Η θέση της Ορθοδοξίας έναντι της Τεχνητής Νοημοσύνης
Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα,
Συνοδικοί Άγιοι Αδελφοί,
Εκ προοιμίου, επιθυμώ να εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες μου προς την Υμετέρα Μακαριώτητα για την τιμή που μου δόθηκε να παρουσιάσω ενώπιον της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πρεσβυγενούς παλαιφάτου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και Πάσης Αφρικής εισήγηση με θέμα «Η θέση της Ορθοδοξίας έναντι της Τεχνητής Νοημοσύνης».
Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο έχει αναρριχηθεί στην κορυφή της ατζέντας πολλών Διεθνών Οργανισμών, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Αφρικανική Ένωση, και άλλων κρατικών και μη κρατικών θεσμών, οι οποίοι το μελετούν υπο διαφορετικά πρίσματα. Από την συζήτηση αυτήν δεν μπορεί να απουσιάζει η επίσημη θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ιδιώς του ιστορικού Αλεξανδρινού Θρόνου που πρεσβεύουμε. Το ζήτημα αυτό εξάλλου αγγίζει τον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, την σχέση του Ανθρώπου με το Θείο και την ίδια την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Είχα την χαρά να παρακολουθήσω υπό την ιδιότητα μου ως Σύνδεσμος μεταξύ της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας (ΔΣΟ) και του Παν-Αφρικανικού Κοινοβουλίου (PAP) την 32η Γενική Συνέλευση της Δ.Σ.Ο., που πραγματοποιήθηκε στο Βουκουρέστι από 2 έως 6 Ιουνίου, με θέμα: «Η συνεργασία κοινοβουλευτικών και θρησκευτικών θεσμών για την διαμόρφωση κατευθυντήριων αρχών για την χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης». Όπως σοφά υπογράμμισε η Υμετέρα Μακαριώτητα στο χαιρετιστήριο μήνυμα Της το οποίο είχα την τιμή να αναγνώσω ενώπιον των βουλευτών του Ορθόδοξου Κόσμου, «Ἡ παροῦσα Συνέλευσις ἔρχεται να μελετήσει και να διασκεφθεί περί του καιρίου ζητήματος της ηθικής διαστάσεως των χρήσεων της Τεχνητής Νοημοσύνης και της συνεργασίας των κοινοβουλευτικών και θρησκευτικών θεσμών διὰ τὴν καλυτέραν ἀξιοποίησίν των νέων τεχνολογίων ἐν τῷ μέλλοντι, ἐπ’ ὠφελείᾳ τῶν λαῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἠπείρου και της Οικουμένης εν γένει, ἥτις φαίνεται ὅτι εἰσέρχεται εἰς μίαν νέαν καί, μᾶλλον, δυσοίωνον ἐποχήν».
Εισαγωγή
Η ραγδαία ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης στον σύγχρονο κόσμο εγείρει ποικίλες προκλήσεις και ερωτήματα για την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ως με πρωτοφανείς δυνατότητες, η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί αφενός να αξιοποιηθεί για την ωφέλεια του ανθρώπου – προσφέροντας λύσεις σε επιστημονικές, ιατρικές, κοινωνικές ανάγκες και διευκολύνσεις στην καθημερινή ζωή [1] – και αφετέρου να επιφέρει σοβαρούς κινδύνους όταν γίνεται κακή χρήση της. Ήδη, διατυπώνονται ενθαρρυντικές απόψεις για τις ωφέλειες που θα μπορούσαν να προκύψουν από την εφαρμογή της ΤΝ, αλλά και έντονες ανησυχίες για τους κινδύνους που συνεπάγεται, όπως η πιθανή κατάργηση της ανθρώπινης ελευθερίας και η αλλοίωση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων[2]. Η Ορθόδοξη Εκκλησία αντιμετωπίζει την πρόκληση αυτή με βάση τις διαχρονικές θεολογικές αρχές και την Παράδοσή της. Δεν προσεγγίζει φοβικά ή τεχνοφοβικά τις νέες τεχνολογίες· αντιθέτως, αναγνωρίζει ότι κάθε επίτευγμα της επιστήμης και της τεχνολογίας δύναται να ενταχθεί στο σχέδιο του Θεού για τον άνθρωπο, εφόσον χρησιμοποιηθεί με σύνεση και αγαθή πρόθεση. Όπως έχει διατυπωθεί, οι περισσότερες τεχνολογίες είναι από μόνες τους ηθικά ουδέτερες – «ούτε καλές ούτε κακές» – και μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε για καλό είτε για κακό σκοπό[3]. Η στάση της Εκκλησίας συνοψίζεται στη διάκριση μεταξύ δωρεάς και κατάχρησης: η Τεχνητή Νοημοσύνη και γενικά η γνώση είναι δώρα του Θεού προς τον άνθρωπο, όμως η αξιοποίησή τους εναπόκειται στην ανθρώπινη ελευθερία και ευθύνη. Ανάλογα με τη χρήση της, λοιπόν, η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να αναδειχθεί σε μια ακόμη ευεργεσία που παρέχει ο Θεός στο ανθρώπινο γένος ή, αντίθετα, αν χρησιμοποιηθεί με τρόπο κακό, να προκαλέσει σοβαρά ηθικά και πνευματικά προβλήματα.
Πριν προχωρήσω όμως ας δώσω δύο ορισμούς της Τεχνητής Νοημοσύνης, αν και σίγουρα λίγο πολύ όλοι γνωρίζουμε ή έχουμε ακούσει για αυτήν, απλώς για να είμαστε κοινωνοί των ιδίων εννοιών και να μιλάμε, κατά το κοινώς λεγόμενο, την ίδια γλώσσα. Τεχνητή Νοημοσύνη, λοιπόν, είναι: «εκείνος ο κλάδος της επιστήμης των υπολογιστών που ασχολείται με τον σχεδιασμό ευφυών υπολογιστικών συστημάτων, με χαρακτηριστικά τα οποία σχετίζονται με την ευφυία στην ανθρώπινη συμπεριφορά (μάθηση, αιτίαση, επίλυση προβλημάτων, κατανόηση φυσικής γλώσσας, αναγνώριση αντικειμένων κτλ.». Παρόμοιος, επίσης, είναι και ο δεύτερος ορισμός που αναφέρει ότι: «Τεχνητή Νοημοσύνη είναι η μελέτη του πως να κάνουμε τους υπολογιστές ικανούς να κάνουν πράγματα, στα οποία προς το παρόν οι άνθρωποι τα καταφέρνουν καλύτερα»1 (Κ. Γεωργούλη, Τεχνητή Νοημοσύνη-Μια Εισαγωγική Προσέγγιση, Εκδ. ΣΕΑΕΒ, Αθήνα 2015, σ. 13-14).
