Γράφει: ο Πρωτ. Νεκτάριος Κάνιας
Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίων Αναργύρων Ρόδου
Υπεύθυνος Γονέων Ιεράς Μητροπόλεως Ρόδου
Οπως ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, η πανδημία είναι μία ευκαιρία να κάνουμε αυτοκριτική προσωπική και συλλογική.[1] Πράγματι είναι μία ευκαιρία βαθιάς συλλογικής αυτεπίγνωσης στην οποία η Εκκλησία θα αδράξει την ευκαιρία να δώσει το παράδειγμα. Η ευκαιρία δεν δίνεται άχρονα, αλλά σήμερα, ούτε είναι βέβαιο ότι θα ξαναδοθεί. Είναι η ευκαιρία της Εκκλησίας να διατυπώσει τις αλήθειες της στη γλώσσα που σήμερα καταλαβαίνει ο πολυδιάστατος άνθρωπος. Είναι ευκαιρία να αναμετρηθεί με την ίδια την αλήθεια της, να την τοποθετήσει στον κλίβανο του ευαγγελικού λόγου και των πατέρων των πρώτων αιώνων και να την αποκαθάρει από κάθε ανορθολογικό και «μαγικό». Γιατί ο κορωνοϊός ανέσυρε στην επιφάνεια της καθημερινότητάς μας παθογένειες δεκαετιών. Ας δούμε ένα παράδειγμα που διατυπώνεται ως ερώτημα.
Τι κοινό έχουν όσοι ορθόδοξοι χριστιανοί (ιερωμένοι και μη) αντιστέκονται με σφοδρότητα στην απαγόρευση από το Ελληνικό κράτος των λατρευτικών συναθροίσεων λόγω της Πανδημίας του κορωνοϊού με τους υπερορθόδοξους Εβραίους Χαρεντίμ; Αυτοί που αρνήθηκαν να ακολουθήσουν τις εντολές της κυβέρνησης Νετανιάχου να απέχουν από τις συναγωγές και τελικά τα περισσότερα κρούσματα προήλθαν από την πόλη που κατοικούσαν των 200.000 κατοίκων Μπνέι Μπαράκ;[2] Επίσης τι κοινό έχουν με τα μέλη της θρησκευτικής αίρεσης της Εκκλησίας της Σιντσεόνζι του Ιησού στη Νότια Κορέα, που αρνήθηκε να συνεργαστεί με το κράτος με αποτέλεσμα ο δήμος της Σεούλ να υποβάλει σε βάρος τους μήνυση για ανθρωποκτονία, αφού ο ηγέτης της καλούσε τους 260.000 πιστούς να προσέλθουν μαζικά στις ανά την επικράτεια εκκλησίες τους, θεωρώντας τους υπεύθυνους για το 60% από τα πρώτα 10.000 κρούσματα;[3] Ακόμη τι κοινό έχουν με τους ευαγγελικούς ηγέτες στη Βραζιλία που καθοδηγούν τον πρόεδρο Ζαΐχ Μπολσονάρο για να αφήνει ανοικτές τις εκκλησίες ή με τους απείθαρχους μουσουλμάνους της Μαλαισίας και της Ινδονησίας όπου σε τεμένη εκτός της πρωτεύουσας Τζακάρτα χιλιάδες πιστοί προσήλθαν για το “ιερό καθήκον”;
Νομίζω πάρα πολλά κοινά έχουν οι θρησκείες μεταξύ τους. Κινούνται όλες σε έναν άξονα θρησκευτικής «πίστεως» που όχι μόνο αντιστρατεύεται την πραγματικότητα της ζωής αλλά καλλιεργεί και επιβάλλει μία πίστη μονοφυσιτικού, μεταφυσικού και μυστικιστικού χαρακτήρα που απομονώνει και εναντιώνει τον «πιστό» απέναντι στο κοινωνικό σύνολο και ταυτόχρονα τον εγκλωβίζει σε μία ιδεολογική και ατομοκεντρική οπτική. Τέτοιου είδους παραχαραγμένη πίστη λειτουργεί σαν μαγικό ραβδί το οποίο ό,τι «αγγίζει» το μεταβάλλει σε «αλεξίσφαιρο» καταργώντας επιστημονικά επιτεύγματα και ανθρώπινα δεδομένα. Το φαντασιακό σε απογείωση.[4] Οι ψευδαισθήσεις σε επικίνδυνες ατραπούς. Η υγιής πίστη γνωρίζει τη μεγαλύτερη συκοφαντική δυσφήμιση. Η Εκκλησία αποδυναμώνεται στα μάτια των νέων που θέλουν έναν ευθύ και αξιόπιστο λόγο για τη θεολογία της και την πίστη της.
