Αρχική » Όταν γνώρισα τον Γέροντα Ιωσήφ τον Βατοπαιδινό (με τη συμπλήρωση 12 ετών από την κοίμησή του)

Όταν γνώρισα τον Γέροντα Ιωσήφ τον Βατοπαιδινό (με τη συμπλήρωση 12 ετών από την κοίμησή του)

από christina

Του Δημητρίου Π. Λυκούδη, θεολόγου

Τον μακαριστό Γέροντα Ιωσήφ τον Βατοπαιδινό τον γνώρισα στα 1995. Ήταν Αρχές Μαρτίου, στην καρδιά του Χειμώνα. Όταν φθάσαμε στη Δάφνη άρχισε να ψιλοχιονίζει και ο οδηγός μοναχός που μας περίμενε, μάς έκανε σήμα να βιαστούμε γιατί πολύ γρήγορα θα το έστρωνε. Και όταν χιονίζει στον Άθωνα, είναι αλήθεια, σκεπάζονται όλα κατάλευκα και μετατρέπονται σε ένα απέραντο λευκό πέπλο, με μοναδικό σημείο ζωής τις ενεργές καπνοδόχες των κελλιών και των Μοναστηριών. Ο μακαριστός παπά Ιερόθεος ο βιβλιοπώλης, στις Καρυές, πολλές φορές μάς έλεγε: «Στο Άγιον Όρος, αυτά που δεν παύουν ποτέ να δουλεύουν είναι τα κομποσχοίνια, τα ρολόγια και οι καπνοδόχες των κελλιών».

Φθάσαμε μετά βίας στη Μονή Βατοπαιδίου. Άλλωστε, μάς περίμεναν, είχαμε ειδικό διαμονητήριο, διότι οι άλλοι τρεις συνοδοιπόροι μου, μεγάλοι στην ηλικία και οικογενειάρχες, ήσαν γνωστοί στη Μονή και πάντοτε, σχεδόν σε κάθε προσκύνημά τους, ό,τι μπορούσε ο καθένας, μετέφερε στο φιλόξενο Βατοπαίδι ως προσφορά χαράς και έκφραση αγάπης. Έτσι εξηγείται και η παρουσία του μοναχού με το ειδικό αυτοκίνητο, που μας παρέλαβε από τη Δάφνη.

Δεν θα αναφερθώ, στο σημείο αυτό, στις εντυπώσεις από την πρώτη αυτή γνωριμία μου με τη Μονή του Βατοπαιδίου, διότι το θέμα μου είναι άλλο. Θα αρκεσθώ μόνο να πω όσα σχετίζονται άμεσα με τον μακαριστό και άγιο Γέροντα Ιωσήφ. Μετά από δυο ημέρες, σχεδόν,  αναγκαστικής παραμονής μας και του φυσικότατου “αποκλεισμού” μας εντός της Μονής, ένεκα της φοβερής εκείνης χιονόπτωσης, αρχίσαμε δειλά δειλά, βγήκαμε εκτός της κεντρικής Πύλης, πήραμε τον κατήφορο προς το κονάκι του Γέροντα, εκεί που εφησύχαζε για περισσότερη μόνωση και άσκηση.

Ήταν εκεί! Μάλιστα, τον έναν εκ των συνοδοιπόρων μου τον εγνώριζε καλά, χρόνια πολλά πριν. Τον είδα τότε για πρώτη φορά. Αντίκρισα μια βιβλική μορφή, ιλαρό στην όψη, άκακο, ωσάν μικρό παιδί στα φερσίματα, με αιθέριες κινήσεις, με απροσποίητη ευγένεια. Ήμουν ο πιο μικρός της παρέας, το μοναδικό παιδί, και όπως καταλαβαίνετε, ούτε λίγο ούτε πολύ, το εκμεταλλεύτηκα κατάλληλα!