Σκοπός του παρόντος κειμένου είναι να διατυπώσει μια συγκροτημένη θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας σχετικά με την Τεχνητή Νοημοσύνη, η οποία θα αξιολογηθεί περαιτέρω από το Πατριαρχείο μας. Θα αναλυθούν οι θεμελιώδεις ορθόδοξες θεολογικές αρχές που αφορούν την ανθρώπινη φύση, τη γνώση και την ηθική χρήση των τεχνολογικών επιτευγμάτων. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί σε δύο κρίσιμες διαστάσεις: (α) ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη, ως κατασκεύασμα του ανθρώπου, δεν διαθέτει πρόσωπο ούτε συναισθήματα, και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον άνθρωπο ως προσωπική ύπαρξη ενώπιον του Θεού· (β) ότι η ίδια η τεχνολογία της ΤΝ δεν είναι καλή ή κακή καθ’ εαυτήν, αλλά η ηθική αξία της καθορίζεται από τον τρόπο χρήσης της – είτε ως εργαλείο ευλογημένο που βελτιώνει τη ζωή και συμβάλλει στο κοινό καλό, είτε ως μέσο κακής χρήσης που γεννά ποικίλα ηθικά, κοινωνικά και πνευματικά προβλήματα.
Για την τεκμηρίωση των θέσεων μας, θα αντλήσουμε σοφία από την ορθόδοξη πατερική γραμματεία, τους λόγους των Αγίων Πατέρων και τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας. Μέσα από τα πατερικά κείμενα αναδεικνύονται διαχρονικές αλήθειες που μπορούν να καθοδηγήσουν και τη σύγχρονη αντιμετώπιση της τεχνολογίας. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μπορεί να μην έζησαν τη δική μας ψηφιακή εποχή, ωστόσο στα έργα τους προσφέρουν πολύτιμες αρχές για τη διάκριση μεταξύ ορθής και εσφαλμένης χρήσης της ανθρώπινης γνώσης, την αξία του ανθρώπινου προσώπου και της ελευθερίας, καθώς και τη σχέση μεταξύ ανθρώπου, δημιουργίας και Θεού. Στις ενότητες που ακολουθούν, θα εξετάσουμε αρχικά την ορθόδοξη ανθρωπολογία – τι σημαίνει ο άνθρωπος ως «εικόνα του Θεού» – και πώς αυτή φωτίζει τη διαφορά ανθρώπου και μηχανής.
Κατόπιν, θα αναφερθούμε στη θεώρηση της Εκκλησίας για την επιστήμη και την τεχνολογία ως δώρα Θεού που μπορούν να αξιοποιηθούν σωστά. Τέλος, θα συζητήσουμε τις ευκαιρίες και τους κινδύνους της Τεχνητής Νοημοσύνης, υπό το πρίσμα των ηθικών αρχών και των πατερικών νουθεσιών, καταλήγοντας σε μια σύνοψη της ορθόδοξης θέσης επί του ζητήματος.
Ορθόδοξη ανθρωπολογία: Το ανθρώπινο πρόσωπο και η
θεία εικόνα
Η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» του Θεού (Γεν. 1:26), δηλαδή φέρει μέσα του την σφραγίδα των θεϊκών ιδιοτήτων κατά αναλογία. Οι Πατέρες ερμηνεύουν πως το «κατ’ εικόνα» συνίσταται κυρίως στα χαρίσματα της λογικότητας, της ελεύθερης βούλησης και της ικανότητας για αρετή που δόθηκαν από τον Θεό στον άνθρωπο. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τονίζει ότι ο άνθρωπος είναι «κατ’ εικόνα Θεού» επειδή, όπως ο Θεός, έτσι και ο άνθρωπος είναι προικισμένος με νου και ελευθερία – έχει δηλαδή λογική και αυτεξουσιότητα. Συγκεκριμένα, «πᾶν τὸ λογικὸν αὐτεξούσιον»,
κατά τον Δαμασκηνό – κάθε ον προικισμένο με λογικό νου είναι και ελεύθερο, αυτεξούσιο, ικανό να επιλέγει το καλό ή το κακό[4]. Αυτή η ελευθερία επιλογής, σε συνδυασμό με την έλλογη φύση, αποτελεί θεμελιώδες γνώρισμα του ανθρώπινου
προσώπου.
Πρόσωπο στην ορθόδοξη θεολογία δεν σημαίνει απλώς ένα βιολογικό άτομο, αλλά μια μοναδική, ανεπανάληπτη ύπαρξη, πλασμένη για σχέση και κοινωνία με τον Θεό. Ο άνθρωπος ως πρόσωπο δεν ορίζεται μόνο από τις γνωστικές του ικανότητες, αλλά κυρίως από την πνευματική του υπόσταση – την αθάνατη ψυχή του – και την κλήση του σε σχέση αγάπης με τον Δημιουργό. «Ἐνεφύσησεν ὁ Θεός πνοὴν ζωῆς» στον άνθρωπο (Γεν. 2:7), δίνοντάς του ψυχή λογική και νοερή. Έτσι, κάθε άνθρωπος έχει όχι μόνο σώμα και εγκέφαλο, αλλά και νοῦν, τον πνευματικό «οφθαλμό της ψυχής» κατά τον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό[5]. Ο νοῦς – η ανώτερη πνευματική διάνοια – είναι η έδρα της θεογνωσίας και του αισθήματος της παρουσίας του Θεού, διακρινόμενος από την απλή λογική λειτουργία του εγκεφάλου. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς περιγράφει τον νου ως την «λεπτοτάτη προσοχή» της ψυχής[5], δηλαδή την ικανότητα του ανθρώπου να στρέφεται προς
τον Θεό και να δέχεται τον θείο φωτισμό. Το περογράφει άλλωστε με γλαφυρότητα και ο Εθνικός Ποιητής της Ελλάδος, Διονύσιος Σολωμός, μέσα από τον στίχο του «Πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου».