Υπάρχει κάτι κοινό σε αυτά τα θρησκευτικά περιβάλλοντα. Αν μιλήσεις με ορθολογικά και επιστημονικά δεδομένα, θα θεωρηθείς μειοδότης της πίστεως, θα εκδιωχθείς ως νεωτεριστής, μπορεί και να χάσεις τη ζωή σου. Ο διάλογος απαγορεύεται ή και αποτρέπεται διότι όλα τίθενται σε μία βάση «μη μου άπτου» με αποτέλεσμα να ενισχύεται η «μαγική» οπτική ακόμα και της Θείας Ευχαριστίας. Επισύρει την κατηγορία της αλαζονείας κάθε συζήτηση περί θεμάτων που θεωρούνται «ταμπού» για κάθε θρησκεία. Είναι όμως η Εκκλησία θρησκεία; Τα δύο μεγέθη είναι πλήρως αλληλοανερούμενα, όπως τονίζει ο Χρήστος Γιανναράς *. Ο π. Βασίλειος Θερμός αναπτύσσει πολύ επιτυχημένα τη βάση όλης αυτής της άρνησης για διάλογο και της απομόνωσης των «πιστών». Επιχειρηματολογεί σχετικά με την προβληματική της ποιμαντικής και της θεολογικής τεκμηρίωσης της δυσπιστίας και της επαναστατικότητας όπως αυτή αναδύθηκε μεγαλοπρεπώς έναντι των προστατευτικών μέτρων που λήφθηκαν λόγω της πανδημίας, πολλών ομάδων, μοναχών, ιερέων, ποιμένων της ορθόδοξης εκκλησίας όπου επί χρόνια «παγίωσαν το αίσθημα διωκόμενου, την παθολογική καχυποψία απέναντι σε οτιδήποτε τούς φαίνεται καινούργιο, την εμμονή σε συνήθειες τις οποίες (ω, της αγνοίας!) ονομάζουν «παράδοση».[5] Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να διεξαχθεί μία κοινωνιολογική έρευνα για το πώς βλέπουν τους Χριστιανούς οι «εκτός» της Εκκλησίας. Αν τολμούσα μία πρόβλεψη, θα επιβεβαίωναν όσα αναφέρει ο π. Βασίλειος. Φοβικούς, παθολογικά καχύποπτους, συνωμοσιολόγους, με εμμονή στη σεξουαλικότητα των ανθρώπων, με εμμονή σε τύπους και έθιμα, σαν από αυτά να εξαρτάται η αυθεντικότητα της πίστης τους, αποκομμένους από την πραγματικότητα της ζωής. Αυτά τα χαρακτηριστικά είχαν οι Απόστολοι του Χριστού; Ετσι μας θέλει ο Χριστός;
Ευτυχώς και αρκετοί φωτισμένοι ιεράρχες με πρώτο τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο προσπαθούν να προβάλλουν την ευαγγελική αντιμετώπιση[6]. Δόξα τω Θεώ που υπάρχουν και αυτοί. Πάντως κάθε προσπάθεια να τεθούν ευαγγελικά τα σύγχρονα ζητήματα προσκρούει σε μία θρησκευτικότητα που βασίζεται και αποδεικνύεται με τάχα εξ ουρανού υπερφυσικά θαυμαστά σημεία, όπως του αγίου Φωτός σε μία παγανιστική προσέγγιση. Είναι λοιπόν αναμενόμενες οι αντιδράσεις στις δηλώσεις του Σεβ. Αλεξανδρουπόλεως κ. Ανθίμου ότι «Το Αγιο Φως είναι το ίδιο που βγάζει ο κάθε ιερέας το Μεγάλο Σάββατο».[7]
