Ο Ιησούς και η ασθένεια
«Τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν» (Ἠσαΐου νγ΄, 5)
Μέρος Α΄
Του Μητροπολίτη Καισαριανής κ. Δανιήλ
Η ασθένεια με τους πόνους που την συνοδεύουν θέτει ένα πρόβλημα στους ανθρώπους όλων των εποχών. Η Αγία Γραφή στρέφει την προσοχή της στη σημασία της αρρώστιας και της θεραπείας στα πλαίσια του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρώπου, αφού με την ασθένεια εκδηλώνεται η τυραννική εξουσία του θανάτου πάνω στον άνθρωπο. Ο λόγος του Θεού φωτίζει αρκετά το θέμα και συμβουλεύει αλλά και υποδεικνύει στον πιστό να συμπαρίσταται στον ασθενή και να υπομένει με εμπιστοσύνη στον Θεό τη δοκιμασία της ασθένειάς του.
Η εξάλειψη της ασθένειας
Η εξάλειψη της ασθένειας είναι εσχατολογική υπόσχεση και θα πραγματοποιηθεί στο νέο κόσμο της Βασιλείας του Θεού. Εκεί δεν θα υπάρχουν ανάπηροι διότι θα έχει φύγει γρήγορα και μακριά κάθε πόνος, λύπη και στεναγμός (Ησαΐου λε΄, 5-10). Εκεί δεν θα υπάρχει πόνος ούτε δάκρυα (Ησαΐου κε΄, 8-12 βλ. και Ησαΐου ξε΄, 19-25)
Ο Ιησούς και η ασθένεια
Ο Κύριος «διήλθεν ευεργετών και ιώμενος πάντας τους καταδυναστευομένους υπό του διαβόλου» (Πράξεων ι΄, 38), δηλαδή· διήλθε ευεργετώντας και θεραπεύοντας, όλους όσους βασανίζονταν από τον διάβολο. Είναι άξιο και χρήσιμο να αναφερθούν οι παρατηρήσεις του Ευαγγελιστού Λουκά του Ιατρού για τον Κύριό μας, ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είχε τη δύναμη να θεραπεύει (Λουκά ε΄, 17) και ότι «όλος ο λαός ζητούσε να τον εγγίσει, διότι θεία δύναμις έβγαινε από αυτόν και θεράπευε όλους, όσοι είχαν πίστι σ’ αυτόν» (Λουκά στ΄, 19).
Στα θαύματα θεραπείας ανθρώπων με δυσίατες ασθένειες, ο Κύριος, μας φωτίζει εν μέρει, πλην επαρκώς, για να εξηγήσουμε το πρόβλημα της αιτίας της ασθένειας, διανοίγοντας λυτρωτικά τους ορίζοντες της ανθρώπινης σκέψεως. Ο Κύριος σε τρεις περιπτώσεις θεραπείας ασθενών ερμηνεύει, με διαφορετικό τρόπο, το πρόβλημα της ασθένειας και του πόνου ενός εκάστου.
α´. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στο ε´ κεφάλαιο του Ευαγγελίου του, στους στίχους 2-15, αναφέρει τη θεραπεία του παραλύτου της Βηθεσδά από τον Κύριό μας ‘Ιησού Χριστό. Ο θεραπευμένος μετά την ίασή του συνάντησε τον Κύριο στο Ναό. Ο δε Κύριος του επέστησε την προσοχή, λέγοντάς του τα εξής αποκαλυπτικά· «῎Ιδε υγιής γέγονας· μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρόν σοι τι γένηται». Του είπε· πρόσεξε, λοιπόν να μην αμαρτάνεις πλέον, για να μη σου συμβεί τίποτε χειρότερο από την ασθένεια που είχες. Ο Κύριος με τα λόγια αυτά φανέρωσε στον παράλυτο την αιτία της παραλύσεώς του, η οποία τον είχε κυριεύσει επί τριάκοντα και οκτώ έτη. Συνέδεσε την παράλυσή του με τις αμαρτίες του ή γενικά με την αμαρτία. Έτσι μας δίδαξε, ότι μία αιτία της ασθένειας και του πόνου είναι η αμαρτία.
Εξ’ άλλου δεν είναι άνευ σημασίας το γεγονός, ότι οσάκις ο Κύριος θεράπευε ασθενείς, προηγουμένως συγχωρούσε τις αμαρτίες τους. Αυτό έπραξε και στην περίπτωση που αναφέραμε.
β´. Στην περίπτωση της θεραπείας της συγκύπτουσας γυναίκας, ο Κύριος απευθυνόμενος στον διαμαρτυρόμενο αρχισυνάγωγο, επειδή θεράπευσε τη γυναίκα ημέρα Σάββατο και εντός της Συναγωγής, του είπε επιτιμητικά και ελεγκτικά· «υποκριτά, ο καθένας σας κατά την ημέρα του Σαββάτου δεν λύνει το βόδι του ή τον όνο του από τη φάτνη και δεν το πηγαίνει να το ποτίσει; Αυτή δε που είναι κόρη και απόγονος του Αβραάμ, δηλαδή άνθρωπος και ομόφυλος, την οποία έδεσε ο σατανάς με την ασθένεια, ώστε επί δέκα και οκτώ χρόνια να μη μπορεί να σηκωθεί όρθια, δεν ήταν πρέπον και επιβεβλημένο να λυθεί από το μακροχρόνιο αυτό και οδυνηρό δέσιμο κατά την ημέρα του Σαββάτου;» (Λουκά ιγ΄, 10-17). Εδώ ο Κύριος αποδίδει την αναπηρία και την ταλαιπωρία της γυναίκας στον διάβολο.