Η διάκριση ανάμεσα σε νοερά και λογική ενέργεια του ανθρώπου, που κάνει η Ορθόδοξη Παράδοση, έχει ιδιαίτερη σημασία στην εξέταση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Μια μηχανή μπορεί ίσως να μιμηθεί ορισμένες πλευρές της λογικής
διάνοιας – να εκτελεί υπολογισμούς, να μαθαίνει και να επιλύει προβλήματα βάσει αλγορίθμων – όμως στερείται παντελώς νου με την ορθόδοξη έννοια. Δεν έχει ψυχή και πνευματικό αισθητήριο. Επομένως, της λείπει ο εσωτερικός «οπτικός» πυρήνας με τον οποίο ο άνθρωπος συλλαμβάνει την αλήθεια του Θεού. Όπως συνοψίζει ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, η παράδοση της Εκκλησίας
διαχωρίζει τον εγκέφαλο και τη διάνοια (δηλαδή την ανθρώπινη ευφυΐα) από τον νου – και μόνο ο άνθρωπος έχει νου, ενώ μια μηχανή διαθέτει μόνον αναλογίες ευφυΐας[5]. Γι’ αυτό προτείνει μάλιστα να προτιμάται ο όρος «Τεχνητή Ευφυΐα» αντί «Τεχνητή Νοημοσύνη», ώστε να μη συγχέεται η μηχανική αυτή ικανότητα με τον αληθινό νου του ανθρώπου και θεοποιούνται τα μηχανήματα[5].
Επιπλέον, το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι πρόσωπο σημαίνει ότι διαθέτει συνείδηση, συναίσθημα και ηθική ευθύνη. Ο άνθρωπος αγαπά, αισθάνεται, πονά, μετανοεί. Μόνο ένα ελεύθερο, λογικό ον μπορεί να επιδείξει αρετή ή να υποπέσει σε αμαρτία, διότι αυτές οι έννοιες προϋποθέτουν ελεύθερη βούληση και επίγνωση. Ένα αυτόματο σύστημα, όσο ευφυές κι αν φαίνεται, δεν έχει πραγματική
συνείδηση του εαυτού του ούτε αίσθηση του καλού και του κακού. Δεν υπάρχει σε μια μηχανή το αυτεξούσιο που έχει ο άνθρωπος, ούτε η ηθική κρίση που πηγάζει από τη φωνή της συνείδησης. Οι άγγελοι και οι άνθρωποι, ως λογικά πλάσματα, μπορούν να διαλέξουν μεταξύ αρετής και κακίας, να υπακούσουν ή να παρακούσουν τον Θεό – γι’ αυτό και υπόκεινται σε κρίση. Αντίθετα, ένας υπολογιστής ή ένα ρομπότ δεν αμαρτάνει ούτε αγιάζει, διότι απλούστατα δεν ενεργεί από ελεύθερη προαίρεση αλλά κατ’ ανάγκην, ακολουθώντας τον προγραμματισμό του. Όπως διακηρύσσει και η κλασική διδασκαλία του ιερού Χρυσοστόμου, κανένα υλικό αγαθό δεν είναι από μόνο του ούτε καλό ούτε
κακό: καθίσταται καλό ή κακό ανάλογα με τη χρήση του από τον άνθρωπο[6]. Το ίδιο ισχύει και για την Τεχνητή Νοημοσύνη – η ηθική της ποιότητα εξαρτάται όχι από την ίδια τη μηχανή (η οποία δεν έχει βούληση), αλλά από τον άνθρωπο που τη σχεδιάζει και τη χειρίζεται.
Συνοψίζοντας, κατά την ορθόδοξη ανθρωπολογία ο άνθρωπος είναι ένα ανεπανάληπτο πρόσωπο με σώμα και ψυχή, προικισμένος με νου, λογική, ελευθερία και συνείδηση. Αυτές οι ιδιότητες συνιστούν τη θεία εικόνα μέσα του και τον καθιστούν ικανό για κοινωνία με τον Θεό. Μια τεχνητή κατασκευή, όσο περίπλοκη και αν είναι, δεν συμμετέχει σε αυτήν την εικόνα. Δεν είναι πρόσωπο, αλλά ένα άψυχο εργαλείο. Δεν μπορεί να σταθεί ενώπιον του Θεού ως υιός Του, διότι της λείπει η υιοθεσία διά Ιησού Χριστού και η έμψυχη ύπαρξη. Δεν μπορεί να αγαπήσει τον Θεό ούτε να αγαπηθεί προσωπικά από Εκείνον, όπως αγαπά ο Θεός κάθε άνθρωπο. Ως εκ τούτου, καμία μηχανή δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον άνθρωπο στην ουσιαστική του αξία. Η ιερότητα του ανθρώπινου προσώπου έγκειται ακριβώς σε αυτά τα θεόσδοτα γνωρίσματα που καμία τεχνολογία δεν δύναται να αναπαράγει ή να ακυρώσει.
Επιστήμη και τεχνολογία: Δώρο του Θεού και ευθύνη του ανθρώπου
Η Ορθόδοξη παράδοση αντιμετωπίζει την ανθρώπινη γνώση και τα τεχνολογικά επιτεύγματα ως δώρα του Θεού προς τον άνθρωπο. Ο Άγιος Αντώνιος ο Μέγας διδάσκει χαρακτηριστικά ότι ο Θεός δεν είναι αίτιος του κακού· αντιθέτως, Αυτός έδωσε στους ανθρώπους τη γνώση, την επιτηδειότητα και την ικανότητα να διακρίνουν το καλό από το κακό, καθώς και το αυτεξούσιο (την ελευθερία της βούλησης). Με άλλα λόγια, όλα τα εφόδια για την πρόοδο – η νοημοσύνη, η ευρηματικότητα, η δημιουργικότητα – προέρχονται από τον Θεό ως καλές δωρεές. Εάν προκύψει κακό από τη χρήση τους, αυτό δεν οφείλεται στον Θεό ή στα ίδια τα δώρα, αλλά στην κακή χρήση τους από τον άνθρωπο – η ρίζα των κακών είναι η αμέλεια του ανθρώπου, όπως παρατηρεί και ο Άγ. Αντώνιος[7].