Με άφηνε να τον κοιτώ με απορία, να τον αγγίζω, και εκείνος μού κρατούσε το χέρι ώρα, δεν το άφηνε! Λίγο μετά, γύρισε και ρώτησε: «Παιδί μου, έχεις πνευματικό;». Τού απάντησα με φυσικό τρόπο ότι “έψαχνα” κάποιον να με αναπαύει! «Να πας στον Γέροντα Εφραίμ, δίπλα στο Βατοπαίδι, τον Καθηγούμενο. Να του πεις σε έστειλα εγώ, ο π. Ιωσήφ», μού είπε, και ασφαλώς τον άκουσα και παρέμεινα στο πετραχηλάκι του π. Εφραίμ για μερικά χρόνια.

Στις ερωτήσεις δε των άλλων προσκυνητών και φίλων μου, ήσαν όλοι , ως είπα, μεγαλύτεροι και έγγαμοι, απαντούσε μονοδιάστατα, μονολεκτικά και κάπως βαριεστημένα στα αυτιά μου, ως νόμιζα τότε: «Υπομονή, παιδιά μου, υπομονή. Και άμα τελειώσει η υπομονή, να βάλατε και άλλη υπομονή. Και άμα τελειώσει και εκείνη, να βάλετε και πάλι νέα υπομονή…».

Από τότε συνάντησα πολλές φορές τον Γέροντα Ιωσήφ, άλλοτε στο κονάκι του, τότε που τον συμβουλευόμουνα σε πολλά ζητήματα της νεότητας και των σπουδών μου, άλλοτε στο Συνοδικό της Μονής Βατοπαιδίου, όπου ο μακαριστός, έκανε διάφορες ομιλίες για τους Πατέρες της Μονής και για κάποιους λαϊκούς.

Σήμερα, Πέμπτη 01 Ιουλίου 2021, δώδεκα χρόνια σχεδόν, από την κοίμησή του (02/07/2009), γράφω ετούτα τα λίγα λόγια ως θυμιατήρι ιερό στην οσιακή μνήμη του. Στα χέρια μου κρατώ τα κομποσχοίνια που μού χάρισε, πιότερο όμως στην καρδιά μου διαφυλάττω ευλαβικά όσα με συμβούλεψε και αποκάλυψε για πολλά γεγονότα που συνέβησαν στην αναξιότητά μου πολλά χρόνια μετά, ακόμη και σήμερα, που έφθασα στα 42 μου χρόνια. Εμπρός μου, δακρύβρεχτος, κοιτάζω την εικόνα της Κυρίας Θεοτόκου της Βηματάρισσας, που μου εμπιστεύθηκε τότε, σε μια από τις πρώτες μας συναντήσεις. Σκύβω το κεφάλι, κλείνω τα μάτια, σφίγγω την καρδιά και έμπονα ψελλίζω στην οσιακή μορφή του: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς και τον κόσμον σου, δι᾿ ευχών του μακαριστού γέροντος Ιωσήφ του Βατοπαιδινού”.

 

Λίγα λόγια για τον μακαριστό Γέροντα Ιωσήφ:

Γεννήθηκε στην Δρούσια Πάφου της Κύπρου την 1η Ιουλίου 1921 ημέρα εορτής των Αγίων Αναργύρων. Κοιμήθηκε την ίδια ημέρα, την 1η Ιουλίου 2009. Ο κατά κόσμον Παντέλας Σωκράτης του Παντελεήμονος μεγάλωσε κοντά στους γεωργούς γονείς του ζώντας από μικρός τη σκληρή αγροτική ζωή. Με δυσκολίες κατόρθωσε να τελειώσει την Δ’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου, επειδή ήταν απαραίτητος στις οικογενειακές εργασίες. Μέχρι τα δεκαπέντε του χρόνια παρέμεινε στο χωριό του.

To 1936 σε ηλικία 15 ετών, λόγω της πολυμελούς και φτωχής του οικογένειας ετοιμαζόταν να μεταναστεύσει στην Αμερική, όπου ήδη είχαν μετοικήσει δύο αδελφοί του. Μετά όμως από θεϊκή κλήση προσήλθε στην Ιερά Μονή Σταυροβουνίου με τις ευχές των γονέων του. Εκεί εκάρη ρασοφόρος μοναχός με το όνομα Σωφρόνιος και  παρέμεινε 10 χρόνια. Με την ευλογία του Γέροντος της Μονής πήγε για προσκύνημα  στους Αγίους Τόπους και στις αρχές του 1947 εγκαταστάθηκε στο Άγιον Όρος, στη Σκήτη της Αγίας Άννης.

