Του Δημητρίου Λυκούδη, θεολόγου-φιλολόγου, υποψηφίου διδάκτορα Πανεπιστημίου Αθηνών

Η Άκρα Ταπείνωση! Ο Θεός των όλων καταδέχεται να βαπτισθεί στον Ιορδάνη ποταμό, για να «ποτίσει» τον άνθρωπο με «τα νάματα της αφθαρσίας». Εγγίζει η απολύτρωση πάντων ορατών και αοράτων και συγχορεύει Ουρανός και Γη και το επίγειο μετά του επουρανίου στερεώματος. Η τελεία και ασύλληπτη διά της ανθρωπίνης αντιληπτικής και διανοητικής ικανότητας θεία συγκατάβαση του Θεανθρώπου Κυρίου Ιησού Χριστού. Ο Κύριος της Δόξης καταδέχεται και κενούται, χαρίζοντας στην Εκκλησία και στους πιστούς, μέσω της Θείας Αυτού Βαπτίσεως υπό του Ιωάννου του Προδρόμου, το «επίγειον φαινόμενον» και χαριτώνει βαπτιστικά και αγιαστικά τον άνθρωπο. Τον μεταμορφώνει πνευματοφόρα, παρέχοντας σε αυτόν «το νοούμενον υπέρ τους ουρανούς», κυρίως δε διά της υιοθεσίας παρέχει τον τύπο του βαπτίσματος και προσκαλεί κάθε πιστό να αποκηρύξει τη δυσωδία της αμαρτίας και να καταπνίξει την άλογη φιλαυτία του στο «λουτρό της παλιγγενεσίας», το οποίο και προτάσσεται ως «αμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων αλεξιτήριον και δαίμοσιν ολέθριον».

Η Θεία Συγκατάβαση του Κυρίου Ιησού Χριστού παρέχει απλωτικά και αγιοφόρα την υιοθεσία του ανθρώπου υπό του Θεού. Άνευ της Θείας Βαπτίσεως του Κυρίου, ο άνθρωπος, ακόμη και βαπτισμένος, δεν εξασφαλίζει την υιοθεσία, και επομένως απέχει ποικιλοτρόπως και πόρρω από την κληρονομία της Θείας Βασιλείας. Με άλλα λόγια, στερείται της σωτηρίας, διότι χωρίς το θείον βάπτισμα, ο άνθρωπος παραμένει κτήνος επί της Γης και άεργος και ουχί και εν δυνάμει κατά Χάριν θεός και συγκληρονόμος των αρρήτων και εξαισίων, όσων λοιπών επουρανίων και αοράτων. Η απόλυτη και θεία ταπείνωση του Θεανθρώπου Κυρίου Ιησού Χριστού παρακινεί και προτρέπει καθέναν εγγύς να προσέλθει και να πλαισιωθεί, να λουσθεί στο «φωτιστικό φως» του Ιορδάνου και να μεταποιήσει τη διάνοιά του, ουχί μυστικά και θαυματοποιά, αλλά μυσταγωγικά και θαυματουργικά, τουτέστιν εντός της Αγιασώστου Εκκλησίας μετά της παραμυθίας και αγαπητικής παρακλήσεως και αρρωγής των λοιπών αδελφών του. Πλην, όμως, δέον να τονισθεί ότι προ του φωτισμού, ως λέγουν και διδάσκουν οι μυστικοί συγγραφείς της Εκκλησίας μας προηγείται η καθαρτική τάξη και έπεται η φωτιστική και ακολούθως οδηγούμεθα στην τελείωση και μυστική πνευματική κατάσταση. Ο πιστός δεν εγγίζει τον θείο φωτισμό άνευ της προηγούμενης ατομικής, αυτοθέλητης και συνεχιζόμενης διαρκώς βίας και άσκησης, διότι, εν τοιαύτη περιπτώσει, καταλιμπάνεται και αποδομείται και αποουσιοποιείται και καταβάλλεται το αυτεξούσιον και η προσωπική ελευθερία και λειτουργική χρήση του γνωμικού θελήματος του ανθρώπου.

Η Θεία Βάπτιση του Θεανθρώπου Χριστού σηματοδοτεί και σημαίνει την απαρχή της χάριτος, την έναρξη καινής πορείας και συνδιαλλαγής μετά πάσης κτίσεως, ορατής και αοράτου. Αποκαθίσταται η προσωπική ελευθερία του ανθρώπου, καθώς ο πιστός μέσω της Βαπτίσεως του Κυρίου Ιησού Χριστού, αναγεννάται ουχί μέσω ύδατος, αλλά διά Πνεύματος Αγίου και επομένως μετέχει (ο πιστός) στην καθαρτική και φωτιστική θεία χάρη του Παναγίου Τριαδικού Θεού, πάντοτε κατά Χάριν και καταχρηστικά και, επιπροσθέτως, ένεκα της σύμπασας θείας οικονομίας και οικονομικής Πρόνοιας.

Αδύνατον να θεάσει ο άνθρωπος το μυστήριον της θείας κενώσεως στον Ιορδάνη, αδύνατον να προσελκύσει τον πνευματοφόρο κρουνό της θείας χάρης, αδύνατον έτι να «φωτισθεί» ων αυτός μερίς και φορεύς δεκτικός των φώτων, αν δεν αποδεχθεί την κενότητα της κτιστότητάς του και επανδρώσει πάσας τας αισθήσεις του, δυνάμενες ικανές να εορτάσουν και συνευφρανθούν μετά των αγνώστων αδελφών του και μετά της κοινής λαμπρηφόρου εκκλησιαστικής εορτής. Βάπτισμα Κυρίου λοιπόν και βάπτισμα μετανοίας ημών. Ουχί αορίστως και ανευλαβώς, απροσδιορίστως και προχείρως, αλλά εμβριθώς και επισταμένως, αόκνως και επιμελώς, διότι «Σήμερον των υδάτων αγιάζεται η φύσις και ρήγνυται ο Ιορδάνης».