Η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος λοιπόν δεν αντιμετωπίζονται από την Εκκλησία ως κάτι εχθρικό. Πλείστοι Πατέρες ήταν ιδιαιτέρως μορφωμένοι και αξιοποίησαν τη γνώση της εποχής τους για το καλό. Ο Μέγας Βασίλειος, λόγου χάρη, βαθύς γνώστης της ελληνικής παιδείας, προτρέπει τους νέους να σπουδάζουν τις κοσμικές επιστήμες με κρίση και να δέχονται από αυτές μόνο ό,τι ωφέλιμο – όπως η μέλισσα παίρνει από κάθε λουλούδι μόνο το γλυκό νέκταρ αφήνοντας πίσω ό,τι πικρό[8]. Στο έργο του «Πρὸς τοὺς νέους» ορίζει ότι όπως η μέλισσα πετά από άνθος σε άνθος συλλέγοντας μόνο το χρήσιμο για να φτιάξει μέλι, έτσι και ο χριστιανός μπορεί να ωφεληθεί από τα επιτεύγματα της ανθρώπινης σοφίας, φιλτράροντας όμως τα βλαβερά στοιχεία[8]. Αυτή η στάση της διάκρισης και της εκλεκτικής αποδοχής δείχνει ότι η Εκκλησία δεν απορρίπτει συλλήβδην την ανθρώπινη γνώση – αντίθετα, την θεωρεί πολύτιμη όταν υπηρετεί την αλήθεια και την αρετή.
Τόνισε χαρακτηριστικά η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Κρήτης το 2016: «Διά τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ἡ ἱκανότης πρός ἐπιστημονικήν ἔρευναν τοῦ κόσμου ἀποτελεῖ θεόσδοτον δῶρον εἰς τόν ἄνθρωπον. Συγχρόνως ὅμως πρός αὐτήν τήν κατάφασιν, ἡ Ἐκκλησία ἐπισημαίνει τούς κινδύνους, οἱ ὁποῖοι ὑποκρύπτονται εἰς τήν χρῆσιν ὡρισμένων ἐπιστημονικῶν ἐπιτευγμάτων. Θεωρεῖ ὅτι ὁ ἐπιστήμων εἶναι μέν ἐλεύθερος νά ἐρευνᾷ, ἀλλά καί ὅτι ὀφείλει νά διακόπτῃ τήν ἔρευνάν του, ὅταν παραβιάζωνται βασικαί χριστιανικαί καί ἀνθρωπιστικαί ἀρχαί: «Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ’ οὐ πάντα συμφέρει» (A’ Κορ. 6, 12) καί «Τὸ καλὸν οὐ καλόν, ὅταν μὴ καλῶς γίνηται» (Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Θεολογικός Α’, 4. PG 36, 16C). Ἡ θέσις αὕτη τῆς Ἐκκλησίας ἀποδεικνύεται πολλαπλῶς ἀπαραίτητος διά τήν ὀρθήν ὁριοθέτησιν τῆς ἐλευθερίας καί τήν ἀξιοποίησιν τῶν καρπῶν τῆς ἐπιστήμης, εἰς πάντας σχεδόν τούς τομεῖς τῆς ὁποίας, ἰδίᾳ δέ τῆς βιολογίας, ἀναμένονται νέα
ἐπιτεύγματα, ἀλλά καί κίνδυνοι. Ἐν ταὐτῷ, ὑπογραμμίζομεν τήν ἀναμφισβήτητον ἱερότητα τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς ἀπό αὐτῆς ταύτης ἀρχῆς τῆς συλλήψεως».2 (H AΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟΝ ΚΟΣΜΟΝ, https://www.holycouncil.org/mission-orthodox church-todays-world_el).
Στην ιστορική πορεία, βλέπουμε την Εκκλησία να ευλογεί την ορθή χρήση των τεχνών και των επιστημών. Οι χριστιανοί ανέκαθεν αξιοποιούσαν τις τεχνολογικές εξελίξεις για το κοινό καλό: από την αρχιτεκτονική και την ιατρική της βυζαντινής περιόδου (ιδρύματα όπως το νοσοκομείο – ξενών – του Μ. Βασιλείου στην Καισάρεια) μέχρι τις νεότερες εφευρέσεις (π.χ. την τυπογραφία για τη διάδοση της Αγίας Γραφής, ή το διαδίκτυο για την ιεραποστολή). Η ορθόδοξη θεολογία υπογραμμίζει ότι ο άνθρωπος ως «βασιλεύς τῆς κτίσεως» έχει κληθεί να κατακυριεύσει τη γη (Γεν. 1:28) – όχι τυραννικά, αλλά διαχειριζόμενος τα δημιουργήματα σοφά και ευεργετικά. Η τεχνολογική ικανότητα είναι μέρος αυτής της θεόσδοτης εντολής: ο άνθρωπος καλείται να καλλιεργήσει τον κόσμο και να τον προσφέρει πίσω στον Θεό.
Ωστόσο, εξίσου έντονη είναι η πατερική προειδοποίηση ότι κάθε δώρο μπορεί να εκτραπεί σε κακό, αν ο άνθρωπος κινηθεί με εγωισμό και απληστία. Η κατάχρηση της τεχνολογίας ανάγεται τελικά στην κατάχρηση της ελευθερίας. Ένα κλασικό βιβλικό παράδειγμα κακής χρήσης ανθρώπινης συνεργασίας και γνώσης
είναι η κατασκευή του Πύργου της Βαβέλ. Οι απόγονοι του Νώε, έχοντας μία γλώσσα, επιδόθηκαν με αλαζονεία στο να οικοδομήσουν έναν πύργο «με κορυφή έως τον ουρανό» (Γεν. 11:4) επιζητώντας να γίνουν ίσοι με τον Θεό. Ο ιερός Χρυσόστομος σχολιάζει ότι οι άνθρωποι της Βαβέλ «οὐκ εἰς δέον ἐκέχρηντο τῇ ὁμοφωνίᾳ», δηλαδή δεν αξιοποίησαν για καλό σκοπό την ομογλωσσία και ενότητά τους, αλλά την έστρεψαν στην ύβρη[9]. Το αποτέλεσμα ήταν η σύγχυση των γλωσσών και η ματαίωση του έργου τους – μια δραματική υπόμνηση ότι η ανθρώπινη πρόοδος χωρίς ταπείνωση και σεβασμό προς τον Θεό οδηγεί σε αδιέξοδο. Αντιθέτως, όταν οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τα χαρίσματά τους σε αρμονία με το θέλημα του Θεού, τότε η εξέλιξη γίνεται πραγματική ευλογία. Στην Πεντηκοστή βλέπουμε μια αντίστροφη εικόνα της Βαβέλ: το Άγιο Πνεύμα δίδει στους Αποστόλους το χάρισμα των γλωσσών ώστε να κηρύξουν το Ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη, ενοποιώντας εν Χριστώ την ανθρωπότητα αντί να τη διασπείρει. Η ενότητα αυτή είναι δώρο της χάριτος, όχι επίτευγμα ανθρώπινης ύβρεως.
