Με αφορμή τα περιστατικά κληρικών που προκαλούν «ναυτία»

Όταν το ράσο γίνεται εγκληματικό όργανο

Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα

Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης

Το «σκάφος» της Εκκλησίας, από τότε που το «ναυπήγησε» ο ίδιος ο Κύριος και το «καθείλκυσε» στην «θάλασσα» προς χρήση όλων εκείνων που θέλουν να «ταξιδεύουν»  με αυτό, «πλέει» συνήθως σε ήρεμα «νερά», που γαληνεύουν την ψυχή όλων των επιβατών του. Δεν λείπουν όμως πολλές φορές οι «φουρτούνες» που παρατηρούνται σε όλες τις θάλασσες. Αυτές, όταν οφείλονται στις εξωτερικές αντικειμενικές συνθήκες του καιρού, δηλ. σε μετεωρολογικούς παράγοντες μπορεί να «κλυδωνίζουν» το «σκάφος», δεν φοβίζουν όμως ποτέούτε το «πλήρωμα» ούτε τους «επιβάτες» του.Διότι όλοι έχουν μάθει να παλεύουν στην ζωή τους με τα «κύματα»  έχοντας ως ασφαλές «σωσίβιο» το Ξύλο του Σταυρού, που προφυλάσσει από όλους τους «καταποντισμούς». Πιο επικίνδυνες όμως από όλες τις «φουρτούνες» είναι αυτές που προκαλούνται από μέσα. Από το «πλήρωμα» του «σκάφους». Αυτές φέρνουν έντονες «ναυτίες», τις οποίες ουδείς από τους «εν πλω» ευρισκομένους είναι διατεθειμένος να υποστεί. Και όταν δεν μπορεί κάποιος από αυτούς να αλλάξει το «πλήρωμα», καταφεύγει στην εύκολη λύση: εγκαταλείπει το «σκάφος», διότι δεν θέλει να είναι συνεχώς εκτεθειμένος σε συνθήκες «ναυτίας». Την ζημία που προκαλεί στο «σκάφος» της Εκκλησίας ο εκ των έσω«κλυδωνισμός» αυτού την έχει προβλέψει πρώτος ο «ναυπηγός» αυτού Ναζωραίος, που μας προειδοποίησε για τους προβατόσχημους «λύκους», οι οποίοι εισέρχονται στο «σκάφος» και όταν δεν κατασπαράσσουν ευθέως το ποίμνιο, γίνονται «πλοηγοί» του «σκάφους» που το οδηγούν στη  απώλεια.

Όλα αυτά θα ήσαν γενικοί αφορισμοί που συνοδεύουν πάντα τον πλου του «σκάφους» της Εκκλησίας, εάν δεν ετροφοδοτούντο από συγκεριμένα συμβάντα  εγκληματικής δράσης, τα οποία θα μπορούσαν  να χαρακτηρισθούν περιστατικά ρουτίνας, καθώς δεν λείπουν ποτέ από τα καθημερινά αστυνομικά δελτία, εάν οι πρωταγωνιστές τους δεν είχαν κάτι το ιδιαίτερο: Ήσαν και στις δυο περιπτώσεις κληρικοί! Στην μια από αυτές κατηγορούμενος για όλα σχεδόν τα βαρεία εγκλήματα τηςποινικής νομοθεσίας(διακίνηση ναρκωτικών, μαστροπεία, απάτη, κλοπές, υπεξαιρέσεις κλπ.) ήταν ένας Αρχιμανδρίτης της Μητροπόλεως Βεροίας (!), ενώ στην άλλη δράστης βιασμού μιας ανήλικης εφέρετο ένας ιερέας, ο οποίος και συνελήφθη ύστερα από σχετική καταγγελία της παθούσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα πειστήρια που ευρέθησαν στο σπίτι και των δύο κληρικών καθιστούν σφόδρα πιθανή την διάπραξη από αυτούς των αδικημάτων που τους αποδίδονται. Θα αφήσουμε προς το παρόν στην άκρη την περίπτωση του βιαστή ιερέα και θα επανέλθουμε στην ρύμη του λόγου να την δούμε σε αξιολογικό συσχετισμό με την άλλη, στην οποία πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα. Και τούτο, διότι η περίπτωση αυτή έχει μια πρωτοτυπία: Ο κατηγορούμενος Αρχιμανδρίτης, ενώ δικαζόταν από το Δευτεροβάθμιο Συνοδικό Δικαστήριο για βαρεία παραπτώματα, ασύμβατα με την ιδιότητα του κληρικού, μόλις άκουσε την απόφασή αυτού, με την οποία κατεδικάζετο στην ποινή της καθαίρεσης, έκανε κάτι ασυνήθιστο: Πήρε μια φιάλη με καυστικό υγρό που είχε δίπλα του και «ράντισε» με το περιεχόμενό της τους επτά Αρχιερείς που συγκροτούσαν το Εκκλησιαστικό αυτό Δικαστήριο! Ευτυχώς το αποτέλεσμα της ενεργείας του δεν υπήρξε τόσο βλαπτικό, όπως θα μπορούσε να ήταν υπό άλλες συνθήκες, εάν δηλ. οι Αρχιερείς δεν φορούσαν καλιμαύχι και προστατευτικές, λόγω της επιδημίας, μάσκες. Παρ’ όλα αυτά δύο εκ των συνέδρων Αρχιερέων κινδυνεύουν να χάσουν το ένα μάτι τους.