Με καθαρό και εμπεριστατωμένο λόγο αποδίδει τη θρησκειοποίηση της Εκκλησίας ως αποτέλεσμα ομολογιακής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης που αποτρέπει σε επίπεδο δικτατορίας κάθε ορθολογική διατύπωση, ο Nίκος Κουρεμένος (Religious Studies Researcher, BA in Theology, MA in Church History, PhD in Coptic Studies) στο άρθρο του «Η δικτατορία του θρησκευτικού ανορθολογισμού».[8] «Ηδη από το δεύτερο μισό του 19ου αι. αλλά με πιο έντονο τρόπο κατά τον 20ο αι., οι προκλήσεις που δημιουργήθηκαν με την πρόοδο των επιστημών… αντιμετωπίστηκαν από τον εκκλησιαστικό και θεολογικό λόγο στην Ελλάδα είτε μέσα από την επίκληση στο πεπερασμένο του ορθού λόγου και της ανθρώπινης λογικής και την κατ’ επέκταση ανάδειξη του αποφατισμού ως πανάκεια “διά πάσαν νόσον…” είτε μέσω ενός μαχητικού απολογητισμού… Μ’ αυτή την έννοια, η αντίληψη αναφορικά με την αφθαρσία των σωμάτων των αγίων, η δοξασία για την αναλλοίωτη επ’ αόριστον διατήρηση του αγιασμού και η πεποίθηση περί ανοσίας που σχετίζεται με τον τρόπο μετάδοσης της Θείας Ευχαριστίας, καθίστανται στη λαϊκή χριστιανική συνείδηση ως η ατράνταχτη απόδειξη της αυθεντικότητας του θρησκευτικού βιώματος και λειτουργεί ως ιδεολογική δικαίωση ενάντια στις πραγματικές ή φαντασιακές επιθέσεις από τους “εχθρούς” της Εκκλησίας». Να θυμίσουμε εδώ, πως στην Καινή Διαθήκη δεν υπάρχει η λέξη θαύμα αλλά η λέξη «σημείον», σημάδι δηλαδή της Βασιλείας. Τα σημεία που πραγματοποιεί ο Χριστός είχαν ως σκοπό τη φανέρωση της «Θείας δόξας» αφού επιδίωξή Του ήταν να διδάξει μέσω αυτών και όχι να καταπλήξει, ούτε να πειστούν οι αρνητές του. Για τον λόγο αυτό, το θαύμα που χαρακτηρίζει την πορεία της εκκλησίας στους αιώνες είναι η εν ελευθερία διαρκής μετάνοια και η αδιάκοπη επιθυμία θεραπείας για να πορευτούμε στην βασιλεία, και όχι η προσκόλληση σε θρησκευτικούς ή ευσεβοφανείς τύπους που οδηγούν νομοτελειακά (όπως αποδείχτηκε ιστορικά) στην παραχάραξη της πίστης.
Οπως γράφει ο π. Χριστόδουλος Μπίθας: «Τούτες τις δύσκολες μέρες που πολλοί από εμάς τους “Χριστιανούς” μπήκαμε σε μία αναίτια σύγκρουση μεταξύ μας, αλλά και με όσους μάς ζήτησαν να αυτοπεριοριστούμε για να μην κινδυνέψει η κοινωνία, ας σκεφτούμε πως χάσαμε την ευκαιρία να κηρύξουμε στον κόσμο αλλά κυρίως να θυμηθούμε εμείς οι ίδιοι πως η διδασκαλία του Χριστού δεν ήταν κλήση σε θρησκεία αλλά σε πνευματική αναγέννηση διά του Αγίου πνεύματος. Γιατί το θαύμα συντελείται όταν όλη μου η ζωή καθορίζεται από την επιθυμία να αναγνωρίσω τον πνευματικό μου θάνατο ώστε να ελπίσω στην ανάσταση. Το θαύμα συντελείται όταν καταλάβω πως πίσω από τη φράση «μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» κρύβεται η προτροπή να νοιάζομαι να κηρύξω με τον τρόπο της αγάπης την παρουσία μου στον κόσμο και όχι με μία θρησκευτική αυταρέσκεια που οδηγεί στην υποτίμηση αυτών που θα ’πρεπε να προσκαλώ στην πίστη».
