Toυ Σταύρου Γουλούλη
Στη μετά το 1974 περίοδο όλοι οι Πρόεδροι Δημοκρατίας έγινε προσπάθεια να είναι άτομα που ένωναν τους Έλληνες: να έχουν (όσο γίνεται) καλή έξωθεν μαρτυρία, μετά μία ευδόκιμο πολιτική σταδιοδρομία. Δύσκολο τότε, με δεδομένο τι άφησε όρθιο η Δικτατορία, τον διχασμό των Ελλήνων (1943 κ.ε.), την τραγωδία της Κύπρου, την οικονομική κρίση, τον αναδυόμενο δικαιωματισμό. Ακόμη και ο Χρήστος Σαρτζετάκης, ανώτατος δικαστικός, παρά την αντισυμβατική συμπεριφορά του απέναντι στην τότε κυβέρνηση, ήταν καταξιωμένος για το δημοκρατικό του παρελθόν, τη στάση του στη δολοφονία του Λαμπράκη (1964).
Έναντι αυτής της προσπάθειας Κυβέρνησης και Αντιπολίτευσης, τουλάχιστον για την εκλογή του Προέδρου με γνώμονα να επιβραβεύεται το άθλημα της πολιτικής, η τωρινή Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Αικ. Σακελλαροπούλου κάθε μέρα απογοητεύει στο πιο βασικό: στην πράξη μπορεί να έφτασε ανώτατη δικαστική λειτουργός, όμως δεν είναι πρόσωπο ικανό να ενώνει τους Έλληνες στην πιο κρίσιμη περίοδο. Εκφράζει τον Γραπτό Νόμο, αλλά αμφίβολο αν νιώθει από άγραφους, πανάρχαιους νόμους της Ηγεσίας…
Δεν λειτουργεί ως δημόσιο πρόσωπο που εκπροσωπεί όλον τον λαό, την ιστορία και τα βιώματά του. Διχάζει συνεχώς με ατομικές επιλογές. Πολλά κατατίθενται στα ΜΜΕ, από το ότι κατέβασε τα όπλα των αγωνιστών, μέχρι ότι σκιαμαχεί με υποτιμά τον Εθνικό Ύμνο, δεν δείχνει δέοντα σεβασμό στον Αρχιεπίσκοπο… Απλοποιεί πολύ τα πράγματα. Συστήνεται, λένε, με υποκοριστικό όνομα!
Μα ο Έλληνας από μικρός λέγει τη δασκάλα του Κυρία…! Η δημόσια επισημότητα σοβαρεύει πρώτα τον ίδιο τον αξιωματούχο, όπως τον Πρόεδρο, να βγει από τον εαυτό του, να μην οδηγηθεί στην εξοικείωση και μετατρέψει το Δημόσιο σε σπίτι του. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αν δεν αντέχει το βαρύ τελετουργικό πως θα βαστάζει το τεράστιο βάρος των ευθυνών του λαού, κι όχι ενός κόμματος που την ψήφισε. Ενός λαού διεπόμενου από εθνικά χαρακτηριστικά, ως συντριπτική πλειοψηφία. Το δημόσιο τελετουργικό δεν είναι αγγαρεία. Είναι βαρύ ακριβώς για να εξοβελίζει προσωπικές πολιτικές με τα εξ’ αυτής παρατράγουδα. Μόνον ό,τι συμβάλλει στην ενότητα του λαού τού επιτρέπεται. Προτροπές, συμβουλές, παρηγόριες, είναι ενωτικές πρωτοβουλίες.
Η σημερινή Πρόεδρος ξιφουλκεί… Άρχισε να αρθρογραφεί σε ιδιωτικές εφημερίδες, Οργανισμούς που δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα αλλά εκφράζουν οικονομικά συμφέροντα, ασκούν πολιτική, ανεβάζουν και κατεβάζουν κυβερνήσεις. Ο Πρόεδρος όμως είναι υπεράνω και νομίμων συμφερόντων. Γιατί ευαισθητοποιείται πάνω στην αιώνια διαμάχη της ‘τυράννου’ πλειοψηφίας και της ‘αθώας’ μειοψηφίας; Δεν είναι έργο της κυβέρνησης να την αντιμετωπίσει;
Η ελαφρά δημόσια εικόνα της Προέδρου είναι αποκύημα του τρόπου ανόδου της μέσα από ειδική πολιτική συγκυρία. Δεν δοκιμάστηκε πολιτικά για τη θέση που κατέχει. Δεν την ψήφισε ο λαός, ήταν εντελώς άγνωστη στη συντριπτική πλειοψηφία του.
