Του Σεβασμ. Μητροπολίτη Σύρου κ. Δωρόθεου Β’
Αν οι εορτασμοί των Εθνικών Επετείων περιορίζονταν ή περιοριστούν στην καθαρά «ψυχαγωγική» τους προσφορά, ως ευκαιρία απόδρασης από την καθημερινότητα δηλαδή, τότε δεν θα δίσταζε να συνταχθεί κανείς με όσους για διαφόρους, συχνά ευνοήτους λόγους, επιδιώκουν και επιζητούν να καταργηθούν.
Αλλά το νόημα και το μήνυμα των εθνικών εορτών είναι διαφορετικό… Ενθυμούμενοι και τιμώντας γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορική πορεία του Εθνους μας, νίκες και ήττες, θριάμβους και καταστροφές, θα αποτελούσε ύβρη να θεωρηθεί ότι τόσοι Ελληνες, κάθε ηλικίας, τάξεως και ιδιότητος, στερήθηκαν τη ζωή τους για να προστεθεί στο Ημερολόγιο μία ακόμη αργία, ένα ακόμη «εορταστικό τριήμερο»…
Ισως σήμερα, να μην ενδιαφέρει τους πολλούς να μάθουν ποιοι και πώς και κάτω από ποιες συνθήκες και αντιξοότητες, κατόρθωσαν να αναδυθεί από τη μακραίωνη λήθη το όνομα ΕΛΛΑΣ, και η ιαχή «ΕΛΛΗΝΕΣ» να αντηχήσει και πάλι βροντερή στις θάλασσες και τις λαγκαδιές!
Αλλοι πάλι, το «Μήνυμα του ‘21» διαρκώς το αναζητούν και να το «αποκρυπτογραφήσουν» σύμφωνα και ανάλογα με τις τρέχουσες συνθήκες προσπαθούν.
Είθισται μάλιστα, σε κάθε επέτειο εθνική, οι Τηλεοράσεις να κάνουν σφυγμομετρήσεις, μεταξύ κυρίως της νέας γενιάς και των μαθητών, από τις οποίες εξάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι οι νέοι μας είναι εθνικά αναλφάβητοι, με όλες τις συνέπειες που κάθε αναλφαβητισμός επιφέρει, χωρίς κανείς ν’ αντιδράσει ή να προβληματιστεί!
Και όμως! Αναγκαία και επαρκής συνθήκη για την εθνική μας επιβίωση, της ελευθερίας μας τη θωράκιση και της ανεξαρτησίας μας την κατοχύρωση, δεν είναι άλλο τι, παρά η κατάκτηση της εθνικής αυτογνωσίας και η απόκτηση της εθνικής μας αυτοσυνειδησίας.
Οι εθνικές εορτές, και ειδικότερα η εορτή της 25ης Μαρτίου, η «εορτή της πίστης και της λευτεριάς», στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποιημένης ισοπέδωσης και της γενικευμένης κρίσης, όταν το Γένος μας αγωνιωδώς αναζητά διεξόδους στα ποικίλα αδιέξοδα, προκειμένου να επιβιώσει στον παγκόσμιο οικονομικό ανταγωνισμό και να αντιμετωπίσει τον επελαύνοντα πολιτιστικό ιμπεριαλισμό, αποτελούν στοιχεία εθνικής αυτογνωσίας και επιβίωσης.
Και αυτό θα συμβεί μόνο αν οι νεοέλληνες αφουγκρασθούμε και εγκολπωθούμε το Μήνυμα του 1821, που χάνεται μέσα στις καταιγιστικές εξελίξεις του παρόντος και στις μάταιες αναζητήσεις του στα θολά νερά σκοπιμοτήτων και συμφερόντων.
Ας εντοπίσουμε το διαχρονικό Μήνυμα του Αγώνα στα καθάρια νερά των πηγών, στα διαυγέστατα λόγια των Ηρώων, στην Πανεθνική διαθήκη του αγνού αγωνιστή της εθνικής και πολιτικής μας ελευθερίας, στα Απομνημονεύματα του Γιάννη Μακρυγιάννη:
«Γλυκώτερον πράγμα δεν είναι άλλο από την πατρίδα και τη θρησκεία. Οταν δι’ αυτά τον άνθρωπον δεν τον τύπτει η συνείδησή του, αλλά τα δουλεύει ως τίμιος και τα προσκυνεί, είναι ο πλέον ευτυχής και ο πλέον πλούσιος…».
«Εγραψα γυμνή την αλήθεια, να ειδούνε όλοι οι Ελληνες ν’ αγωνίζωνται διά την πατρίδα τους, διά τη θρησκεία τους… Και να μπαίνουν σε φιλοτιμίαν και να εργάζωνται εις το καλό της πατρίδας τους, της θρησκείας τους και της κοινωνίας. Οτι θα είναι καλά δικά τους…».
«Οταν μου πειράζουν την πατρίδα μου και τη θρησκεία μου, θα μιλήσω, θα ‘νεργήσω και ό,τι θέλουν ας μου κάνουν!».