγηθούμε με συντομία το περιστατικό που έγινε η αφορμή για την ενασχόλησή μας με το θέμα: Είχαμε εφημερία στο κοιμητήριο και τελέσαμε την Εξόδιο Ακολουθία σε μια γυναίκα μεγάλης ηλικίας. Κατά την ταφή, στο τέλος, μετά το «Αιωνία η μνήμη» και πριν από το «Δι’ ευχών», όπως συνηθίζουμε, ψέλνουμε πάντα το «Χριστός Ανέστη», ανεξαρτήτως ημέρας ή περιόδου, και μάλιστα παροτρύνουμε και όλους τους παρευρισκομένους να συνψάλλουν μαζί μας! (Το γνωρίζουμε ότι δεν το προβλέπει το επίσημο τυπικό της Εκκλησίας μας και κάποιος πολύ εύκολα μπορεί να μας ασκήσει κριτική για αυτό, όμως, αν προσέξει κανείς όλη τη Θεολογία της Εκκλησίας μας και το πνεύμα όλης της Εξοδίου Ακολουθίας, την εκφράζει απόλυτα, αφού, εκτός των άλλων, φοράμε λαμπρά άμφια και λέμε απόλυση “O και νεκρών και ζώντων την εξουσίαν έχων, ως αθάνατος Βασιλεύς, και αναστάς εκ νεκρών Χριστός ο αληθινός Θεός ημών…). Στο τέλος, προς την Έξοδο του κοιμητηρίου, με πλησιάζει μια γυναίκα και μου λέει: «Πάτερ μου, γιατί ψάλατε το “Χριστός Ανέστη”;». «Γιατί, κυρία μου, είναι η νίκη του Χριστού μας έναντι του θανάτου!». «Μα, εγώ ξέρω ότι το “Χριστός Ανέστη” το λέμε μόνο το Πάσχα και 40 μέρες μετά». «Έτσι είναι όπως το λέτε, αλλά από την άλλη έχουμε Αγίους της Εκκλησίας όπως ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ που χαιρετούσαν όλο τον χρόνο τον κόσμο: “Χριστός Ανέστη, χαρά μου…”». «Όχι, πάτερ μου, δεν τα λέτε καλά… Χαλάτε τα έθιμά μας…», είπε και αποχώρησε!
Ύστερα από τα παραπάνω, θα βρεθούν κάποιοι τηρητές του «γράμματος του νόμου» να δικαιώσουν αυτή τη γυναίκα. Δεν δικαιούμαστε να προσθέτουμε ή να κόβουμε από τις Ακολουθίες κατά το δοκούν… Εννοείται ότι ισχύει, ιδιαίτερα για το θέμα του «κοψίματος», αλλά όχι πάντα. Όμως, αν προσέξατε καλά, η κυρία δεν υπερασπίστηκε το τυπικό της Εκκλησίας μας, αλλά της φάνηκε αντιφατικό και ανεπίκαιρο το «Χριστός Ανέστη» εκτός του Πάσχα… Εκεί ήταν το θέμα της.
Φεύγουμε, λοιπόν, από το περιστατικό και πάμε να ασχοληθούμε με το θέμα της Ανάστασης γενικότερα. Ο Απόστολος Παύλος σαφώς διακηρύσσει: «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών» (Α’ Κορ. Ιε’, 17). Δηλαδή, αν δεν υπήρχε το γεγονός της Ανάστασης, θα ήμασταν και εμείς μια απλή και απατηλή θρησκεία. Η Ανάσταση είναι η κατ’ εξοχήν νίκη του Χριστού έναντι του θανάτου, της φθοράς και της αμαρτίας. Είναι γνωστό ότι όλες οι Κυριακές του χρόνου είναι αφιερωμένες στην Ανάσταση, αλλά και κάθε φορά που τελείται Θ. Λειτουργία ανακεφαλαιώνεται όλο το σχέδιο της Θείας Οικονομίας και είναι η κατ’ εξοχήν φανέρωση της Ανάστασης. Για αυτό, άλλωστε, τη Μ. Τεσσαρακοστή από Δευτέρα έως Παρασκευή δεν τελείται κανονική Θ. Λειτουργία, αλλά μόνο Προηγιασμένη Θ. Λειτουργία την Τετάρτη και την Παρασκευή, αφού οι μέρες είναι άμνημες -μη εορτάσιμες- και μόνο το Σαββατοκύριακο έχουμε κανονικές Θ. Λειτουργίες.