Η κ. Σακελλαροπούλου δείχνει αποτυχημένη επιλογή. Όταν γίνεται άνοδος κάποιου σε ανώτατο αξίωμα που ζητείται η πέραν του καλώς νοουμένου καθήκοντος προσφορά, οι εκλέκτορες κοιτάζουν πρώτα τη φυσική κατατομή του, όπως αποτυπώνεται σε φωτογραφίες -παλαιά σε νομίσματα, μετάλλια, στην τέχνη γενικά. Φρόντιζαν, τότε, να αποτυπώνουν τον ηγέτη να ατενίζει ψηλά, οι υπήκοοι είχαν ανάγκη αρχηγό να ανεβάσει το επίπεδο όλων. Με τη σημερινή Πρόεδρο ισχύει το αντίθετο. Το βλέμμα της (φωτογραφίες, βίντεο), απλανές και απρόσιτο ταυτόχρονα, γυαλάκια και σοφιστικίζον ύφος, ελαφρά ειρωνικό έως ανέκφραστο και απωθών, είναι ό,τι παράταιρο ως εικόνα σύγχρονου ηγέτη. Του οποίου η τέχνη -εδώ λένε ότι ο αρχηγός γεννιέται- είναι να κάνει και τον τελευταίο πολίτη να πιστεύει ότι ο αρχηγός του τον εκφράζει, είναι ο άνθρωπός του, αντιπρόσωπό του νοητώς στα Κοινά. Ετούτη αντί για ανυπόκριτη καρδιακή έκφραση, εκπορεύει εγκεφαλική ενέργεια, όλα της είναι υπολογισμένα βήμα-βήμα. Ο πλεονάζον λόγος, η πολιτική ορθότητα που δεν κρύβεται, διαιρεί, δεν ενώνει. Ένας καλός δικαστικός δεν σημαίνει ότι θα είναι καλός πολιτικός. Ο πολιτικός είναι μεσάζων, ενώ ο δικαστικός έμαθε να έχει άλλον ρόλο, να καλεί στην τάξη ακόμη και έναν πολιτικό…! Αλλάζει κανείς εύκολα στα εξήντα του;
Ακόμα κι έτσι, θα είχα απόλυτη κατανόηση στον κάθε εκλέκτορα βουλευτή που του υπέδειξε η κυβέρνηση τη συγκεκριμένη Πρόεδρο να μην τη θεωρούσε ακατάλληλη. Αν δεν μας κύκλωναν χίλια μύρια κύματα έσωθεν και έξωθεν, αν ο Αννίβας δεν ήταν προ των πυλών. Χρειαζόταν, λοιπόν, το ικανό άτομο που συσπειρώνει αβίαστα όλο τον λαό. Ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης έχει όλη την ευθύνη αν και ό,τι, ο μη γένοιτο, συμβεί στο μέλλον, κάτι που να απαιτεί ειδικές προεδρικές δεξιότητες και προσόντα. Μάλλον ανταποκρίνεται στο γερμανικό πρότυπο, που ο Πρωθυπουργός φαίνεται θαυμάζει (ή του επιβλήθηκε), όπου ο Πρόεδρος του ομοσπονδιακού κράτους συνήθως δεν είναι προβεβλημένο πολιτικό πρόσωπο. Ας ήταν και η Ελλάδα στη θέση της Γερμανίας, κι ας έβαζαν όποιον ήθελαν…
Με την απόφασή του υποτίμησε ακόμη περισσότερο την πολιτική στον τόπο μας, αφού στο ανώτατο αξίωμα, το σχεδόν συμβολικό, ορίσθηκε άτομο που αποδομεί ακόμη περισσότερο τον ρόλο του Προέδρου, τον χαμηλώνει στον επίπεδο των αντιπαραθέσεων στο όνομα ενός ακατανόητου ρεαλισμού, τον υπο-γειώνει. Εν ολίγοις μετατρέπει έναν Δημόσιο Οίκο σε ιδιωτική οικία. Αρχίζοντας ως καλή οικοκυρά από το ντεκόρ του.