Εάν συγκρίνουμε την στάση της σημερινής κοινωνίας απέναντι στην ανθρώπινη ζωή και στην ζωή των ζώων, θα δούμε ότι οι άνθρωποι είναι σήμερα πιο προστατευτικοί απέναντι στην ζωή των ζώων και εντελώς αδιάφοροι σε ορισμένες περιπτώσεις απέναντι στην ανθρώπινη ζωή. Όσο κι’ αν αυτό ακούγεται παράξενα, δεν είναι πάντως μια αυθαίρετη προσωπική κρίση. Είναι διαπίστωση, που συνάγεται από συγκεκριμένα και αδιαμμφισβήτητα γεγονότα. Ας δούμε με χειροπιαστά στοιχεία τα σχετικά μεγέθη για την ζωή των ζώων από την μια μεριά και για την ανθρώπινη ζωή από την άλλη. Καθημερινά έρχονται στο φως της δημοσιότητας περιστατικά με βάναυση κακοποίηση ή θανάτωση οικόσιτων ζώων. Σκύλοι και γάτες είναι τα θύματα σχιζοειδών ή μανιακών φονέων αυτών των συμπαθών και ανυπεράσπιστων πλασμάτων του Θεού, τα οποία ως τέτοια πρέπει να τα αγαπάμε και αυτά, όπως και όλα τα άλλα ζωντανά δημιουργήματά Του. Εάν δεν θέλουμε να τα περιθάλψουμε παίρνοντάς τα στον οικιακό μας περίγυρο, οφείλουμε να σεβόμαστε την ζωή τους. Πριν από λίγες ημέρες ένας μανιακός δράστης σκότωσε είκοσι (20) γάτες (!), ενώ παλιότερα ένας ανάλογης εσωτερικής ποιότητας άνθρωπος σκότωσε πολλά σκυλιά, που τα κρεμούσε στο σύρμα και τα πυροβολούσε με το φλόμπερ, το όπλο δηλ. το οποίο αντί για σφαίρες έχει βολίδες. Δικαιολογημένα λοιπόν διαμαρτύρονται για αυτές τις περιπτώσεις οι ζωοφιλικές ενώσεις και τα κατ’ ιδίαν μέλη τους ζητώντας την παραδειγματική τιμωρία των δραστών, εφ’ όσον η θανάτωση των ζώων αυτών αποτελεί πλέον αξιόποινη πράξη. Πού είναι όμως όλοι αυτοί οι ζωόφιλοι με τις ευαισθησίες τους, για να διαμαρτυρηθούν για την εν ψυχρώ θανάτωση, δια των εκτρώσεων, εκατοντάδων χιλιάδων κυοφορουμένων ετησίως; Και δεν είναι ασφαλώς δικαιολογία ο ισχυρισμός τους ότι οι κυοφορούμενοι δεν είναι ακόμη γεννημένοι άνθρωποι. Μπορεί βεβαίως οι κυοφορούμενοι να μη έχουν ακόμη γεννηθεί, ουδείς όμως μπορεί να αμφισβητήσει ότι αποτελούν ανθρώπους εν τη γενέσει τους, αφού, εάν δεν διακοπεί με οποιονδήποτε τρόπο η εγκυμοσύνη τους, θα οδηγήσει στην γέννηση ενός κανονικού ανθρώπου. Αυτή η λογικά πλημμελής λογική προσέγγιση διέπει κατά βάση την αδιαφορία της πολιτείας έναντι της ζωής των κυοφορουμένων. Εφ’ όσον όμως η Πολιτεία προστατεύει ποινικά την θανάτωση των ζώων, δεν είναι αντιφατικό να αρνείται να πράξει το ίδιο και για την ζωή των εν γενέσει ανθρώπων. Και δεν υποδηλώνει αυτό ότι έτσι τίθεται σε υποδεέστερη μοίρα η ανθρώπινη ζωή έναντι της ζωής των ζώων.
