Του Γιώργου Βασιλείου, θεολόγου, διευθυντή του γραφείου Τύπου της Ιεράς Συνόδου.

 

«Ως γαρ το θέλημα αυτού έργον εστί και τούτο κόσμος ονομάζεται, ούτως και το βούλημα αυτού ανθρώπων εστί σωτηρία και τούτο εκκλησία κέκληται.» Κλήμης Αλεξανδρεύς, Παιδαγωγός, Α', 6, 27

Οι αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στον κόσμο είναι, για την Εκκλησία, ένα σημάδι των καιρών, που θα τη βοηθήσει να κατανοήσει καλύτερα τον ρόλο της μέσα στην ιστορία. Η Εκκλησία οφείλει να αντιλαμβάνεται την κοινωνική μεταβολή, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στον Λόγο του Θεού και να είναι σε θέση να εκτιμήσει τις δράσεις της μέσα στην κοινωνία και χάριν της κοινωνίας. Να έχει συνείδηση ότι είναι ο λαός του Θεού στον κόσμο ή, καλύτερα, ότι είναι ένα σώμα ανδρών και γυναικών που ανήκουν στον Θεό, αλλά ζουν στον κόσμο. «Εκ του κόσμου ουκ εστέ, αλλ’ εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου» (Ιω. 15, 19). Είναι ο νέος Ισραήλ, ο οποίος, ενώ ζει στην παρούσα εποχή, βρίσκεται σε αναζήτηση μιας μελλοντικής και αιώνιας βασιλείας.

Η Εκκλησία αρθρώνει σήμερα ισχυρό ποιμαντικό λόγο, όχι μόνον επειδή σε μια δημοκρατική κοινωνία καθένας έχει το δικαίωμα να μιλά, αλλά, πάνω απ’ όλα, γιατί έχει ένα ιδιαίτερο καθήκον απέναντι στην ανθρωπότητα. Υποστηριζόμενη από δύο χιλιάδες χρόνια εμπειρίας, είναι υποχρεωμένη να μιλά με σκοπό τη διαφώτιση των συνειδήσεων και την προστασία της αξιοπρέπειας του ατόμου. Και δεν συνδιαλέγεται αποκλειστικά με όσους συμμερίζονται την πίστη της, αλλά με κάθε άνθρωπο καλής θέλησης. Από το γεγονός ότι είναι στον κόσμο και για τον κόσμο, από το γεγονός ότι είναι σε αλληλεγγύη με την ιστορία του κόσμου, η Εκκλησία αντιμετωπίζει τη σκοτεινή πλευρά του κόσμου, τα βάθη της ανομίας του. Αυτή έρχεται αντιμέτωπη με εκείνο που επιφέρει την ηθική πτώση του ανθρώπου, εκείνο που τον υποβαθμίζει και τον απανθρωποποιεί.

 

Φαίνεται ότι ζούμε σε μια εποχή και σε μια ιστορική στιγμή που ορισμένοι περιφρονούν την ορθόδοξη διδασκαλία, προκειμένου να κερδίσουν τον έπαινο και την έγκριση της σύγχρονης κοινωνίας.

 

Η Εκκλησία λαμβάνει πολύ σοβαρά υπ’ όψιν της τη σκοτεινή πραγματικότητα, που μας περιβάλλει από όλες τις πλευρές. Είναι η αμαρτία που εμποδίζει την ιστορία του κόσμου από το να είναι η ιστορία της σωτηρίας. Είναι η αμαρτία που διαλύει τη βαθιά ενότητα μεταξύ της ιεράς και της κοσμικής ιστορίας. Η αμαρτία είναι η δουλεία στο εφήμερο. Νομίζω ότι όλοι μας πρέπει να είμαστε ευγνώμονες προς την Εκκλησία, διότι ελάχιστοι οργανισμοί μιλούν τόσο κατηγορηματικά υπέρ των απαράβατων δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ως εκ τούτου, δεικνύεται ότι η πίστη δεν μπορεί να υποβιβαστεί στην ιδιωτική σφαίρα, αλλά επηρεάζει όλους τους τομείς της ζωής. Η πίστη είναι ένα φως που δείχνει τον δρόμο προς την εν Χριστώ εκπλήρωση, την πραγματική και ουσιαστική ελευθερία. Φαίνεται ότι ζούμε σε μια εποχή και σε μια ιστορική στιγμή που ορισμένοι περιφρονούν την ορθόδοξη διδασκαλία, προκειμένου να κερδίσουν τον έπαινο και την έγκριση της σύγχρονης κοινωνίας.

Ωστόσο, η βασική διδασκαλία της Εκκλησίας είναι η αγωγή στην αγάπη και την υπευθυνότητα. Ακόμα και αν προσωρινά η διδασκαλία αυτή μπορεί να ακούγεται δύσκολη, αργά ή γρήγορα οι άνθρωποι θα συνειδητοποιήσουν ότι αυτό είναι για το δικό τους πραγματικό καλό. Όλα αυτά συντείνουν στο αξίωμα ότι η Εκκλησία έχει να διαδραματίσει ζωτικό ρόλο στην κοινωνία. Πρέπει να συνεχίσει να αφουγκράζεται τον «κόσμο» και να συνεχίσει να περνά το μήνυμα του Ευαγγελίου με τη φιλανθρωπία. Ο λαός θέλει να ακούσει το «καλά νέα» του Ευαγγελίου και, κυρίως, όπως είπε ένας αληθής ποιμένας που αισθάνεται τον παλμό της εποχής μας, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος Β': «Ευθύνη της Εκκλησίας είναι να μεταφέρει τη φωνή των προσφευγόντων εις Αυτήν, να διακηρύξει αυτή την αγωνία για όσα δοκιμάζουν τον λαό του Θεού, να τον διακονεί και να τον στηρίζει με όλες Της τις δυνάμεις».