Αν λοιπόν στην ποιμαντική μας έχουμε στηρίξει την «πίστη» του λαού σε δοξασίες και «θαύματα», πώς μετά αυτός ο λαός θα μπορέσει να διακρίνει μεταξύ θρησκευτικής δοξασίας και ευαγγελικής πίστης; Πώς τέτοια «πίστη» θα μπορέσει να εμπνεύσει νέους ανθρώπους; Πώς μία τέτοια Εκκλησία, με φοβικούς και αποστεωμένους -σε παλαιοδιαθηκικούς τύπους και γλώσσα- χριστιανούς θα μεταλαμπαδεύσει τον Χριστό στην εποχή μας; Πώς θα προσλάβει και θα αναπλάσει τα νέα δεδομένα στο φως της πίστεως, θα ενώσει τους ανθρώπους εν Αγίω Πνεύματι; Μήπως είναι ευκαιρία να διατυπωθούν από την Εκκλησία γενναία και ευθαρσώς, με όποιο κόστος, αλήθειες που θα αποκαθάρουν την πίστη από ανούσιες θρησκευτικές, εθνοφυλετικές και εθιμικές μαγικές δοξασίες; Είτε το κάνουμε είτε όχι, ένας ιός διατυπώνει δύσκολα ερωτήματα που θα περιμένουν απαντήσεις και ίσως όχι για πολύ. Γιατί ο ιός ευχόμαστε να περάσει με τις λιγότερες ανθρώπινες απώλειες. Τα ερωτήματα όμως θα αναμένουν την απάντηση. Και όχι για πολύ.
Μία ταπεινή πρόταση. Να συγγραφεί επιτέλους ένα «κατηχητικό» εγχειρίδιο της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας που ευθαρσώς θα τοποθετεί την θεολογία και πράξη στη νεωτερική εποχή, γραμμένο στην βιωματική γλώσσα του σύγχρονου ανθρώπου. Μία από τις επιδιώξεις του ας είναι η αποκάθαρση της θεολογίας της Εκκλησίας από κάθε μαγικό και παγανιστικό στοιχείο. Δόξα τω Θεώ υπάρχουν αξιόλογοι θεολόγοι που μπορούν να προβούν σε αυτή την τόσο αναγκαία συγγραφή (για να μην ερμηνεύει ο καθείς κατά το δοκούν τα της πίστεως)· και το καταλληλότερο από κάθε άποψη να προβεί σε αυτή την προσπάθεια δεν είναι άλλο από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
[1]Πηγή:iefimerida.gr-https://www.iefimerida.gr/ellada/arhiepiskopos-ieronymos-mazi-na-antimetopisoyme-tin-pandimia
[2]https://www.liberal.gr/news/pos-oi-thriskeies-antistathikan-sta-metra/295634
[3]https://www.huffingtonpost.gr/entry/menese-yia-anthropoktonia-kata-threskeetikes-aireses-ste-notia-korea-eethenes-yia-ten-exaplose-toe-koroonoioe_gr_5e5cd254c5b6010221139a74
[4]Αγίου Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος ΝΓ, στιχ.718-719. «Η αιτία δε της φαντασίας των εικόνων εστίν η ασθένεια του νοός, και ουχί η καθαρότης αυτού».
[5]http://anastasiosk.blogspot.com/2020/04/blog-post_49.html?m=1
[6]«Αυτό που κινδυνεύει δεν είναι η πίστη αλλά οι πιστοί, δεν είναι ο Χριστός αλλά οι Χριστιανοί μας, δεν είναι ο Θεάνθρωπος αλλά εμείς οι άνθρωποι».
[7]https://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/36234-alejandroupoleos-anthimos-to-agio-fos-einai-to-idio-pou-bgazei-o-kathe-iereas-to-megalo-sabbato
[8]http://fanarion.blogspot.com/2020/03/o_31.html
* https://www.kathimerini.gr/1071328/opinion/epikairothta/politikh/o-korwnoios-3etinazei-ta-khrygmata