Και για να αποκλείσω το άλλοθι, στο οποίο προσπαθούν να κρυφτούν, οι ζωόφιλοι, ώστε να μη συστρατευθούν με όσους υπερασπίζονται την ζωή των κυοφορουμένων, διότι έχουν ενταχθεί στο στρατόπεδο των δικαιωματιστών, οι οποίοι απαξιώνουν πλήρως με διάφορες επινοήσεις και με σαθρή επιχειρημτολογία την ζωή των κυοφορουμένων, θα το θέσω αλλιώς το ερώτημα, ώστε να φανεί καθαρά η γύμνια και ο παραλογισμός όσων υπερασπίζονται την ζωή των ζώων, αδιαφορούν όμως για την ζωή των κυοφορουμένων. Εάν υποτεθεί λοιπόν ότι κάποιος πάρει από μια φωλιά ένα αυγό, του οποίου έχει ολοκληρωθεί η επώαση και το πουλάκι που περιέχει είναι βιώσιμο, έτοιμο να σπάσει το κέλυφος, για να βγει στην ζωή, και το αυγό αυτό το συνθλίψει με περισσή αναλγησία με το πόδι του κάποιος ανώμαλος, πώς θα χαρακτηρίσουμε την πράξη του; Αδιάφορη καταστροφή ενός αυγού υπό επώαση ή κανονική θανάτωση ενός πτηνού, που, ενώ έχει ολοκληρώσει τον βιολογικό κύκλο της ανάπτυξής του, δεν πρόλαβε ακόμη να σπάσει το κέλυφος του αυγού του και να βγει από αυτό; Πώς θα αντιδράσουν οι απανταχού ζωόφιλοι, εάν τούς δείξουμε ηλεκτρονικά ένα τέτοια περιστατικό; Θα θεωρήσουν ηθικά και ποινικά αδιάφορη την συγκεκριμένη πράξη και θα την προσπεράσουν ή θα την θεωρήσουν προκλητική και απαράδεκτη πράξη ζητώντας την τιμωρία του δράστη; Πιθανότερη βέβαια είναι η δεύτερη εκδοχή, η οποία είναι συνυφασμένη με το εξής λογικό ερώτημα; Γιατί οι διάφοροι ζωόφιλοι και όλοι οι άλλοι με ανάλογες ευαισθησίες προς τις δικές τους δεν πράττουν το ίδιο, όταν πορωμένοι και ανάλγητοι εκτρωσιολόγοι παίρνουν, με την ανοχή της Πολιτείας, τα «πουλάκια» της ανθρώπινης ζωής από τις «φωλίτσες» τους, από την μήτρα δηλ. της μητέρας τους και τα συνθλίβουν κατά χιλιάδες καθημερινά πετώντας τα ως απόβλητα των χειρουργείων στους υπονόμους της ανυπαρξίας; Και δεν είναι αυτό μια κραυγαλέα αντίφαση της κοινωνίας μας και της πολιτείας, που νομοθετεί για λογαριασμό αυτής, στην αντιμετώπιση της ζωής των ζώων και των ανθρώπων; Δεν αποδεικνύει περαιτέρω αυτό την άποψη που εκφράσαμε πιο πάνω για την υπερέχουσα αξία ης ζωής των ζώων έναντι τως ζωής των ανθρώπων μέσα στη σημερινή ζωοκεντρική κοινωνία μας;
Έχω κατ’ επανάληψη τονίσει με σχετικά άρθρα μου την πεπλανημένη, ηθικά και νομικά, άποψη, η οποία θεωρεί δικαίωμα της εγκυμονούσης να αποφασίσει, εάν θα κρατήσει ή θα σκοτώσει το παιδί που κυοφορεί μέσα της. Η παρεμβολή της βούλησης της εγκυμονούσης στο ζήτημα της προστασίας της ζωής των κυοφορουμένων αποτελεί αποπροσανατολιστική παράμετρο από την ουσία του συζητουμένου