Επομένως, η Εκκλησία μας καλεί σε συνετή και ενάρετη χρήση της επιστήμης και της τεχνολογίας. Να αναγνωρίζουμε σε αυτές εργαλεία που ο Θεός παρέχει για τη βελτίωση της ζωής (θεραπεία ασθενειών, προαγωγή της παιδείας, ανακούφιση του μόχθου κ.λπ.), αλλά και να τις χρησιμοποιούμε με φόβο Θεού και αγάπη προς τον πλησίον. Ο Μέγας Βασίλειος συμβουλεύει: «Πάντα γίνεσθαι πρὸς δόξαν Θεοῦ» (πρβλ. Α’ Κορ. 10:31) – ό,τι κι αν κάνουμε, ακόμη και στον τομέα της γνώσης, να το κατευθύνουμε στη δόξα του Θεού και την υπηρεσία του ανθρώπου. Μια τεχνολογία που χρησιμοποιείται για θεραπεία, παιδεία, δικαιοσύνη και ειρήνη, γίνεται συνέχεια του έργου της θείας Πρόνοιας. Αντίθετα, όταν η τεχνολογία υπηρετεί την ιδιοτέλεια, την καταπίεση ή την απανθρωπία, τότε εκπίπτει από τον σκοπό της και γίνεται εργαλείο αμαρτίας. Η ευθύνη βαραίνει τον άνθρωπο-χρήστη, ο οποίος οφείλει να εξετάζει το ήθος της κάθε εφαρμογής και να επιλέγει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
Συμπερασματικά, η Ορθοδοξία βλέπει την επιστήμη και την τεχνολογία ως πεδία όπου μπορεί να εκφραστεί η δημιουργική ενέργεια του ανθρώπου σε συνεργασία με τη χάρη του Θεού (συνεργία). Δεν υπάρχει εγγενής σύγκρουση μεταξύ πίστης και επιστήμης, αρκεί ο άνθρωπος να διατηρεί τη σωστή ιεράρχηση αξιών: να χρησιμοποιεί τη γνώση ως μέσο διακονίας του Θεού και του πλησίον, όχι ως μέσο αυτοθέωσης ή εξουσιασμού. Κάθε νέα ανακάλυψη αποτελεί μια πρόκληση ευθύνης: θα γίνει άραγε ευλογία ή κατάρα; Η απάντηση εξαρτάται από την πνευματική κατάσταση του ανθρώπου που την κρατά στα χέρια του. Οι Πατέρες
μάς διδάσκουν ότι με την ταπείνωση, την αγάπη και τη διάκριση, μπορούμε να
μεταμορφώσουμε ακόμη και τα υλικά μέσα σε ευκαιρίες αγιασμού.
Ευκαιρίες και κίνδυνοι της Τεχνητής Νοημοσύνης: Ποιμαντική αντιμετώπιση
Με βάση τα ανωτέρω, γίνεται φανερό ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι παρά ένα ακόμη εργαλείο στα ανθρώπινα χέρια, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για ευλογημένους σκοπούς είτε να καταχραστεί, με συνέπειες ευεργετικές ή επιζήμιες αντίστοιχα. Η ορθόδοξη ποιμαντική προσέγγιση οφείλει να διακρίνει νηφάλια τόσο τις ευκαιρίες που προσφέρει η ΤΝ όσο και τους σοβαρούς
κινδύνους που τη συνοδεύουν, προκειμένου να καθοδηγήσει το ποίμνιο σε ορθές επιλογές. Δεν πρέπει επίσης, ως υπεύθυνοι Ποιμένες να ξεχνάμε ότι:
«Στην ταχύτατη ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης, σημείο καμπής θα αποτελέσει η επερχόμενη δυνατότητά της να προγραμματίζει τον εαυτό της. Η αντιμετώπιση των σχετικών προβλημάτων μπορεί να δοθεί από μια πνευματική προσέγγιση, η οποία τρέφεται από την ακλόνητη πιστότητα στην Ευαγγελική διδασκαλία, τις Αποστολικές και Πατερικές Παραδόσεις για τον άνθρωπο, τη θεία προέλευση και τον εν Χριστώ αιώνιο προορισμό του. Η Θεολογία αναδεικνύει το περιεχόμενο και την αλήθεια της χριστιανικής εικόνας του ανθρώπου και την επικαιρότητά της εν όψει των σημείων των καιρών και τονίζει την ανάγκη αναγνώρισης ορίων και σταθερών αξιών επί τη βάσει των οποίων οφείλει να λειτουργεί και η Τεχνητή Νοημοσύνη.
Παρά τη συμβολή της στην διευκόλυνση πολλών πρακτικών πτυχών της ζωής μας και τις εντυπωσιακές προόδους της, η Τεχνητή Νοημοσύνη αδυνατεί να προσφέρει απαντήσεις στα θεμελιώδη υπαρξιακά και τα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα. Στην Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν
υπάρχουν έτοιμες λύσεις στα σύγχρονα προβλήματα, υπάρχουν όμως θεμελιώδη θεολογικά κριτήρια πάνω στα οποία μπορούν να οικοδομηθούν απαντήσεις στα οριακά ζητήματα της ανθρωπίνης ζωής. Το πνευματικό θησαυροφυλάκιο της Ορθοδοξίας είναι μια ανεξάντλητη πηγή από την οποία αντλούμε έμπνευση και κατεύθυνση ενώπιον των μεγάλων προκλήσεων της εποχής μας»3. (https://www.politikakritis.gr/rethymno-lixi-porismata-v-synedrioy-vioithikis-oikoymenikoy).