Εκεί ανακάλυψε μια μεγάλη ασκητική μορφή στις σπηλιές της Μικράς Αγίας Άννας, τον Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή. Μαζί του ασκήτευε και ο Γέρων Αρσένιος. Η ζωή τους ήταν πάρα πολύ σκληρή, με τέλεια ακτημοσύνη, νηστεία, αγρυπνία και αδιάλειπτη προσευχή. Ο Σωφρόνιος ζήτησε να μείνει στη συνοδεία μαζί τους και μετά από προσευχή τον δέχτηκαν. Στην καλύβη του Τιμίου Προδρόμου της Μικρής Αγίας Αννης εκάρη μεγαλόσχημος λαμβάνοντας το όνομα Ιωσήφ το 1948. Το 1951 η συνοδεία μεταφέρθηκε στη Νέα Σκήτη. Έμεινε 12 χρόνια κοντά στον Γέροντα Ιωσήφ μέχρι το θάνατό του. Στο διάστημα αυτό ήρθαν ακόμη και έμειναν μαζί τους ο γέρων Χαράλαμπος, μετέπειτα Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Διονυσίου και ο γέρων Εφραίμ, μετέπειτα Ηγούμενος της Μονής Φιλόθεου και σήμερα πνευματικός πατέρας 20 περίπου Μονών στην Αμερική. Από το 1951 έως το 1959 συνασκήθηκε με τον π. Θεοφύλακτο στο κελλί των Αγίων Αναργύρων της Νέας Σκήτης. Κατόπιν μεταφέρθηκε στο ερημικό τμήμα της Νέας Σκήτης, όπου ασκήτευσε άλλα οκτώ χρόνια και το 1967 μεταφέρθηκε στην κοντινή καλύβη του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

Μετά από πρόσκληση του Οικουμενικού Πατριάρχου κυρού Δημητρίου και προτροπή των πατέρων της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου το 1974 ανέλαβε την πνευματική πατρότητα της Μονής, στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1977. Με την ευλογία του Γέροντος Παϊσίου, επέστρεψε στην Κύπρο για να ενισχύσει το φρόνημα των Κυπρίων. Το Μάρτιο του 1978 ενθρονίστηκε ως ηγούμενος στην Ιερά Μονή Τιμίου Σταυρού Μίνθης. Τον Οκτωβρίο του 1981 επέστρεψε στο Άγιον Όρος μαζί με την συνοδεία του και παρέμεινε στο Σιμωνοπετρίτικο κελλί του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Καψάλα μέχρι τον Απρίλιο του 1982. Από το 1983 μέχρι το 1987 επανήλθε στην καλύβη του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στη Νέα Σκήτη. Κατόπιν προσκλήσεως των Γερόντων της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου προσήλθε στη Μονή με ένα μέρος της συνοδείας του. Το 1989 το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποφάσισε να μεταβεί ολόκληρη η συνοδεία και να επανδρώσει τη Μονή. Το 1990 επανήλθε η Μονή στην κοινοβιακή της μορφή με ηγούμενο τον αρχιμανδρίτη Εφραίμ. Ο ίδιος επεδίωκε την αφάνεια και δέχτηκε στο πέρασμα των χρόνων ακόμα και την καταφρόνηση, τις κατηγορίες και τις συκοφαντίες με ταπείνωση και ανεξικακία.

Ο Γέρων Ιωσήφ παρέμεινε πνευματικός πατέρας της Μονής Βατοπαιδίου μέχρι και την κοίμησή του. Διακονούσε το λόγο του Θεού με κατηχήσεις στο συνοδικό της Μονής και όπου αλλού τον καλούσαν. Αναπαύθηκε σε ηλικία 88 ετών, τη 2 Ιουλίου 2009. 

Πηγή για το βιογραφικό: ΛΟΓΟΘΗΚΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