Όπως ο Κύριος στην προηγούμενη περίπτωση συνέδεσε την ασθένεια με την αμαρτία, έτσι και σ’ αυτή συνδέει την ασθένεια με τον διάβολο. Και αυτό για να μην αιτιώμεθα, να μην κατηγορούμε τον Θεό για τις αρρώστιες μας, τον πόνο και τα βάσανά μας. Η ασθένεια, η φθορά και τελικά ο θάνατος δεν δημιουργήθηκαν από τον Θεό. Εισήλθαν στη ζωή μας υπαιτιότητά μας και «φθόνω διαβόλου» κατά την Γραφή. Ο Κύριος ήλθε για να λύσει τα έργα του διαβόλου και να αποδείξει ότι είναι ισχυρότερος του διαβόλου. Τους δε ασθενείς, τους έβλεπε με συμπόνοια και ευσπλαγχνία. (Ματθαίου κ΄, 34). Ο δε Ιησούς τους σπλαγχνίσθηκε, άγγιξε τα μάτια τους, και αμέσως αυτοί απέκτησαν το φως τους και με ευγνωμοσύνη πολλή τον ακολούθησαν.
γ. Υπάρχει και μία τρίτη περίπτωση, αυτή του εκ γενετής τυφλού, την οποία μας διηγείται ο Ευαγγελιστής Ιωάννης σε ολόκληρο το ένατο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του. Όταν οι Μαθητές ρώτησαν τον Κύριο για ποιό λόγο ο άνθρωπος αυτός γεννήθηκε τυφλός και μάλιστα αόμματος, χωρίς μάτια, ο Κύριος απάντησε, ότι γεννήθηκε τυφλός «ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ» (Ιωάννου θ΄, 3).
Επομένως η τύφλωσίς του έγινε, ώστε η θεραπεία του να αποτελέσει σημείο αποδείξεως της δυνάμεως του Θεού.
Τοιουτοτρόπως ο Κύριος συνέδεσε την ασθένεια και κάθε ταλαιπωρία σωματική με τη φανέρωση της δόξας του Θεού. Στην προκειμένη περίπτωση, φανέρωση των έργων του Θεού θεωρείται η αποκάλυψη στους ανθρώπους της αλήθειας της Παλαιάς Διαθήκης, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο δημιουργός Θεός και η επιβεβαίωση του τρόπου δημιουργίας του ανθρώπου.
Πολλές φορές στη ζωή μας καλούμεθα να γίνουμε όργανα φανερώσεως και αποδείξεως της δυνάμεως του Θεού και των άλλων θείων ιδιωμάτων. Μία τέτοια περίπτωση ήταν και ο Απόστολος Παύλος. Ο ίδιος ο Απόστολος εξομολογείται ότι· «῞Ενεκα της υπερβολής των αποκαλύψεων επέτρεψε ο Θεός να μου δοθεί ξύλο ακανθωτό στο σώμα, αρρώστια αθεράπευτος, άγγελος του σατανά για να με κτυπά κατά πρόσωπο και να με ταλαιπωρεί, για να μην υπερηφανεύομαι. Για τον πειρασμό αυτό τρεις φορές παρακάλεσα τον Κύριο να μου τον απομακρύνει. Και μου έχει πεί ο Κύριος· σου είναι αρκετή η χάρις που σου δίδω. Διότι η δύναμίς μου αναδεικνύεται τέλεια, όταν ο άνθρωπος είναι ασθενής και με την ενίσχυσί μου κατορθώνει μεγάλα και θαυμαστά» (Προς Κορινθίους Β΄, ιβ΄, 7-8). ‘Επομένως στις ασθένειές μας πρωτίστως θα πρέπει να διερωτώμεθα· τί ο Θεός θέλει να φανερώσει μέσω της δικής μας ταλαιπωρίας και του πόνου μας; Να είμαστε σίγουροι, ότι ο Θεός θα μας το φανερώσει. Πάντως, εκείνο το οποίο δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας, είναι· ότι ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει μόνους στην ταλαιπωρία μας. Αντίθετα μας ενισχύει με τη χάρη Του, ώστε να ανταποκριθούμε επιτυγχάνοντας τον βελτίονα σκοπό της αρρώστιας μας.
Με την Ανάστασή Του ο Κύριος ελευθέρωσε τον άνθρωπο από τις συνέπειες της πτώσεώς του και τον «διεβίβασε» από τον θάνατο στην ζωή, από την φθορά στην αφθαρσία.