Η Ανάσταση, όμως, εκτός από το λειτουργικό και θεολογικό πλαίσιο, που είναι βεβαίως αναγκαία, έχει να κάνει με μια πρακτική διάσταση, μια στάση ζωής σιωπηλή πολλές φορές στον βίο κάθε πιστού. Έχουμε συνηθίσει Ανάσταση να εννοούμε τα έθιμα, τις σούβλες, τα αρνιά και τις φωτοβολίδες, ενώ κυρίως είναι η υπέρβαση των δυσκολιών και των αδιεξόδων τόσο των δικών μας όσο και του κόσμου γενικότερα.
Ανάσταση είναι το χαμόγελο και η εσωτερική πληρότητα εκεί όπου οι άλλοι νιώθουν θλίψη και απελπισία. Ανάσταση είναι το δάκρυ στην προσευχή για τις αμαρτίες, αλλά και τον πόνο για τους άλλους, που αυτοί οι ίδιοι την ίδια ώρα, αντί να είναι συντετριμμένοι για τις αμαρτίες, τα πάθη και την κατάστασή τους, επιδίδονται σε άκρατα -σχεδόν δαιμονικά- γέλια και κραιπάλες, μη «Εξαγοραζόμενοι τον καιρόν» (Εφεσ. Ε’, 16), όπως τονίζει ο Απόστολος Παύλος. Ανάσταση είναι η δοξολογία του ονόματος του Θεού καθημερινά, στον πειρασμό, στην ασθένεια, στη δυσκολία, στον θάνατο ενός δικού σου ανθρώπου, ακόμη και του ίδιου του παιδιού σου, στην ανέχεια, την πείνα και τη φτώχια! Εμείς συνήθως τα αντιμετωπίζουμε με αγανάκτηση, κλάμα, γκρίνια, θυμό, οργή και εκδικητική διάθεση. Μάλιστα, πολλές φορές ξεσπούμε, πληγώνουμε ή ταλαιπωρούμε αθώους, δήθεν για τη διεκδίκηση του «δίκιου μας» και «μαχόμαστε» («δήθεν») ενάντια στην κοινωνική ανισότητα και την αδικία, ξεχνώντας ότι εμείς με την ψήφο μας, την ανοχή μας, τον συμβιβασμό μας και στην προσπάθειά μας για την υπεράσπιση των μικροσυμφερόντων μας τα επιβάλλαμε όλα αυτά έμμεσα. Ανάσταση είναι να σηκώνεις τον σταυρό σου αγόγγυστα μαζί με τον Χριστό και να στεφανώνεσαι μαζί Του κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του, αλλά και στην πρόγευσή της σε κάθε Θ. Λειτουργία στο εδώ και τώρα προς το «νυν και αεί…»!
Ανάσταση είναι η δοξολογία του ονόματος του Θεού καθημερινά, στον πειρασμό, στην ασθένεια, στη δυσκολία, στον θάνατο ενός δικού σου ανθρώπου, ακόμη και του ίδιου του παιδιού σου, στην ανέχεια, την πείνα και τη φτώχια
Ανάσταση ακόμη είναι το αποτέλεσμα της εφαρμογής των εντολών του Θεού. Ανάσταση είναι η έμπρακτη αγάπη προς όλους, κυρίως προς τους ίδιους τους εχθρούς μας. Να είμαστε μια ανοιχτή αγκαλιά σε αυτούς που με βία μάς απωθούν ή μας χαστουκίζουν, μια ασπίδα σε εκείνους που η ίδιοι μας είχαν βλάψει, αλλά εμείς τους υπερασπιζόμαστε, να μην τους βλάψουν οι άλλοι κ.ά.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα όλων των παραπάνω διαβάζουμε στο βιβλίο του Βενέζη «Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός». Ο πατέρας του Αρχιεπίσκοπου, Νικόλαος Παπανδρέου, αν και απλός άνθρωπος και αμόρφωτος, έχασε ένα του παιδί σε μικρή ηλικία, όταν ο τότε Δημήτριος (ο Δαμασκηνός) ήταν νήπιο ακόμα. Ο θάνατος χτύπησε την πόρτα στην οικογένεια την ημέρα της Λαμπρής. Το πένθος της φτωχοφαμελιάς ήταν βαρύ. Οι συγχωριανοί του Δορβιτσιώτες δεν έλεγαν να στήσουν χορό, συμπενθούντες. Ο πατέρας ρώτησε γιατί δεν χορεύουν. Του αποκρίθηκαν για το πένθος το δικό του! Τότε πήγε στο χοροστάσι κι έσυρε πρώτος τον χορό λέγοντας: «Τι είναι η λύπη για το δικό μου παιδί, μπροστά στη χαρά της Αναστάσεως του παιδιού του Θεού;». Εύχομαι να ζούμε αδελφοί μου και εμείς τέτοια «Ανάσταση» στη ζωή μας!