Μέ παραβολή μιλᾶ σήμερα ὁ Κύριός μας στό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, θέλοντας νά προσδιορίσει τήν πραγματικότητα στίς ἀνθρώπινες σχέσεις καί νά ὑποδείξει τήν ἐπιθυμητή καί πλέον συμφέρουσα γιά τόν ἄνθρωπο ὁδό. Ἕνας δοῦλος βρῆκε στόν δρόμο του ἕναν σύνδουλό του, στόν ὁποῖο εἶχε δανείσει ἕνα εὐτελές ποσό, πού ὅμως ἀκόμη δέν τοῦ εἶχε ἐπιστραφεῖ. Ὅρμησε λοιπόν ἐπάνω του καί τόν ἔπνιγε, ἀπαιτώντας τήν ἐπιστροφή του ὀφειλουμένου μικροδανείου. Παρά τίς ἱκεσίες τοῦ ὀφειλετη, ὁ ὁποῖος γονατιστός τόν παρακαλοῦσε γιά μιά πίστωση χρόνου , μέχρι νά βρεῖ τό ὀφειλόμενο ποσό, ὁ δανειστής δοῦλος ἔσυρε τόν συνδούλο του καί τόν ἔκλεισε φυλακή. Θά μποροῦσε κανείς νά πεῖ ὅτι αὐτή ἡ συμπεριφορά τοῦ δανειστῆ δούλου πρός τόν ὀφειλέτη σύνδουλό του εἶναι καθόλα νόμιμη καί λογική. Κατά τήν κυρίαρχη παγκόσμια οἰκονομική ἀρχή, «οἱ συμφωνίες πρέπει νά τηροῦνται».
Μέ βάση τήν τετράγωνη αὐτή λογική, εἶναι ἀπολύτως φυσιολογικό νά διεκδικεῖται καί νά ἐπιβάλλεται ἡ ἐφαρμογή ὅσων ἔχουν συμφωνηθεῖ. Τί ξεχνᾶ ὅμως ὁ δανειστής δοῦλος; Τί καθιστᾶ τήν συμπεριφορά του πρός τόν ὀφειλέτη συνδουλό τοῦ ἀπαράδεκτη; Ὅτι τήν ἀμέσως προηγούμενη στιγμή, ὄχι ἄλλος συνδουλός του, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Κύριός του, τοῦ εἶχε χαρίσει ἕνα δυσθεώρητο ποσό, πού χρωστοῦσε καί δέν ὑπῆρχε περίπτωση ν’ ἀποπληρώσει, ἀκόμη κι ἄν ξεπουλοῦσε ὅλα τά ὑπάρχοντά του, ἀκόμη καί τά μέλη τῆς οἰκογένειάς του καί τόν ἑαυτό του τόν ἴδιο. Μάλιστα τοῦ τό χάρισε συγκατανεύοντας στή σχετική, ἔντονη παράκληση καί ἱκεσία τοῦ ὀφειλέτη δούλου.
Μέ ἄλλα λόγια, ὁ Χριστός ἔρχεται νά μᾶς θυμίσει τίς ἄπειρες εὐεργεσίες τοῦ Ἁγίου Θεοῦ πρός ἐμᾶς. Εὐεργεσίες πού ὄντας πλούσιες μᾶς δωρηθηκαν χωρίς νά τίς ἀξίζουμε.
Ἄν λοιπόν ἐμεῖς εἴμαστε ὠφελημένοι ἀπό μία τέτοια θεία ἀγάπη, δέν εἴμαστε καί ὑπόλογοι καί ὑπεύθυνοι ἀπέναντί της γιά τό πώς τήν ἀπολαμβάνουμε καί τή διαχειριζόμαστε στή ζωή μας; Κι ἄν ἄξιοι ὄντες τῶν χειρότερων τιμωριῶν ἀπολαμβάνουμε τίς μεγαλύτερες εὐεργεσίες, μέ ποιό δικαίωμα δέν θά μιμηθοῦμε ἔστω στό ἐλάχιστο τόν Θεό Πατέρα, προσφέροντας ψήγματα ἀγάπης πρός τούς συνανθρώπους μας;
Μέ ποιό δικαίωμα, σκανδαλωδῶς εὐνοημένοι ἀπό τήν λογική τῆς ἀγάπης, θά τήν ξεχάσουμε γιά νά πορευθοῦμε μέ τήν λογική τῆς διεκδίκησης πρός τούς ἄλλους;