Τέτοια και άλλα συναφή περιστατικά ενέπνευσαν τον λαϊκό παροιμιακό λόγο, για να μας πει με την σοφία που τον χαρακτηρίαζει ότι «το ράσο δεν κάνει τον παπά». Παπάς δηλ., σύμφωνα με  την εν λόγω παροιμία, δεν είναι αυτός που φοράει το ράσο, αλλά εκείνος που τιμάει το ράσο. Ο παπάς είναι και αυτός άνθρωπος. Όπως συμβαίνει με όλους τους ανθρώπους, έτσι και με τον παπά η αξία του μετριέται με αυτό που κουβαλάει μέσα του ως άνθρωπος. Πριν γίνει λειτουργός του Θεού ο παπάς, η έξωθεν μαρτυρία του πρέπει να είναι μαρτυρία σωστού ανθρώπου.  Με αρχές και με αξίες που δεν τις διαπραγματεύεται ποτέ και δεν τις ρευστοποιεί με κανένα αντάλλαγμα. Πρέπει δηλ. με άλλα λόγια νά έχει πρώτα απ’ όλα ανθρώπινο ήθος. Εάν το έχει αυτό, όταν γίνει κληρικός, θα μπορέσει να δώσει μεγαλύτερη λάμψη στο ιερατικό του ήθος. Εάν του λείπει όμως το ανθρώπινο ήθος, δεν πρόκειται ποτέ να του το δώσει το ράσο. Αντιθέτως θα προβάλλει εμφανέστερα με κάθε ευκαιρία την έλλειψή  του και θα υπογραμμίζει εντονότερα την ανικανότητά του να ασκεί αυτό το λειτούργημα. Έτσι γίνεται πάντα και με όλα τα άλλα αξιώματα. Η σωστή άσκησή τους περνάει πρωτίστως από το ανθρώπινο ήθος που έχει ο φορέας τους. Τί ανθρώπινο ήθος είχε ο καθαιρεθείς κληρικός, εφ’ όσον διέπραξε τα εγκλήματα που του αποδίδονται;. «Οι κατηγορίες εναντίον μου είναι όλες ψευδείς», είπε. Και τα πειστήρια που βρέθηκαν επάνω του ή στο σπίτι του είναι ψευδή και αυτά; Εάν όλα αυτά ήσαν ψευδή, πώς θα έπρεπε να τα αντιμετωπίσει ένας αληθής κληρικός, που θέλει να λέγεται εκπρόσωπος του Θεού της Αγάπης; Με βιτριόλι εναντίον των κριτών του;  Τον Χριστό, που μας δίδαξε και μας έδωσε το πρότυπο της Αγάπης, Τον έφτυναν, Τον ράπιζαν, Τον ενέπαιζαν οι κριτές Του και η σπείρα τους, αλλά Αυτός «λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρη».Το σχόλιο πολλών στην παρατήρηση αυτή είναι γνωστό: «Ο Χριστός», λένε, «ήταν Θεός. Εμείς όμως είμαστε άνθρωποι».