προβλήματος. Το έχουμε πει πολλές φορές και δεν είναι περιττό να το επαναλάβουμε ακόμη μια φορά και εδώ: Η κάθε γυναίκα έχει φυσικά αδιαμφισβήτητο δικαίωμα να απόφασίσει, εάν θα προέλθει με τον σύζυγό ή τον ερωτικό της σύντροφο σε μια πράξη, που οδηγεί στην σύλληψη ενός παιδιού. Από εκεί και μετά, όταν συντελεσθεί η σύλληψη, η εγκυμονούσα δεν έχει κανένα απλύτως δικαίωμα επί της ζωής του εμβρύου, που φέρει μέσα της. Ιδιοκτησιακές αντιλήψεις στο ζήτημα της προστασίας της ζωής του κυοφορούμενου («δικό μου είναι το παιδί, που έχω μέσα μου και το κάνω ό,τι θέλω») δεν έχουν καμιά απολύτως αξία. Η ανθρώπινη ζωή δεν ανήκει σε κανένα. Είναι δωρεά του Θεού. Και ως τέτοια οφείλουμε να την τιμούμε και να την σεβόμαστε. Η γυναίκα που έμεινε έγκυος οφείλει να κυοφορήσει κανονικά το παιδί, εκτός εάν συντρέχουν οι λεγόμενες «ενδείξεις» του άρ. 304 παρ. 4 ΠΚ, περιπτώσεις δηλ. που δικαιολογούν την θανάτωσή του (σύλληψη κατόπιν βιασμού, κίνδυνος ζωής της εγκυμονούσης, προγενετική διάγνωση που οδηγεί στην ασφαλή πρόγνωση για την γέννηση δυσπλασικού παιδιού κλπ.). Εάν η εγκυμονούσα δεν θέλει να κρατήσει το παιδί, που γέννησε, μπορεί να το δώσει προς υιοθεσία στην αρμόδια προς τούτο υπηρεσία. Πρέπει να υπογραμμισθεί εδώ με έμφαση, για να το συνειδητοποιήσουμε όλοι και να αναλάβουμε τις ενοχές που μάς αναλογούν, ότι η ελαφρά τη καρδία θανάτωση του κυοφορουμένου, δια των προθύμων προς τούτο εκτρωσιολόγων, αποτελεί φόνο, άσχετα αν η αφασική και αντιφατική Πολιτεία μας κλείνει τα μάτια στην ποινική τιμωρία εκείνων, οι οποίοι εμπλέκονται στην διάπραξη αυτού του φόνου. Καθημερινά προβάλλονται δια της τηλοψίας εκπομπές, που δείχνουν την τραγική κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει η ύπαιθρος με την ερήμωση των χωριών από παιδιά και το κλείσιμο των σχολείων ελλείψει μαθητών. Πώς θα μπορούσε να έχει διαφορετική εξέλιξη η κατάσταση αυτή, όταν με την στήριξη ή την ανοχή μας ρίχνονται στον «καιάδα» της ανυπαρξίας, δια των εκτρώσεων, εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά ετησίως; Συνιστά προκλητική υποκρισία από την μια μεριά να υποστηρίζουμε την μαζική θανάτωση των κυοφορούμενων, των παιδιών δηλ. της Ελλάδος, και από την άλλη να θρηνούμε για την βαθμιαία δημογραφική εξαφάνιση της χώρας μας. Το φαινόμενο τότε μόνο θα εκλείψει, όταν όλοι, Πολιτεία και πολίτες, πετάξουμε την «ρομφαία» που κρατάμε και σκοτώνει καθημερινά τα Ελληνόπουλα. Μέχρι τότε ας διαχειριστούμε οι σημερινοί Έλληνες τις ενοχές μας, που μάς αναδεικνύουν Έθνος φονιάδων δημογραφικώς αυτοχειριαζομένων.