Θετικές δυνατότητες (ευκαιρίες): Εφόσον χρησιμοποιηθεί εντός ηθικών ορίων, η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να γίνει προέκταση του ανθρώπινου έργου της αγάπης και της σοφίας. Ήδη σε τομείς όπως η ιατρική, η ΤΝ συμβάλλει στη διάγνωση ασθενειών και την ανάπτυξη νέων θεραπειών, σώζοντας ζωές. Στην εκπαίδευση, ευφυή συστήματα μπορούν να υποβοηθήσουν τη μάθηση προσαρμόζοντας το υλικό στις ανάγκες κάθε μαθητή. Στην καθημερινή ζωή, εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης διευκολύνουν άτομα με αναπηρίες (π.χ. φωνητικοί βοηθοί για τυφλούς), βελτιστοποιούν τη μεταφορά και την επικοινωνία, και γενικά απαλλάσσουν τον άνθρωπο από κουραστικές εργασίες, δίνοντάς του χρόνο για ανώτερες δραστηριότητες. Ακόμη και στην ποιμαντική διακονία, εφόσον χρησιμοποιηθεί σωστά, η ΤΝ μπορεί να συνδράμει: λ.χ. στην ταχεία ανάλυση μεγάλων όγκων πληροφοριών (βιβλικών ή πατερικών κειμένων), στη μετάδοση του κηρύγματος μέσω διαδικτυακών πλατφορμών, ή στην διοικητική οργάνωση της ενορίας. Όλα αυτά όμως αποτελούν βοηθητικά μέσα. Η Εκκλησία επαινεί την πρόοδο όταν αυτή υπηρετεί τον άνθρωπο και είναι ενταγμένη στο ήθος του σεβασμού προς την ιερότητα της ζωής. Όπως προαναφέρθηκε, κάθε τεχνολογία είναι ουδέτερη ως προς το ηθικό της πρόσημο – γίνεται καλή όταν αξιοποιείται για αγαθούς σκοπούς. Στην περίπτωση της ΤΝ, η καλή χρήση συνίσταται στο να λειτουργεί ως υπηρέτης του ανθρώπου, υπό την καθοδήγηση των αξιών του Ευαγγελίου: της αγάπης, της δικαιοσύνης, της αλήθειας. Η Εκκλησία μπορεί να ευλογήσει την ανάπτυξη της τεχνητής ευφυΐας όταν αυτή συμβαδίζει με τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ελευθερίας, και όταν παραμένει μέσο
και όχι αυτοσκοπός.
Αρνητικές προκλήσεις (κίνδυνοι): Δυστυχώς, η εμπειρία διδάσκει ότι κάθε νέα ισχυρή τεχνολογία εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους αν δεν τεθεί υπό ηθικό έλεγχο. Στην περίπτωση της Τεχνητής Νοημοσύνης, οι Πατέρες της Εκκλησίας – μολονότι δεν μίλησαν άμεσα γι’ αυτήν – μας δίνουν τα κριτήρια να αξιολογήσουμε αυτούς τους κινδύνους. Πρώτιστος είναι ο κίνδυνος να πληγεί η ανθρώπινη ελευθερία και αξιοπρέπεια. Ήδη πολλοί ειδικοί προειδοποιούν ότι η ανεξέλεγκτη χρήση της ΤΝ, π.χ. σε συστήματα μαζικής παρακολούθησης, μπορεί να οδηγήσει σε έναν πρωτοφανή έλεγχο και χειραγώγηση των κοινωνιών[2]. Η ιδιωτικότητα των προσώπων απειλείται από αλγόριθμους που συλλέγουν και αναλύουν προσωπικά δεδομένα χωρίς συναίνεση, κάτι που αντιβαίνει στην ορθόδοξη θεώρηση της ελευθερίας και του αυτεξουσίου. Επίσης, η ΤΝ μπορεί να ενισχύσει ανισότητες και αδικίες: για παράδειγμα, μεροληπτικοί αλγόριθμοι (λόγω εσφαλμένων ή μονομερών δεδομένων) ενδέχεται να λαμβάνουν αποφάσεις που εισάγουν διακρίσεις σε βάρος ορισμένων ομάδων, διαιωνίζοντας κοινωνικές αδικίες. Αυτό αποτελεί ηθικό πρόβλημα, διότι η δικαιοσύνη και η αμεροληψία είναι ευαγγελικές αρχές. Ακόμη, η αυτοματοποίηση εργασιών απειλεί να καταργήσει θέσεις
εργασίας, προκαλώντας ανεργία και περιθωριοποίηση πληθυσμών· η Εκκλησία ενδιαφέρεται για την κοινωνική δικαιοσύνη και οφείλει να υπερασπιστεί τους ευάλωτους σε τέτοιες αλλαγές.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η χρήση της ΤΝ στην παραγωγή ψευδούς ή παραπλανητικής πληροφορίας. Με τα λεγόμενα “deepfakes” και τα προηγμένα συστήματα παραγωγής κειμένου, καθίσταται δύσκολο για το κοινό να διακρίνει την αλήθεια από το ψεύδος[10]. Η διάδοση παραπληροφόρησης και προπαγάνδας αντιστρατεύεται την αρετή της αληθείας, την οποία τόσο οι Πατέρες όσο και η Αγία Γραφή προβάλλουν (ο Χριστός είναι «ἡ Ἀλήθεια»). Συνεπώς, η εκκόλαψη μιας κουλτούρας ψεύδους μέσω της ΤΝ είναι πνευματικά διαβρωτική για την κοινωνία. Άλλος κίνδυνος είναι η απανθρωποποίηση των σχέσεων: αν οι άνθρωποι στραφούν σε ψηφιακούς “συνομιλητές” και αυτόματα συστήματα για συντροφιά ή συμβουλές, μπορεί να επέλθει παρακμή των αυθεντικών ανθρώπινων επαφών και της κοινοτικής ζωής. Η Εκκλησία είναι κατεξοχήν κοινότητα προσώπων· η αντικατάσταση της ανθρώπινης επικοινωνίας από ψυχρές μηχανικές διεπαφές αναιρεί την έννοια του «πρόσωπο προς πρόσωπο» διαλόγου αγάπης. Ακόμα πιο λεπτό είναι το ζήτημα τυχόν χρήσης ΤΝ σε ρόλους που άπτονται πνευματικής καθοδήγησης – π.χ. μια “έξυπνη” εφαρμογή που θα επιχειρούσε να δίνει ηθικές συμβουλές ή ακόμα και να υποκαταστήσει τον πνευματικό πατέρα. Αυτό θα ήταν πέρα για πέρα απαράδεκτο, διότι η μετάδοση της θείας χάριτος και η διάκριση των ψυχών είναι έργο του Αγίου Πνεύματος μέσω των ζώντων προσώπων (ιερέων/πνευματικών), και καμία μηχανική μίμηση δεν μπορεί να το υποκαταστήσει.