 Όσοι τοποθετούνται με τέτοια λογική στο πρόβλημα, παραβλέπουν ότι η Διδασκαλία του Χριστού δεν απευθύνεται σε αυτούς που έχουν θεϊκή ιδιότητα, αλλά στους ανθρώπους. Εάν κάποιοι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να πάρουν τον σταυρό τους και να ανεβούν με αυτόν μαζί με τον Χριστό στον Γολγοθά, όπως μας καλεί ο Ίδιος, ουδείς ψόγος. Ας ακολουθήσουν την οδό των ενστίκτων που τους θέλγει περισσότερο. Και εάν ανήκουν σε εκείνους που πλανήθηκαν και φόρεσαν κατά λάθος το ράσο που δεν τους πηγαίνει ή τους είναι άβολο, για να μπορούν να κάνουν τις «τσουλήθρες» στον κατήφορο του εγκλήματος και της ανηθικότητας, βγάζουν από πάνω τους το ράσο και προχωρούν, ελεύθεροι πια από το βάρος αυτού, στον δρόμο που διάλεξαν. Αυτό επιβάλλει η εντιμότητα, Για να μη προσβάλλονται από τις «αγαθοεργίες» ρασοφόρων εγκληματιών και να μη εκτίθενται μαζί με αυτούς στην ανυποληψία οι κληρικοί που τιμούν το ράσο. Η αξολογική απόσταση πάντως που χωρίζει την ανεξικακία του Ναζωραίου από το βιτριόλι δεν είναι μετρήσιμη, για να μπορεί να καλυφθεί με σοφιστείες;  Μας δείχνει όμως το εύρος του «τοπίου» που καλύπτει το ράσο με τις κατά καιρούς εμπειρίες που μας προμηθεύει. Καλές και κακές εμπειρίες. Εμπειρές αγιότητας, αλλά και εμπειρίες διαβολικές. Σε όλες τις περιπτώσεις ο πυρήνας τους ήταν κρυμμένος κάτω από το ράσο. Αν και κάποια πράγματα, όσο κι’ αν θέλει ο ρασοφόρος να τα κρύψει, δεν κρύβονται με τίποτε. Αυτό δεν ισχύει μόνο για την ανηθικότητα και τις ανομίες ορισμένων κληρικών, αλλά και για την αγιότητα του βίου τους. Ανάλογα με την «πηγή» που αφήνουμε να «αρδεύσει» τις πράξεις μας στην ζωή. Όλοιέχουμε μέσα μας δύο «πηγές»: Την «πηγή» του «βούρκου» και την «πηγή» του μύρου, της ευωδίας. Η πρώτη βγάζει εγκληματικότητα και διαφθορά και η άλλη αγιότητα. Αρκεί λοιπόν να κοιτάξουμε τις πράξεις του καθενός, για να εντοπίσουμε την «πηγή» της τροφοδοσίας τους.Όσο για τους δύο ρασοφόρους δράστες, τον «βιτριολιστή» και τον βιαστή ανηλίκων, που προκάλεσαν ισχυρό κλυδωνισμό στο «σκάφος» της Εκκλησίας με τα συμπαρομαρτούντα φαινόμενα έντονης ναυτίαςσε όλους μας από τα σχετικά εγκλήματά τους, δεν χρειάζονταιπολλά λόγια. Οι πράξεις τους προδίδουν και την «πηγή» τους.

Θα χρειασθεί όμως να επανέλθουμε, για να δούμε και τις άλλες προεκτάσεις της εγκληματικής δράσης των εν λόγων ρασοφόρων, διότι δεν είναι αυτοφυή «δενδρύλλια». Κάποιος τους «φύτεψε» στον Αμπελώνα του Κυρίου.