Αποτελεί κοινή διαπίστωση το γεγονός ότι στις μέρες μας έχουν διαφοροποιηθεί ή και αλλάξει ριζικά τα κοινωνικά στερεότυπα που όριζαν την σχέση μεταξύ ταυτότητας και ετερότητας και το κοινωνικώς αποδεκτό, σε σχέση με τους γάμους ή τις ερωτικές σχέσεις μεταξύ αλλοφύλων, αλλόθρησκων ή ακόμη και ετερόδοξων, όπως τα συναντούμε σε παλαιότερες εκφράσεις του ελληνικού έντεχνου λαϊκού λόγου, κυρίως δε στα δημοτικά τραγούδια που πραγματεύονται τον έρωτα, σε αυτές τις οριακές στιγμές και περιπτώσεις.
Από την άλλη πλευρά, μια σειρά από περιπτώσεις που οριοθετούν τη σχέση των ανθρώπων με ελάσσονες πλευρές του υπερφυσικού, συνεχίζουν και παραμένουν γυναικεία υπόθεση, αν και αφορούν κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες, κάτι που πιθανότατα σημαίνει ότι με την πάροδο του χρόνου θα τροποποιηθούν ή ακόμη και θα εξαφανιστούν. Για παράδειγμα οι ευχές και οι κατάρες είναι και στις μέρες μας πρωτίστως γυναικεία υπόθεση, όπως και περιφερειακές μορφές και εκφράσεις της εκκλησιαστικής και δημόσιας λατρείας, σαν την παρασκευή και προσκόμιση στο ναό για ευλόγηση των εορταστικών άρτων και των ανάλογων αναίμακτων προσφορών, όπως οι «φανουρόπιτες», προς τιμήν του αγίου Φανουρίου, ή στις μέρες μας οι ανάλογες «θαδδαιόπιτες», προς τιμήν του αγίου Ιούδα του Θαδδαίου.
Το ίδιο ισχύει επίσης για λατρευτικές πράξεις όπως το άναμμα του καντηλιού και το θύμιασμα στα κοιμητήρια, στους τάφους των προγόνων, αλλά και στα εικονοστάσια των ελληνικών δρόμων και της υπαίθρου, των οποίων η γενικότερη φροντίδα θεωρείται σχεδόν αποκλειστικά γυναικεία υπόθεση. Παρόμοια είναι η περίπτωση των παρεκκλησίων, στα όρια των οικισμών, και των εξωκλησιών, έξω από αυτά, στην παραγωγική περιφέρεια κάθε χωριού, τα οποία εξημερώνουν και καθαγιάζουν τον περιβάλλοντα φυσικό χώρο, οριοθετώντας ταυτοχρόνως την οικονομική ζώνη αγροτικής και κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης κάθε κοινότητας.
Σε κάθε είδους τελετουργίες καθαγιασμού του χώρου, του φυσικού αλλά και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, στα «αγιάσματα» και στις ποικίλες τελετουργικές ιεροποιήσεις της φύσης, οι γυναίκες συνεχίζουν να πρωταγωνιστούν μαζί με τους ιερείς, αφήνοντας τους άνδρες σε ρόλο θεατή. Το ίδιο συμβαίνει και στις περισσότερες μορφές εξωεκκλησιαστικού τελετουργικού χειρισμού του υπερφυσικού, όπως για παράδειγμα η περίπτωση της λατρείας και της τελετουργικής διαχείρισης των θαυματουργών εικονισμάτων κάθε κοινότητας, όπου και πάλι οι γυναίκες πρωταγωνιστούν και τελεσιουργούν τα σχετικά κάθε φορά λατρευτικά, σε συνεργασία – ενίοτε δε και με δόσεις ή πτυχές ανταγωνισμού ως προς την πρόσκτηση του κοινωνικού και τελετουργικού κύρους – με τον ιερέα κάθε χωριού ή ναού, με τους οποίους οι θαυματουργές αυτές εικόνες, οι οποίες κατά κανόνα φυλάσσονται σε σπίτια με τη μέριμνα των γυναικών κάθε οικογένειας, σχετίζονται ή συνδέονται.
Αλλά και σε μορφές της λαϊκής θεραπευτικής, όπου ακόμη αυτές συνεχίζουν να επιβιώνουν, κυρίως με την μορφή μαγικοθρησκευτικών πράξεων και πρακτικών, όπως λ.χ. το «ξεμάτιασμα» σε περιπτώσεις βασκανίας, οι γυναίκες συνεχίζουν να έχουν πρωτεύοντα και καθοριστικό ρόλο. Οι πηγές που διαθέτουμε κατά τόπους, ακόμη και με τη μορφή αφηγήσεων ζωής και αυτοβιογραφικών μαρτυριών, δείχνουν σαφώς την κυριαρχία των γυναικών στα ζητήματα της λαϊκής θρησκευτικότητας, με χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα εκείνο των Σαρακατσάνων, στις παραδοσιακές κοινότητες των οποίων είναι γνωστό ότι ελλείψει ιερέως ή δυνατότητας να λειτουργηθούν, λόγω του νομαδικού τρόπου ζωής, σε μεγάλες εορτολογικές στιγμές, η γηραιότερη γυναίκα αναλάμβανε στοιχειώδη τελετουργικά καθήκοντα.
Οι παραδοσιακές αυτές πρακτικές συνεχίζουν σε ένα βαθμό να διατηρούνται, όπου οι συνθήκες το επιτρέπουν, και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ευρύτερες πολιτισμικές αλλαγές έχουν αφήσει να περάσουν στον σύγχρονο λαϊκό πολιτισμό παρόμοιες τελετουργικές εκδηλώσεις. Αξίζει πάντως να παρατηρηθεί εδώ αφενός μεν ότι ανάλογο τελετουργικό ρόλο των γυναικών βρίσκουμε και σε άλλες πληθυσμιακές ομάδες του ελληνικού χώρου, όπως για παράδειγμα στους μουσουλμάνους Πομάκους της Θράκης, και αφετέρου ότι ακόμη και στους νεωτερικούς και μετανεωτερικούς παγκοσμιοποιημένους καιρούς μας διατηρείται η σχέση των γυναικών με τις στρατηγικές και τους μηχανισμούς διαχείρισης των παλαιότερων μορφών παράδοσης, ακόμη και μέσα από δραστηριότητες όπως ο οικοτουρισμός και ο πολιτιστικός τουρισμός, στις οποίες οι γυναίκες έχουν στις μέρες μας πρωτεύοντα και κυριαρχικό ρόλο.