Ο ύψιστος ίσως κίνδυνος, που η Εκκλησία οφείλει να καταγγείλει, είναι η τάση αποθέωσης της τεχνολογίας και υποκατάστασης της πίστης από μια ψευδο θρησκεία της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ήδη κάποιοι στοχαστές του χώρου της τεχνολογίας οραματίζονται μια «νέα μορφή συλλογικής συνείδησης» μέσω της ΤΝ, που θα αντικαταστήσει – υποτίθεται – τη θρησκεία[11]. Γίνονται λόγοι για
«σωτηρία» και «αθανασία» του ανθρώπου με τεχνικά μέσα (π.χ. μεταφόρτωση του νου σε υπολογιστικά συστήματα), επιχειρώντας να “λύσουν” το ζήτημα της ψυχής[11]. Αυτές οι ιδέες ουσιαστικά συνιστούν μια νέα έκδοση της αρχαίας πλάνης: την προσπάθεια του ανθρώπου να σωθεί μόνος του, χωρίς τον Θεό – μια σύγχρονη ύβρις και ειδωλολατρία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία ομολογεί ότι η αληθινή
σωτηρία και η αιώνια ζωή χαρίζονται μόνο δια του Ιησού Χριστού, με τη χάρη του Θεού και όχι με τεχνικά μέσα. Καμία “συλλογική συνείδηση” ή υπερ-υπολογιστής δεν μπορεί να αντικαταστήσει το Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, ούτε το Άγιο Πνεύμα που ζωοποιεί τις ανθρώπινες ψυχές. Εάν ο σύγχρονος άνθρωπος τοποθετήσει την ελπίδα του στη μηχανή αντί στον Θεό, αυτό θα αποτελεί έσχατη πλάνη. Γι’ αυτό η Εκκλησία οφείλει να τον προφυλάξει από το να δει την ΤΝ ως «παντογνώστη» ή «παντοδύναμο» σωτήρα. Υπενθυμίζεται ο λόγος του Ψαλμού: «Μὴ πεποθὼς ἐπ᾿ ἅρμασι καὶ ἐφ᾿ ἵπποις» – η ελπίδα μας δεν στηρίζεται σε άψυχα μέσα, αλλά στον ζώντα Θεό.
Ποιμαντικές κατευθύνσεις:
Η παύλεια κενωτική ομολογία «τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω» (Α’ Κορ. 9, 22), οριοθετεί την ευρύτητα και τη δυναμική της ποιμαντικής της Εκκλησίας. Ο Απόστολος των εθνών σε μια εποχή μάλιστα όπου η Κοινότητα των πιστών κάνει τα πρώτα της βήματα και οι θεμελιώδεις αρχές της πίστεως δεν έχουν καλά-καλά αποκρυσταλλωθεί, τολμά να εκφέρει ένα λόγο άκρως προοδευτικό, χωρίς προκαταλήψεις και παρωπίδες. Το ευαγγελικό μήνυμα στη διαχρονία των αιώνων δε μεταβάλλεται, δεν αλλάζει, δεν παλαιώνεται καθώς «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας», (Εβρ. 13, 8). Χρειάζεται όμως σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο μια διαφορετική εκφορά, μιάν αλλιώτικη προσέγγιση, ένα σύγχρονο λόγο και τρόπο. Εν ολίγοις, η ποιμαντική μας οφείλει να προσαρμόζει, χωρίς να αλλοιώνει, να καινοποιεί χωρίς να νεωτερίζει, να εκσυγχρονίζει χωρίς να φαλκιδεύει… Χρειάζονται πάντοτε οι καινοί «ασκοί» και το καινόν «επίβλημα» για τα οποία μιλά ο ίδιος ο Κύριος σε άλλη συνάφεια (Μρκ. 2, 21-22). Αν μείνει κανείς στο πεπαλαιωμένο, το παρωχημένο, το ξεπερασμένο τότε ο κίνδυνος της απώλειας είναι πλέον από βέβαιος.
Αυτούς τους καινούς «ασκούς» και τα καινά «επιβλήματα» της σύγχρονης τεχνολογικής εξέλιξης, όπως είναι τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, επικοινωνίας και κοινωνικής δικτύωσης, είναι όχι μόνον επιτρεπτό αλλά επιβεβλημένο και αναγκαίο να χρησιμοποιήσει το παλαίφατο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας στη σύνολη ποιμαντική του μέριμνα για τους ορθοδόξους πιστούς της Αφρικανικής Ηπείρου υπό συγκεκριμένες ασφαλώς προϋποθέσεις και ασφαλιστικές δικλείδες.
Μπροστά σε αυτούς τους κινδύνους, η Ορθόδοξη Εκκλησία καλείται να αναπτύξει μια ποιμαντική γραμμή για την εποχή της τεχνητής νοημοσύνης. Πρώτον, να καλλιεργήσει την εγρήγορση και την κριτική σκέψη στο ποίμνιό της: οι πιστοί πρέπει να γνωρίζουν τόσο τις δυνατότητες όσο και τις παγίδες της τεχνολογίας, ώστε να μη γίνονται άκριτοι χρήστες ή θύματα. Δεύτερον, να εμπνεύσει την ευθύνη σε όσους Ορθοδόξους δραστηριοποιούνται στους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας, ώστε να εργαστούν για τη θέσπιση ηθικών ορίων και κανόνων ασφαλείας στην ανάπτυξη της ΤΝ [12]. Ήδη ακούγονται φωνές – ακόμη και εκ των πρωτοπόρων της ΤΝ – που ζητούν ρυθμίσεις για να αποφευχθούν ανεπιθύμητες συνέπειες. Η Εκκλησία μπορεί να στηρίξει τέτοιες πρωτοβουλίες, τονίζοντας την αξία του ανθρώπου ως εικόνας Θεού που δεν πρέπει να εργαλειοποιείται. Τρίτον, οφείλει να προτάξει την πνευματική καλλιέργεια του ανθρώπου ως αντίβαρο στη μονομέρεια της τεχνολογικής έξαρσης. Αν η εποχή μας προάγει την «τεχνητή νοημοσύνη», η Εκκλησία οφείλει να προάγει την πνευματική νοημοσύνη – δηλαδή τον φωτισμό του νου διά του Αγίου Πνεύματος, την καλλιέργεια της συνείδησης και των αρετών. Διότι ένας ηθικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος θα χρησιμοποιήσει και την πιο εξελιγμένη τεχνική με σωστό τρόπο, ενώ ένας αχαλίνωτος, εμπαθής άνθρωπος θα κάνει κακό ακόμη και με τα πιο αθώα μέσα.
Συμπεράσματα:
Συνοψίζοντας, η Ορθόδοξη Εκκλησία προσεγγίζει την Τεχνητή Νοημοσύνη με διάκριση, αισιοδοξία αλλά και ρεαλισμό. Αναγνωρίζει σε αυτήν μια νέα πρόκληση αλλά και συνέχεια της διαχρονικής σχέσης ανθρώπου και τεχνικών μέσων. Μέσα από τη σοφία των Αγίων Πατέρων, διακηρύσσει ότι η τεχνολογία είναι καθ’ εαυτήν ένα εργαλείο που μπορεί να καταστεί είτε ευλογία του Θεού είτε να μετατραπεί σε πηγή προβλημάτων, αναλόγως του πώς ο άνθρωπος θα την μεταχειριστεί. Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν διαθέτει προσωπικότητα, ψυχή ή ηθικό αισθητήριο· είναι δημιούργημα του ανθρώπου και παραμένει κατώτερή του. Δεν αντικαθιστά τον άνθρωπο ως πρόσωπο ενώπιον του Θεού, ούτε αναιρεί το καθήκον του ανθρώπου να αναπτύσσει τις θεοειδείς του ιδιότητες (αγάπη, ελευθερία, δημιουργικότητα) με τρόπο που οδηγεί στη θέωση. Αντίθετα, η αξία και ο κίνδυνος της έγκεινται στο πώς θα την εντάξουμε στη ζωή μας.
Η Εκκλησία μας καλεί να δοξάζουμε τον Θεό για τις γνώσεις και τα μέσα που μας παρέχει – βλέποντάς τα ως μια ακόμη ευκαιρία να υπηρετήσουμε το θέλημά Του στη γη – αλλά συγχρόνως να είμαστε εγκρατείς και προσεκτικοί στη χρήση τους.
Ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, χρησιμοποιώντας την εικόνα της μέλισσας και της μύγας, έλεγε πως η χριστιανική στάση είναι να βλέπουμε το καλό και να αποφεύγουμε το κακό, όπως η μέλισσα πηγαίνει στο γλυκό και αποστρέφεται τη βρωμιά. Αυτό ισχύει και για την Τεχνητή Νοημοσύνη: να αξιοποιήσουμε κάθε θετική της δυνατότητα (το «μέλι»), αποφεύγοντας τις κακοτοπιές (τη
«βρωμιά») [13].
Τελικά, η ορθόδοξη θέση συνοψίζεται στο ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη πρέπει να παραμείνει υπηρέτης και όχι κύριος του ανθρώπου. Ο άνθρωπος έχει ως Κύριό του μόνο τον Χριστό· όλα τα άλλα, όσο χρήσιμα κι αν είναι, οφείλουν να υποτάσσονται στο ήθος και στον σκοπό που Εκείνος μας έδωσε. Με τη χάρη του Θεού και την καθοδήγηση της Υμετέρας Μακαριώτητας ως Σεπτής Κορυφής της
Αλεξανδρινής Εκκλησίας, μπορούμε να πορευθούμε σε αυτήν τη νέα εποχή χωρίς φόβο, αλλά με πίστη και σύνεση, μεταμορφώνοντας ακόμη και την πιο προηγμένη τεχνολογία σε εργαλείο σωτηρίας και αγαθού.
Εξάλλου, όπως λέει ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, ο εκ Ζακύνθου Ανδρέας Κάλβος «θέλει αρετή και τόλμη η Ελευθερία».
+Μητροπολίτης Ζάμπιας και Μοζαμβίκης Ιωάννης
Αλεξάνδρεια, 8 Οκτωβρίου 2025
Πηγές:
Αγία Γραφή (Γενεσ. 1-11, Πράξεις 2), έργα Αγίων Πατέρων (Μ. Βασιλείου, Ιω. Χρυσοστόμου, Ιω. Δαμασκηνού, Γρηγ. Παλαμά κ.ά.), λόγοι οσίων γερόντων (π.χ. Αγ. Αντωνίου του Μεγάλου, Αγ. Παϊσίου). Πατερικές αναφορές από Πατερικές εκδόσεις και διαδικτυακές βιβλιοθήκες (ενδεικτικά: P.G., Pemptousia,
OODE)[1][2][3][4][5][6][7][8][9][10][11][12][13].
[1] [2] [5] [10] [11] [12] Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Ἡ Τεχνητή Νοημοσύνη ὡς Τεχνητή Εὐφυΐα – Εκκλησία της Κύπρου
https://churchofcyprus.org.cy/86757
[3] Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ – Πολυμερώς και πολυτρόπως
https://www.polymerwsvolos.org/2024/10/02/horthodoxi_ekklisia_kai_oi prokliseis_ths-tehnologias/
[4] CHURCH FATHERS: An Exposition of the Orthodox Faith, Book II (John of Damascus) https://www.newadvent.org/fathers/33042.htm
[6] Πολυτέλεια και ολιγάρκεια κατά τον Ιωάννη Χρυσόστομο « ΑΒΕΡΩΦ https://averoph.wordpress.com/2012/10/06/%CF%80%CE%BF%CE%BB%CF% 85%CF%84%CE%AD%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CE%B1
%CE%BA%CE%B1%CE%B9
%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%B3%CE%AC%CF%81%CE%BA%CE%B5
%CE%B9%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%AC
%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CE%B9%CF%89/
[7] Άγιος Αντώνιος ο Μέγας – Συμβουλές για το ήθος των ανθρώπων και την ενάρετη ζωή σε 170 κεφάλαια – Εκκλησία της Κύπρου
https://churchofcyprus.org.cy/84325
[8] [13] Free as a Bee | Ancient Faith Ministries
https://www.ancientfaith.com/podcasts/bethebee/free_as_a_bee/
[9] Βαβέλ και Πεντηκοστή | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
https://www.kathimerini.gr/culture/books/1081456/vavel-kai-pentikosti/